Κυριακή 9 Μάρτη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Το τραγούδι είναι υπό διωγμόν»

Συζήτηση με την Ευανθία Ρεμπούτσικα και τον Παναγιώτη Καλαντζόπουλο

Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
«Μάστορες» της μελωδίας, που έχουν προσφέρει έξοχα δείγματα της τέχνης τους - τραγούδια, ορχηστρικά κομμάτια, μουσικά θέματα για το θέατρο και τον κινηματογράφο -, η Ευανθία Ρεμπούτσικα και ο Παναγιώτης Καλαντζόπουλος, ξεδιπλώνουν πτυχές του μουσικού τους κόσμου αυτή την περίοδο στο «House of Art» (Σαχτούρη 4 και Σαρρή, Ψυρρή, τηλ. 210-3217.678). Συντροφιά με τους τραγουδιστές Ανδρέα Καρακότα και Γιώτα Νέγκα και τον εικαστικό δημιουργό Αγγελο Παπαδημητρίου σε ιδιαίτερες ερμηνείες, παρουσιάζουν κάθε Παρασκευή και Σάββατο, μέχρι τις 15 του Μάρτη, ένα γοητευτικό πρόγραμμα, με παλιές και νέες δημιουργίες τους. Οι μουσικές παραστάσεις τους έγιναν αφορμή για τη συζήτηση με τους δύο συνθέτες, που αυτή την περίοδο εγκαινιάζουν και τη δισκογραφική τους εταιρία «Cantini», με τον καινούριο δίσκο του Π. Καλαντζόπουλου (μουσική, στίχοι) και ερμηνεύτρια την Γ. Νέγκα.

Δημιουργική διαδρομή

Η συνάντησή τους στην «Ecole Normale De Music» στο Παρίσι γίνεται αφετηρία της κοινής ζωής των δύο καλλιτεχνών. Η επαφή τους με τη μουσική είχε αρχίσει πολύ νωρίτερα, καθώς η Ευανθία από τα οκτώ της χρόνια έπαιζε βιολί στο κουαρτέτο των αδελφών Ρεμπούτσικα με συναυλίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ ο Παναγιώτης είχε σπουδάσει κλασική κιθάρα στην Αγγλία. Με την επιστροφή στην Ελλάδα ο Π. Καλαντζόπουλος, που ήδη έχει γνωρίσει τον Μάνο Χατζιδάκι («η σχέση μας, με διαλείμματα, κράτησε μέχρι το θάνατό του»), παραμερίζει την κλασική κιθάρα και στρέφεται σε γηγενή ακούσματα. Εξάλλου, δεν του ταίριαζε ο ρόλος του «ιεραποστόλου», που έφερνε «ξένα πράγματα» σ' ένα κοινό, «το οποίο δεν είχε σχέση με αυτή τη μουσική και είχε μεγαλώσει με άλλα ακούσματα». «Η Ελλάδα», λέει, «είχε τη μουσική της. Είχε καλούς ψάλτες, τρομερό λαϊκό τραγούδι, είχε τον Τσιτσάνη, τον Καλδάρα». Στρέφεται στο μπουζούκι, ασχολείται με το γράψιμο, παίζει διάφορα όργανα και συνεργάζεται με τον Σαββόπουλο. Αρχίζει να γράφει μουσική για τηλεοπτικές σειρές και διαφημίσεις - «ζούσαμε από αυτά», λέει. Το '91, μαζί με την Ευανθία, η οποία ήδη είχε «θητεύσει» ως μουσικός στις Ορχήστρες της ΕΡΤ, δημιουργούν τον πρώτο τους δίσκο «Στη λίμνη με τις παπαρούνες» (με ερμηνεύτρια την Κρίστη Στασινοπούλου). Κοινός και ο δεύτερος δίσκος τους - συνεργασία με τον Γιάννη Κότσιρα - «Αθώος Ενοχος». Η χωριστή δισκογραφική τους πορεία στη συνέχεια δίνει εξαίρετους δίσκους - συνεργασία τους με τους Γ. Κότσιρα, Σ. Θεοδωρίδου, Ελ. Πασπαλά, Ελ. Αρβανιτάκη κ.ά. Επίσης, υπογράφουν αξιόλογες μουσικές για θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες. Ανάμεσά τους και η μουσική που έγραψε η Ε. Ρεμπούτσικα για την «Τρελή του Σαγιό», που παρουσιάζεται αυτή την περίοδο στο Εθνικό Θέατρο.

