Κυριακή 25 Μάη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Γνώριζε το μυστικό της ψυχής μας

Απευθυνόταν στην ψυχή του λαού, και γι' αυτό θα χτυπάει πάντα στην καρδιά της Ρωμιοσύνης. Γιατί πόσες φορές δε βαδίσαμε και πόσες φορές δε θα πορευτούμε ακόμη στο ρυθμό των στίχων του Γιάννη Ρίτσου, πόσες φορές δεν ανασάναμε και δε θα ανασάνουμε από την ανάσα του, από την αγωνία του, πόσες φορές δεν πικραθήκαμε ή δε θα πικραθούμε από την πίκρα του και δε θα αντλήσουμε κουράγιο απ' την αστείρευτη πηγή του, απ' το κουράγιο του.

«Η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο, τόσο αδιάφορη κι άυλη / τόσο θετική σαν μεταφυσική / που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις / πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ' η φθορά του».

Ο λόγος του ποιητή, ισχυρός, επιβεβαίωσε τη μεγαλοσύνη του όχι μέσα από κάποια ανάγνωση, ή απαγγελία, αυτή τη φορά, αλλά μέσα από μια κινηματογραφική εκδοχή, αποδεικνύοντας την ομορφιά της ποίησης. Μιας ποίησης που μας θύμισε τα λόγια ενός άλλου μεγάλου, του Λουί Αραγκόν: «Κάθε φορά που μου φέρνανε στίχους, καλά είτε κακά μεταφρασμένους, αυτού του άγνωστου, ένιωθα πάντοτε όπως και την πρώτη φορά, ανίκανος να κυριαρχήσω τα μάτια μου, τα δάκρυά μου... Ολα γίνονται σάμπως ο ποιητής αυτός να γνώριζε το μυστικό της ψυχής μου, και να ήξερε, μόνος, μ' ακούτε, μόνος αυτός, να με συγκλονίζει έτσι. Στην αρχή δεν το ήξερα πως ήταν ο πιο μεγάλος απ' τους ζώντες ποιητές της εποχής αυτής που είναι η δική μας. Ορκίζομαι πως δεν το ήξερα. Το έμαθα σταδιακά, από το ένα ποίημα στο άλλο, παρά λίγο να πω από το ένα μυστικό στο άλλο, γιατί κάθε φορά ένιωθα το συγκλονισμό μιας αποκάλυψης. Η αποκάλυψη ενός ανθρώπου και μιας χώρας, τα βάθη ενός ανθρώπου και τα βάθη μιας χώρας...» (Από το κείμενο του Λουί Αραγκόν με τίτλο «Ο μεγαλύτερος ζων ποιητής ονομάζεται Γιάννης Ρίτσος», που πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Les Lettres Francaises», 1971).

Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

Και είναι αλήθεια. «Σάμπως ο ποιητής αυτός να γνώριζε το μυστικό της ψυχής μας». Πόσες φορές μπορεί να διαβάσαμε ή να ακούσαμε τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος», αλλά κάθε φορά νιώθεις το «συγκλονισμό μιας αποκάλυψης». Η ένταση, ο «χαρακτήρας», η καθαρότητα και, κυρίως, το βάθος της ποίησής του... Η ποίησή του έχει καταρρίψει το φράγμα μεταξύ «λόγιας» και «λαϊκής» τέχνης. Οι θλιμμένες θύμησες, τα δάκρυα των πραγμάτων, «οι σκιές μες στο σπίτι», η «σκόνη του πιάνου», εκείνο το σπίτι που νιώθεις πια να το σηκώνεις στην πλάτη, οι τόσοι θάνατοι και ο καφές που ξεχνιέσαι και ετοιμάζεις δύο - «ποιος να τον πιει τον άλλο;» - ερμηνεύονται «οικειοθελώς» στις εξωτερικές και εσωτερικές αναζητήσεις μας και κατορθώνουν, αν και επιβάλλεται να κρατιούνται κρυφά, να κυριαρχήσουν άλλοτε σε κάποιο ανυπότακτο δάκρυ, άλλοτε σε ένα υπαινικτικό χαμόγελο, σε ένα βήμα που πριν δείλιαζε, σε ένα βήμα προς την πολιτεία, την ίδια πολιτεία που μας πονάει, στην ίδια πολιτεία «που ορκίζεται στο ψωμί και στη γροθιά της».

