Η επίθεση στο εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών συνεχίζεται αμείωτη, με διασταυρούμενα πυρά και τη βάρβαρη πραγματικότητα να κάνει φύλλο και φτερό τις αστειότητες της κυβέρνησης ότι «αλαφρώνει» φορολογικά τα λαϊκά στρώματα και αυξάνει τους μισθούς.
Το «να δεις τι σου 'χω για μετά», από την κυβέρνηση και τη βάρβαρη πολιτική της, φορτώνει όλο και περισσότερα βάρη στους εργαζόμενους και στους άλλους βιοπαλαιστές, ενώ οι όποιες αυξήσεις - φιλοδωρήματα εξαγγέλλονται δεν προλαβαίνουν να φτάσουν μέχρι την τσέπη! Ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα:
-- Η ακρίβεια «ήρθε για να μείνει» σε Ενέργεια, καύσιμα και βασικά αγαθά, βάζοντας δύσκολα κάθε μήνα στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Πέντε στα δέκα νοικοκυριά δεν τα βγάζουν πέρα με το εισόδημά τους, και ο βασικός λόγος είναι οι πανάκριβες τιμές σε ό,τι τους είναι αναγκαίο για να επιβιώσουν.
Οι τιμές του ρεύματος για τον Δεκέμβρη αναμένεται να βάλουν ξανά φωτιά στα τιμολόγια, και μόνο σαν αστείο ακούγονται οι διαβεβαιώσεις της κυβέρνησης ότι θα πάρει μέτρα ανακούφισης των νοικοκυριών! Η «επιδότηση» του προηγούμενου μήνα δεν έφτανε ούτε για ένα πακέτο τσίχλες σε όσους τελικά τη δικαιούνταν, περνώντας με επιτυχία τους κόφτες που έθεσε η κυβέρνηση ακόμα και γι' αυτά τα ψίχουλα.
-- Τα Δημοτικά Συμβούλια όπου πλειοψηφούν οι δυνάμεις των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ αποφασίζουν αυτό το διάστημα αύξηση των δημοτικών τελών. Πρόκειται για αυξήσεις που σε κάποιες περιπτώσεις ξεπερνούν το 100%, όπως σε περιοχές της Κέρκυρας, το 80% σε περιοχές όπως το Μενίδι, ή αυξήσεις στο νερό που φτάνουν μέχρι και το 267%, όπως στο Αγρίνιο.
Αυτή είναι η κανονικότητα της «οικονομικής αυτοτέλειας» που υπερασπίζονται αυτή η κυβέρνηση, όπως και όλες οι προηγούμενες, αλλά και οι δήμαρχοι - φορείς της αντιλαϊκής πολιτικής. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μάλιστα, οι δήμοι επικαλούνται είτε τους «πράσινους φόρους» (βλ. τέλη ταφής απορριμμάτων) είτε το μεγάλο κόστος της Ενέργειας για να μετακυλήσουν το βάρος στη λαϊκή κατανάλωση.
Απ' όπου κι αν το πιάσει κανείς, δηλαδή, θα πέσει πάνω σε στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, από τις οποίες ανοίγουν δρόμοι κερδοφορίας για τους ομίλους, ενώ τα λαϊκά στρώματα πληρώνουν πάντα τον λογαριασμό, με «μεσάζοντα» και την Τοπική Διοίκηση.
-- Η κυβέρνηση φέρνει έναν ακόμα κρατικό προϋπολογισμό που προσθέτει αφόρητα βάρη στις πλάτες του λαού: Θηριώδη πρωτογενή πλεονάσματα, μεγαλύτερη έμμεση και άμεση φορολογία, μέσω ΦΠΑ και ΕΦΚ αλλά και μέσω του φόρου εισοδήματος, πλεονάσματα για την εξυπηρέτηση του χρέους που για το 2024 θα κλείσουν στα 6,5 δισ. ευρώ περίπου, ενώ το λεγόμενο δημοσιονομικό πλεόνασμα θα φτάσει τα 14 δισ. ευρώ.
«Ματώνει» ο λαός για να πληρώνει ένα χρέος που δεν δημιούργησε ο ίδιος, αλλά το καπιταλιστικό κράτος, που «μπούκωνε» με δισ. τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους. Κι όλα αυτά σε μια περίοδο που τα σύννεφα μιας νέας οικονομικής κρίσης μαζεύονται ξανά πάνω από την ευρωπαϊκή οικονομία, δείχνοντας ότι είναι στο DNA του καπιταλισμού και αγιάτρευτο σύμπτωμα της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου.
Δεν υποφέρουν όλοι όμως από την ακρίβεια, τους φόρους, τους κόφτες στον κρατικό προϋπολογισμό. Σε καιρούς δημοσιονομικής στενότητας για τις ανάγκες του λαού, ακόμα και τις πιο στοιχειώδεις, το ταμείο είναι γεμάτο για τους νέους επενδυτικούς νόμους, για τον επόμενο κύκλο φοροαπαλλαγών και επιδοτήσεων στους επιχειρηματικούς ομίλους και κυρίως για τη χρηματοδότηση της πολεμικής οικονομίας με κρατικά και ευρωπαϊκά κονδύλια: Οι «αμυντικές» δαπάνες των κρατών - μελών της ΕΕ για το 2024 θα ανέλθουν σε 326 δισ. ευρώ, αύξηση 30% σε σύγκριση με το 2021...
Είναι φανερό ότι για να κερδίσει έστω και μια ανάσα ο λαός, πρέπει να χάσει το κεφάλαιο. Αυτή πρέπει να είναι η αφετηρία κάθε αγωνιστικής διεκδίκησης για μέτρα ανακούφισης από την ακρίβεια, κατάργηση των έμμεσων φόρων και αυξήσεις στους μισθούς, βάζοντας στο επίκεντρο τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, σε σύγκρουση με την πολιτική που υπηρετεί τα κέρδη μιας χούφτας επιχειρηματικών ομίλων.