Ευανθία Ρεμπούτσικα
Ευανθία Ρεμπούτσικα
«Είναι πολύ ευχάριστη εμπειρία το να γράφεις μουσική για θέατρο, έχει μαγεία αυτός ο χώρος», λέει η Ε. Ρεμπούτσικα, επισημαίνοντας όμως: «Η καρέκλα του θεάτρου είναι δεσμευτική στις παραστάσεις με τραγούδια. Με δεσμεύει να ακούω μουσικά προγράμματα με λαϊκά τραγούδια, για παράδειγμα, στο Μέγαρο. Πέραν του ότι ένα λαϊκό κομμάτι το φτιάχνουν σύμφωνα με τις απαιτήσεις του χώρου, κάτι που το θεωρώ απαράδεκτο».

Π. Καλαντζόπουλος: «Φοιτητής στην Αγγλία, είχα παρακολουθήσει ένα γκρουπ με Ηπειρώτες μουσικούς στο Ρόαγιαλ Φέστιβαλ Χολ. Πήγα ν' ακούσω κλαρίνα... Σε τέτοιο χώρο όμως αυτή η μουσική είναι σαν το ψάρι έξω από το νερό. Είναι σαν να ακούς το Ρωμανό το Μελωδό ή τον Επιτάφιο και πίσω να έχεις το εκκλησιαστικό όργανο του Λούθηρου. Είναι σαν να βλέπεις μια ελιά φυτεμένη στο Μόναχο, που δεν πιάνει κιόλας».

Οι κότες με τα μαύρα γυαλιά και το τραγούδι

Επισημαίνοντας πως «η τηλεόραση έχει χάσει πλέον το ενδιαφέρον της για τη μουσική και πορεύεται πλέον με επιμέλειες, όπως και αρκετά θέατρα», ο Π. Καλαντζόπουλος τονίζει: «Εχει φτωχύνει η ανάγκη και η απαίτηση από τους ίδιους τους εαυτούς τους. Παλιά έκαναν καλοδουλεμένα, όμορφα σπίτια. Σήμερα βάζουν γύρω γύρω τα αλουμίνια. Αυτό δε σημαίνει ότι έχασαν την αξία τους οι καλοί μαστόροι, αλλά ότι φτώχυναν οι ανάγκες του ιδιοκτήτη του σπιτιού, του παραγωγού της τηλεόρασης ή του θεάτρου και ότι οι προτεραιότητές τους δεν είναι στη σειρά που θα έπρεπε. Στις μέρες μας θεωρούν πλούσιο αυτόν, που έχει λεφτά στην τράπεζα. Πλούσιος όμως είναι αυτός που έχει πεντακόσια μέτρα κήπο για να βγει να περπατήσει, για να φυτέψει μαρούλια, αυτός που έχει τρία μέτρα ταβάνι και όχι 1,80 μ.».

-- Αυτή η αντίληψη πώς εκφράζεται στο χώρο του τραγουδιού;

Ε. Ρεμπούτσικα: «Με το εύκολο, το γρήγορο, το βιομηχανικό. Ολοι θέλουν να γίνουν τραγουδιστές, συνθέτες, δημοσιογράφοι, να προσελκύσουν τα φώτα της δημοσιότητας. Επιδιώκουμε πλέον την ευκολία. Δε μας ενδιαφέρει να σπουδάσουμε, να κουραστούμε, να κάνουμε κάτι καλό. Το να φτιάξεις κάτι θέλει δουλιά, κόπο. Η εύκολη λύση είναι να γίνουμε τραγουδιστές γιατί ξέρουμε ότι παίρνουν πολλά λεφτά το βράδυ, ή ηθοποιοί της τηλεόρασης που είναι γνωστοί. Δεν είμαστε προσγειωμένοι, ούτε ώριμοι για να κάνουμε αυτό που αγαπάμε. Γιατί αν το αγαπούσαμε δε θα είχαμε φτάσει μέχρι εδώ. Υπάρχουν τραγουδιστές που το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να βγάλουν δίσκο. Και όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να τον δείξουν στους μαγαζάτορες και να πάρουν παραπάνω μεροκάματο. Και σε λιγότερο από ένα χρόνο να βγάλουν δεύτερο δίσκο και μετά τρίτο. Δεν τους ενδιαφέρει η ουσία, αλλά το πόσους δίσκους θα βγάλουν».