Αφορμή γι' αυτές τις σκέψεις δύο καλλιτεχνικά γεγονότα: Η ταινία του Νίκου Ξυθάλη με τίτλο «Μπαλάντα στο χαμένο Σεληνόφως», που στηρίζεται στο ποιητικό έργο «Η Σονάτα του Σεληνόφωτος» του Γιάννη Ρίτσου, με ερμηνεύτρια την Αννα Φόνσου και τη συμμετοχή πολλών και αξιόλογων ηθοποιών, μεταξύ των οποίων και της Ντενίζ Μπαλτσαβιά, στο ρόλο μιας ρακοσυλλέκτριας. Η ταινία, που προβλήθηκε την περασμένη βδομάδα στην Αίθουσα Συνεδρίων του ΚΚΕ, πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη των Φάσμα ΕΠΕ-ΕΡΤ-«902»-Πολιτιστικής Παρέμβασης-NEW STAR.

«(Ανοιξιάτικο βράδυ. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη στα μαύρα, μιλάει σε ένα νέο. Δεν έχουν ανάψει φως. Απ' τα δύο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο... η Γυναίκα με τα Μαύρα μιλάει στο Νέο): Αφησέ με να 'ρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε! / Είναι καλό το φεγγάρι, - δε θα φαίνεται / που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι / θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις / Αφησέ με να 'ρθω μαζί σου»...

Ο σκηνοθέτης δεν προσθέτει, ούτε αφαιρεί τίποτε από το λόγο του Γιάννη Ρίτσου. Η δράση πραγματοποιείται με εικόνες στους δρόμους, εκεί όπου συμβαίνουν πράγματα σημερινά και σκληρά. Οι εικόνες, υπαινικτικές, παράλληλες ή ακολουθούν στο τέλος, καθιστούν την ταινία ένα κοινωνικό έργο και όχι μια φιλολογική ανάλυση ή ένα ερωτικό δράμα. «Είναι μια οξύτατη», επισημαίνει ο Νίκος Ξυθάλης, «κριτική της σημερινής κοινωνίας. Είναι η αντιπαράθεση του ποιητικού με το σκληρό κόσμο. Οι βουβές, οι χωρίς λόγο εικόνες δε γίνονται για να μην προστεθεί άλλος "λόγος" παρά μόνον του Ρίτσου, αλλά κυρίως το έκανα για να κριτικάρω την αφασία που υπάρχει στη σημερινή κοινωνία, σε αντίθεση με την ποίηση που υπάρχει εκεί πάνω. Μπαίνουμε σε μια κοινωνία και μια εποχή μη λόγου. Ο λόγος χάνει τη σημασία του».

«Είναι που δεν ασπρίζει κ' η καρδιά μου»

Ο λόγος, η καθημερινότητα, ίσως. Η ποίηση ποτέ: «Το ξέρω»... το ξέρουμε, το νιώσαμε, ή το φοβόμαστε... «πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα / μονάχος στη δόξα και στο θάνατο / Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί»...

Ωστόσο.. για εκείνη, τη γυναίκα με τα μαύρα, τη γυναίκα με τα άσπρα μαλλιά, τον καθένα που έζησε «δεν έχει σημασία που ασπρίσαν τα μαλλιά»... «(δεν είναι τούτο η λύπη μου - η λύπη μου / είναι που δεν ασπρίζει κ' η καρδιά μου)»...

