Πέμπτη 17 Φλεβάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 13
Στην Ευρώπη του Μάαστριχτ
Υποκριτές και συνένοχοι οι «δεκαπέντε»... ανησυχούν για την Αυστρία

Τι προηγήθηκε της ανόδου των νεοφασιστών στην  αυστριακή κυβέρνηση; Ο φόβος των ιθυνόντων της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Προς αντιδραστικότερες κατευθύνσεις η Διακυβερνητική Διάσκεψη

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ: (του ανταποκριτή μας Βησ. ΓΚΙΝΙΑ)

Η ακροδεξιά εκτροπή στην Αυστρία και οι σπασμωδικές αντιδράσεις των ευρωπαϊκών «μεγάλων δυνάμεων», που προχώρησαν στο πρώτο ιδιόμορφο «ευρωπαϊκό ιδιώνυμο», με πολιτική δίωξη «προθέσεων» και όχι πράξεων, συνιστούν σοβαρή απόδειξη αδυναμίας της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ). Πρόκειται για σύμπτωμα «παθογένειας» επακόλουθο της δεκάχρονης επιβολής οικονομικής ολιγαρχίας και πολιτικού αυταρχισμού του Μάαστριχτ, που έσπειρε κοινωνικά συντρίμμια, και ενώ δεν έχει καθίσει ακόμη ο κουρνιαχτός από τον πρώτο ΝΑΤΟικό πόλεμο κατά ευρωπαϊκής χώρας, της ΟΔ Γιουγκοσλαβίας.

Τα γεγονότα προλαβαίνουν την πολιτική αναθεώρηση της ΕΕ, εντός του 2000, και αποκαλύπτουν πρόωρα τις εγγενείς αδυναμίες πολιτικής διαχείρισης της ΟΝΕ του Μάαστριχτ, τορπιλίζοντας την προπαγάνδα περί «πολιτικής ολοκλήρωσης», αλλά και υποσκάπτοντας την όλη διαδικασία «διεύρυνσης» συμφερόντων προς τις έτσι και αλλιώς, ισχνές και υποτελείς εξουσίες των χωρών της ΚΑ Ευρώπης. Τέσσερις υποψήφιες για ένταξη χώρες (Πολωνία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Σλοβενία) συνορεύουν με την Αυστρία και, πίσω από τη ραγισμένη βιτρίνα, διακρίνουν ήδη τον ταξικό και εθνοφυλετικό ρατσισμό που κυβερνά τη Βιέννη και αναδίνεται υπόκωφα σε πολλές ευρωπαϊκές εξουσίες με «σοσιαλιστική» ή μη ταμπέλα.

Οι ισχυροί της ΕΕ ήσαν πανικόβλητοι. Προσπάθησαν αρχικά να εμποδίσουν το σχηματισμό της νέας αυστριακής κυβέρνησης και απέτυχαν, παρά την πρωτοφανή και παράνομη επέμβαση στα εσωτερικά ενός κράτους - μέλους της ΕΕ. Μετά τις αρχικές φωνασκίες περί «ευρωπαϊκών αρχών» οπισθοχώρησαν άτακτα, παρ' όλο που είχαν το δικαίωμα από τις συνθήκες να «υπερασπιστούν» τις «αρχές» τους με σύγκληση έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου (άρθρο ΣΤ του Αμστερνταμ).

Και ύστερα προσπάθησαν να αντισταθμίσουν την πολιτική ήττα, «φορτώνοντας» την αυταρχική πολιτική αναθεώρηση, που άρχισε ως Διακυβερνητική Διάσκεψη (ΔΔ), με κάθε είδους «ανάγκες δημοκρατικής επιτήρησης». Η σπασμωδική αντίδρασή με (...) ηθικολογίες στο «αβγό του φιδιού», που θρέφει το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής αποτελεί «παράδοση» των ευρωπαϊκών εξουσιών. Τον Χίτλερ τον έθρεψε ο αυταρχισμός και η κοινωνική εξαθλίωση της «σοσιαλιστικής» Βαϊμάρης, τον έφερε βιαστικά στην εξουσία το μεγάλο γερμανικό κεφάλαιο, οι Εβραίοι τραπεζίτες και το καθολικό παπαδαριό, για να εξουδετερώσει τη λαϊκή αντίσταση, τον ισχυροποίησε το «παγκόσμιο» κεφάλαιο που ενθουσιάστηκε από τη ναζιστική επιδεξιότητα στην προώθηση της κεφαλαιοκρατίας, παρακάμπτοντας τον ταξικό ανταγωνισμό με «ηθικό» ολοκληρωτισμό και δικτατορία της αστικής τάξης. Και μετά μάτωσε όλος ο κόσμος (...).

Ενα κόμμα «μπαλαντέρ»

Ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός του δεξιού χριστιανο-δημοκρατικού «Λαϊκού κόμματος» (OVP) και του ακροδεξιού «Φιλελεύθερου Κόμματος» (FPO), αποτελεί ιστορική αλλαγή, αφού για πρώτη φορά μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δε συμμετέχει στην κυβέρνηση το «Σοσιαλιστικό Κόμμα] (SPO).