Π. Καλαντζόπουλος: «Ολος ο Τσιτσάνης χωράει σε οκτώ δίσκους, όλοι οι Μπιτλς σε εννιά δίσκους και όλος ο Τσάρλι Τσάπλιν είναι 10-15 ταινίες. Και έρχεται σήμερα τραγουδιστής και σου λέει "έχω κάνει σαράντα δίσκους". Είναι και ένα σημείο των καιρών. Γιατί αν ο Τσάπλιν όντας μια ιδιοφυία κατάφερε σε μια ολόκληρη ζωή να κάνει 20 ώρες πρόγραμμα, η τηλεόραση είναι ένα μέσο που ζητάει αν όχι 24, τουλάχιστον 12 ώρες την ημέρα επί επτά κανάλια, 84 ώρες την ημέρα πρόγραμμα. Είναι μαθηματικά σίγουρο ότι θα δημιουργηθούν σκουπίδια. Οι Ισραηλινοί μετά τον πόλεμο έβαλαν στις κότες τους μαύρα γυαλιά για να κάνουν περισσότερα αυγά. Ομως, τα αυγά που έκαναν ήταν στο μισό μέγεθος. Δεν μπορείς να βιάσεις τη φύση. Αν ένα μαρούλι θέλει πέντε μήνες για να μεγαλώσει και εσύ του βάλεις φάρμακο για να βγει σε ένα μήνα θα φαρμακώσεις τον εαυτό σου. Το ίδιο συμβαίνει και στο τραγούδι. Αν ο Τσιτσάνης σε όλη του τη ζωή έκανε 200 τραγούδια δεν καταλαβαίνω γιατί - επειδή το λογιστήριο μιας δισκογραφικής εταιρίας έχει απαιτήσεις να βγάλει το τάδε κέρδος - θα πρέπει ο σημερινός συνθέτης, που είναι και μικρότερου βεληνεκούς από τον Τσιτσάνη ή τον Καλδάρα, να γεννήσει σε δέκα χρόνια 1.000 τραγούδια; Τα περισσότερα θα είναι σαν το αυγό της ισραηλινής κότας του '50 ή σαν το φαρμακωμένο από τα φυτοφάρμακα μαρούλι ή καρπούζι. Δεν μπορείς να βιάσεις το χρόνο και τη φύση, να σου παράγει διπλή, τριπλή, πενταπλή ποσότητα. Η ζωή όμως έχει τα αντισώματά της. Θα μας εκδικηθεί. Θα μας στείλει μια αρρώστια, μια αηδία για τα τραγούδια. Παρακολουθώντας τα προγράμματα στα κέντρα σκέφτεσαι πως αν δεν υπήρχαν οι παλιοί θα έκλαιγαν σήμερα όλοι».

Ε. Ρεμπούτσικα: «Ολα τα μαγαζιά, αλλά και η δισκογραφία σήμερα, δουλεύουν με επανεκτελέσεις παλιών τραγουδιών. Είναι η σανίδα σωτηρίας».

Π. Καλαντζόπουλος: «Φταίμε και εμείς. Αφήσαμε το γήπεδο στα "γραφεία συνοικεσίων". Στις εταιρίες, που είναι γραφεία συνοικεσίων με συνθέτες και τραγουδιστές. Μέσα σε ένα προικοθηρικό συνοικέσιο πολλοί από εμάς κατά καιρούς ενδώσαμε».

Ε. Ρεμπούτσικα: «Υπάρχουν νέοι τραγουδιστές που στο ξεκίνημά τους είχαν μια καλή σχέση με τους δημιουργούς, έψαχναν τραγούδια, ήταν συνεργάσιμοι και ξαφνικά με την πρώτη, δεύτερη επιτυχία τούς ακούς να λένε "να μου φέρουν διάφοροι δημιουργοί τραγούδια να διαλέξω και δε θέλω να τους βλέπω κιόλας"».

Π. Καλαντζόπουλος: «Το τραγούδι είναι υπό διωγμόν σήμερα στην Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση, είτε από άγνοια και βλακεία είτε με σχέδιο, συνειδητά ενθαρρύνει την πειρατεία. Το τραγούδι μαζί με τη γλώσσα είναι το "δακτυλικό αποτύπωμα" της Ελλάδας. Είμαστε η μόνη χώρα της Ευρώπης που ακούει 60% ελληνικό ρεπερτόριο. Αυτό σημαίνει ότι σε κάποιους, μέσω Βρυξελλών, δεν αρέσει. Θα προτιμούσαν να ακούμε μόνο Μαντόνα και Στινγκ, όπως οι Γάλλοι, Ολλανδοί, Σουηδοί κ.ά.».


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