«Α, φεύγεις; Καληνύχτα. Οχι, δε θα 'ρθω. Καληνύχτα / Εγώ θα βγω σε λίγο. Ευχαριστώ. Γιατί, επιτέλους, πρέπει / να βγω απ' αυτό το τσακισμένο σπίτι / Πρέπει να δω λιγάκι πολιτεία, - όχι, όχι το φεγγάρι- / την πολιτεία με τα ροζιασμένα χέρια της, την πολιτεία του μεροκάματου / την πολιτεία που ορκίζεται στο ψωμί και στη γροθιά της / την πολιτεία που όλους μάς αντέχει στη ράχη της / με τις μικρότητές μας, τις κακίες, τις έχτρες μας / με τις φιλοδοξίες, την άγνοιά μας και τα γερατειά μας, - ν' ακούσω τα μεγάλα βήματα της πολιτείας / να μην ακούω πια τα βήματά σου / μήτε τα βήματα του Θεού, μήτε και τα δικά μου βήματα. Καληνύχτα».

Κάτω από τον ίσκιο...

Το δεύτερο και σημαντικό γεγονός, «συνένοχο» των σκέψεων και ύστατο «καταφύγιο», η χοροθεατρική παράσταση με τίτλο «Κάτω από τον ίσκιο του βουνού» από τα μονόπρακτα «Τέταρτη διάσταση» του Γιάννη Ρίτσου, που παρουσιάζεται από το ΑΕΝΑΟΝ Χοροθέατρο, στο «Σύγχρονο Θέατρο Αθήνας», σε χορογραφίες Ντανιέλ Λομέλ, από την Τετάρτη 28 του Μάη και μόνο για 6 παραστάσεις, έως την 1η του Ιούνη.

Ο Λομέλ γνωρίστηκε με τον ποιητή όταν ανέβασε το έργο του «Οι Γερόντισσες και η θάλασσα» στο ΚΘΒΕ το 1983, ενώ ακολούθησε η «Ρωμιοσύνη». Με τη συμβουλή του Μίνου Βολανάκη, τότε διευθυντή του ΚΘΒΕ, ο Λομέλ διάβασε την «Τέταρτη διάσταση». Ετσι γεννήθηκε το σκιαγράφημα «Κάτω από τον ίσκιο του βουνού», που παρουσιάστηκε από το «Αέναον», το 1989, στο θέατρο «Κάβα» και σήμερα, μετά από 14 χρόνια, επαναλαμβάνεται.

«Το έργο αυτό», λέει ο Ντανιέλ Λομέλ, «αποκαλύπτει ένα κράμα νεοτερισμού και αρχαϊσμού, εκφρασμένο σε μια γλώσσα ποιητική, γεμάτη μεγαλοψυχία και πολιτισμό, που είναι ο σπόρος της πολύβουης και πολύχρωμης ελληνικής γης. Στα μονόπρακτα αυτά ο Ρίτσος, αοιδός των σύγχρονων εποχών, αφηγείται τη διαιωνισμένη ιστορία του λαού του, στο ρυθμό των νευμάτων των Κουρήτων, χορευτής, φύλακας των μυστικών της κοσμογονίας. Οπως οι Κουρήτες, έτσι κι ο Ρίτσος, κράτησε μυστικό το δεσμό του με την τέχνη του χορού, για να μη σκιστεί "το πέπλο της Αρχέγονης Μαίας". Ποιος καλύτερα από το Ρίτσο μπορεί να ονειρεύεται για μας την ιστορία των Ατρειδών;».

Τα σκηνικά-κοστούμια στις δύο παραστάσεις είναι του Μάριου Ελευθεριάδη. Χορεύουν: Ζέφη Μπαρτζώκα, Δήμητρα Αντωνάκη, Ελενα Παπαδοπούλου, Αιμιλία Κορφιά, Κατερίνα Σαρρή, Νατάσα Παπαμιχαήλ, Τάκης Αργυρόπουλος και Ντανίλο Παλμιέρι. Παίζει η ηθοποιός Κερασία Σαμαρά.

Η λειτουργία της ποιητικής διαδικασίας στα παραπάνω ποιήματα, που αποτελούν ποιητικά κίνητρα σκέψεων, είναι η ανάλυση και στόχος η γνώση. Ας τα κερδίσουμε. Μας χαρίζονται.


Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