Το ισχυρό SPO κυβερνούσε στην Αυστρία για πενήντα χρόνια, μέχρι το 1966 ως «μεγάλος συνασπισμός» SPO/OVP, από το 1970 ως μόνο κυβερνών κόμμα, με καγκελάριο τον πρόεδρο του SPO Μπρούνο Κράιτσκι εβραϊκής καταγωγής, και από το 1986 και πάλι ως «μεγάλος συνασπισμός» SPO/OVP με πρώτο πρόεδρο της Αυστρίας τον Κουρτ Βάλτχαϊμ, πρώην ναζιστή αξιωματικό. Το FPO αποτελεί μεταπολεμική συνέχεια της λεγόμενης «εθνικογερμανικής παράταξης», που μεταξύ 1939 και 1945 προσχώρησε στο ναζιστικό κόμμα (NSDAP) και αναβίωσε, μόλις το 1949 ως «σύνδεσμος» και το 1955 ως FPO, με 11,7% των ψήφων και έχοντας τακτική «δωρεάν» χρηματοδότηση από τον Σύνδεσμο Αυστριακών Βιομηχάνων.

Το 1973 «απο-ιδεολογικοποιείται», παραμένοντας πάντα δεξιά του OVP. Το 1983 βρίσκεται στο ναδίρ της πολιτικής του δύναμης (4,98%) και συμμετέχει για πρώτη φορά σε κυβέρνηση συνασπισμού με τους σοσιαλιστές του SPO, που ήταν πρώτο κόμμα (47,65%), αλλά είχε χάσει την απόλυτη πλειοψηφία ψήφων και εδρών. Η συγκυβέρνηση SPO/FPO διαρκεί τρία χρόνια. Το 1986 ο Γ. Χάιντερ αναλαμβάνει την ηγεσία του FPO και με ακροδεξιά «λαϊκιστική» πολιτική υπερδιπλασιάζει τα ποσοστά (9,73%). Από το 1986 κυβερνά και πάλι ο «μεγάλος συνασπισμός» SPO/OVP και το 1995 η Αυστρία γίνεται κράτος - μέλος της ΕΕ. Στις εκλογές της 3/10/1999, το SPO αναδεικνύεται σε πρώτο κόμμα, αλλά δεν μπορεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Στις 3/2/2000 σχηματίζεται κυβέρνηση συνασπισμού FPO/OVP, με καγκελάριο τον πρόεδρο του OVP Β. Σούσελ. Ο Γ. Χάιντερ παραμένει κυβερνήτης του κρατιδίου της Καρίνθιας.

Σπασμωδικές αντιδράσεις

Το Ισραήλ αντιδρά πρώτο και είναι το μόνο που απέσυρε πράγματι τον πρεσβευτή του από τη Βιέννη. Οι ΗΠΑ αντιδρούν καθυστερημένα, απειλούν αλλά δεν διακόπτουν τις σχέσεις τους με τη νέα αυστριακή κυβέρνηση. Στην Ευρώπη, Γαλλία και Βέλγιο πρωτοστατούν με «αυστηρές» προειδοποιήσεις και μια μέρα πριν την ανάδειξη της νέας κυβέρνησης, 14 κράτη - μέλη της ΕΕ εκδίδουν «ανακοίνωση», απειλώντας με «πάγωμα» των «διμερών» επαφών σε πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο. Πρόκειται για ένα ιδιόμορφο «ευρωπαϊκό ιδιώνυμο». Οι «διμερείς» επαφές ψιλο- «παγώνουν», πράγματι η Κομισιόν απειλεί, αλλά «δε διακόπτει σχέσεις» υπενθυμίζοντας ότι «οι Συνθήκες δεν προβλέπουν ρήτρα εξόδου από την ΕΕ» και «κάθε κράτος από τη στιγμή που γίνεται μέλος της ΕΟΚ αποδέχεται πλήρως και για πάντα τις βασικές αρχές», ενώ το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, χωρίς δικαίωμα παρέμβασης κάνει (...) πολιτική φιγούρα χωρίς κόστος, καταδικάζοντας «τον ρατσισμό την ξενοφοβία και τον αντι-σημιτισμό». Οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ απέχουν, οι σοσιαλιστές κατηγορούν εύκολα το «Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα» (ΡΡΕ) για την ακροδεξιά εκτροπή (...) «ξεχνώντας» πενήντα χρόνια «σοσιαλιστικής» διακυβέρνησης της Αυστρίας, το ΡΡΕ συμφωνεί ότι «δεν περνάει ο φασισμός» δηλώνει «εμπιστοσύνη» στον «καλό», «αδελφό» OVP που θα «συγκρατήσει» το «κακό» FPO και μετά παραλύει διασπώμενο σε «επικριτές» και «επιφυλακτικούς» (από τον Μπερλουσκόνι της Ιταλίας μέχρι τη ΝΔ), ενώ «πράσινοι» και λοιποί βρίσκουν ευκαιρία να κραυγάσουν «Χάιντερ είσαι Χίτλερ» κλπ.

Και ενώ κόμματα και ΜΜΕ βρίσκουν πεδίο λαμπρό για εύκολη προπαγάνδα, κυβερνήσεις και ΕΕ σιωπούν . Παρ' όλο που οι Συνθήκες ΕΕ δίνουν «δικαίωμα πρωτοβουλίας» στο «ένα τρίτο των κρατών - μελών» ή την Κομισιόν να συγκαλέσουν έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που θα αποφασίσει, με ειδική πλειοψηφία «παραβίαση αρχών» και κυρώσεις, κανείς δεν κάνει λόγο περί αυτού. Και δικαιολογημένα, δικοί τους άνθρωποι κυβερνούν στην Αυστρία, δεν είναι τίποτα (...) μπολσεβίκοι και αναρχικοί. Στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων (14/2/2000), στο πρώτο Συμβούλιο των Βρυξελλών που μετέχει επίσημα η νέα κυβέρνηση, όλοι ακούν «με προσοχή» τη νέα αυστριακή ΥΠΕΞ Μπενίτα Φορέρο - Βάλντερ να εκφράζει «δυσάρεστη έκπληξη» για τις αντιδράσεις των υπολοίπων κρατών - μελών διαβεβαιώνοντας ότι «η Αυστρία δεν είναι Χάιντερ». Η Βιέννη κατηγορεί τους 14 ότι «πρόδωσαν το πνεύμα αλληλεγγύης» και προειδοποιεί ότι η Αυστρία θα είναι «συνεργάσιμη», αλλά μόνο «αν συμμετέχει πλήρως στις ευρωπαϊκές υποθέσεις».

Η υποκρισία έχει και τα όριά της, όταν θίγονται συγκεκριμένα συμφέροντα. Δεν μπορεί για τα ίδια οφέλη άλλοι να κατηγορούνται ως «φασίστες» και άλλοι να «υπερασπίζονται τη δημοκρατία».

Αυταρχισμός και πολιτική αναθεώρηση

Οι φυγόκεντρες διαδικασίες που προκάλεσε η σπασμωδική αντίδραση έχουν τρομάξει τους Ευρωπαίους κυβερνώντες, που προσπαθούν τώρα να συμμαζέψουν την κατάσταση «δαιμονοποιώντας» τον Γ. Χάιντερ, χωρίς όμως να θίξουν το καθεστώς της Αυστρίας, που σε τελευταία ανάλυση είναι το καθεστώς της «Ευρώπης του Μάαστριχτ». Η βάρβαρη και ανθρωποφαγική «επιτάχυνση» της ΟΝΕ και της «ζώνης Εύρω», διευρύνοντας το χάσμα ανάμεσα στον Μολώχ του κέρδους και τη γενικευμένη φτώχεια και εξαθλίωση σ' όλη την ευρωπαϊκή ήπειρο, θρέφει αναγκαστικά το «αβγό του φιδιού» που αποτελεί και ρεζέρβα του καθεστώτος σε περίπτωση «εκτράχυνσης» του ταξικού ανταγωνισμού. Κανείς από τους κυβερνώντες δε θέλει και δεν μπορεί να αναλύσει την ακροδεξιά εκτροπή ως επακόλουθο της οικονομικής ολιγαρχίας και του πολιτικού αυταρχισμού στην «Ευρώπη του Μάαστριχτ» να τη συνδέσει με την εξαγρίωση του ανταγωνισμού του μεγάλου πολυεθνικού κεφαλαίου («παγκοσμιοποίηση»), να την εντάξει στη γενικευμένη βαρβαρότητα της «νέας α-ταξίας πραγμάτων», και βέβαια, να αντισταθεί. Αντίθετα, ο «σταρ» Χάιντερ θα αποτελέσει βασικό άλλοθι στην εκτράχυνση της αυταρχικής πολιτικής αναθεώρησης της δομής και της λειτουργίας της ΕΕ, στα πλαίσια της ΔΔ, και εντός του 2000, θα σκύψουν όλοι το κεφάλι (...) «μπροστά στον κίνδυνο». Στο όνομα της δήθεν προστασίας των «αρχών» του κεφαλαίου,» η τρίτη και (...) φαρμακερή πολιτική αναθεώρηση, μετά του Μάαστριχτ (1992) και του Αμστερνταμ (1997) θα σημάνει και το τυπικό τέλος της μεταπολεμικής «ευρωπαϊκής δημοκρατίας».

Η πολιτική λαιμητόμος του Μάαστριχτ ετοιμάζεται να ξεριζώσει και τις τελευταία μικροδιαφορές στο όνομα της διαχειριστικής «αποτελεσματικότητας» των οικονομικών «προτεραιοτήτων». Η Κομισιόν έκανε ήδη λόγο για «δημοκρατική επιτήρηση» από τις Βυξέλλες. Ο «χωρικός» Χάιντερ δεν είναι παρά μια καρικατούρα, ο πολιτικός και οικονομικός ολοκληρωτισμός της «αριστοκρατικής» ΕΕ είναι η πραγματικότητα.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