Associated Press |
Τα αιματηρά επεισόδια ξεκίνησαν την Κυριακή, όταν και αναφέρθηκαν οι πρώτες ένοπλες συγκρούσεις της αστυνομίας με αγνώστους στην Τασκένδη. Τη Δευτέρα, η πρωτεύουσα συγκλονίστηκε από δύο επιθέσεις αυτοκτονίας (οι πρώτες που πραγματοποιούνται στη χώρα) στην κεντρική αγορά της πρωτεύουσας από τις οποίες σκοτώθηκαν τρεις αστυνομικοί. Τη Δευτέρα, επίσης, σημειώθηκε ισχυρή έκρηξη στην πόλη της Μπουχάρας, από την οποία σκοτώθηκαν 10 άτομα. Η έκρηξη υποτίθεται ότι πραγματοποιήθηκε σε «εργοστάσιο παραγωγής όπλων» των «τρομοκρατών», ενώ η αστυνομία ανακάλυψε 1,5 τόνο εκρηκτικών υλών.
Την Τρίτη, η βία στην πρωτεύουσα έλαβε ακόμα μεγαλύτερες διαστάσεις. Από το πρωί και ενώ η αστυνομία διεξήγαγε σε πολλά σημεία ελέγχους ακούγονταν εκρήξεις και πυροβολισμοί σε διάφορα περιοχές της πόλης. Δύο άτομα αυτοανατινάχτηκαν, σκοτώνοντας ακόμα τρεις αστυνομικούς. Ακόμη, οι δυνάμεις ασφάλειας πολιόρκησαν σπίτι στα βόρεια της πόλης για πέντε ολόκληρες ώρες. Η πολιορκία λύθηκε όταν οι αστυνομικοί κατάφεραν να εξοντώσουν όλους τους πολιορκημένους (τα θύματα της ημέρας ήταν συνολικά 23).
Από τη δεύτερη μέρα των συγκρούσεων, η κυβέρνηση του προέδρου Ισλάμ Καρίμοφ, όπως και ο ίδιος ο πρόεδρος, επιχείρησε να αποδώσει την ευθύνη των επιθέσεων στη «διεθνή ισλαμική τρομοκρατία» και πιο συγκεκριμένα στην οργάνωση «Ιτζμπ ουτ-Ταχρίρ» (Κόμμα της Απελευθέρωσης), η οποία είναι παράνομη στο Ουζμπεκιστάν. Η οργάνωση που υποστηρίζει τη δημιουργία ενός παγκόσμιου ισλαμικού κράτους (και δραστηριοποιείται κυρίως παράνομα σε όλες τις γειτονικές πρώην Σοβιετικές χώρες) αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη από το Λονδίνο - όπου και λειτουργεί ελεύθερα.
Μετά τις προσαγωγές της Τετάρτης, οι αρχές ανακοίνωσαν ότι οι συλληφθέντες είναι κυρίως πιστοί της αίρεσης του Ουαχαμπιτισμού, δηλαδή ριζοσπάστες μουσουλμάνοι. Την Πέμπτη, τελικά, ο Ιλια Πιάγκαϊ υπαρχηγός της αντι-τρομοκρατικής υπηρεσίας της χώρας δήλωσε ότι οι εν λόγω Ουχαμπίτες ανήκουν... «σε κάποιο παρακλάδι της Αλ-Κάιντα».
Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί ότι στο «παιχνίδι» βρίσκεται και η οργάνωση Ισλαμικό Κίνημα για το Ουζμπεκιστάν που φέρεται ως υπεύθυνη για βομβιστική επίθεση εναντίον του Καρίμοφ το 1999, από την οποία σκοτώθηκαν 16 άτομα. Αλλωστε, η οργάνωση, που είχε σχέσεις με τους Ταλιμπάν, αποτελεί την «κύρια απειλή στην περιοχή» σύμφωνα με δήλωση που έκανε την Τρίτη ο εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Μπάουτσερ.
Ωστόσο, τα πράγματα δεν είναι καθόλου απλά. Οπως γίνεται σαφές με την πρώτη ματιά, το γεγονός ότι οι συγκρούσεις διάρκεσαν τέσσερις ημέρες απομακρύνει το ενδεχόμενο της «διεθνούς ισλαμικής τρομοκρατίας». Παράλληλα, αν αναλογιστούμε ότι στόχος ήταν μόνο οι δυνάμεις ασφαλείας (και όχι ένα τυφλό μαζικό χτύπημα) πάλι πρέπει να αποκλείσουμε την πιθανότητα της «τρομοκρατίας».
Από την άλλη, αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η κοσμική κυβέρνηση του Ισλάμ Καρίμοφ διεξάγει έναν ανελέητο αγώνα εναντίον όλων των ριζοσπαστών μουσουλμάνων και γενικώς εναντίον όλων των μορφών αντιπολίτευσης. Παράλληλα, ο Καρίμοφ μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους αναδείχτηκε σε έναν από τους καλύτερους «συμμάχους» των ΗΠΑ στην περιοχή. Το Ουζμπεκιστάν παραχώρησε την αεροπορική βάση Καναμπάντ στις δυνάμεις των ΗΠΑ, προκειμένου να διεξάγουν τις επιχειρήσεις τους εναντίον του Αφγανιστάν, ενώ το 2002 υπέγραψε «στρατηγική συμφωνία» με την αμερικανική κυβέρνηση, με την οποία τής παραχώρησε το δικαίωμα να χρησιμοποιεί πρώην σοβιετικές εγκαταστάσεις στον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας». Τα σχέδια των ΗΠΑ φτάνουν μέχρι και τη δημιουργία μόνιμης βάσης στη χώρα.
Το Φεβρουάριο ο Αμερικανός υπουργός Αμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ βρέθηκε στην Τασκένδη στο πλαίσιο περιοδείας στην περιοχή. Ο Αμερικανός αξιωματούχος, αφού χαιρέτισε την κυβέρνηση Καρίμοφ για την αποφασιστικότητά της ενάντια στους «τρομοκράτες» απέφυγε να κάνει οποιαδήποτε αναφορά στις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που πραγματοποιεί η ουζμπέκικη κυβέρνηση (τις οποίες καταδικάζουν διάφορες ανθρωπιστικές οργανώσεις) και υποσχέθηκε νέα οικονομική βοήθεια.
Το πιο πιθανό είναι ότι οι συγκρούσεις έχουν να κάνουν με τη γενικότερα αγανάκτηση του πληθυσμού και ειδικότερα των ριζοσπαστών μουσουλμάνων με την κυβέρνηση Καρίμοφ. Αλλωστε, δεν ήταν ούτε ιδιαίτερα καλά οργανωμένες ούτε εξοπλισμένες. Ωστόσο, αυτό που είναι σαφές είναι ότι από το κύμα βίας αυτοί που δε βγαίνουν σίγουρα χαμένοι είναι οι ΗΠΑ (που για χρόνια εξέθρεψαν τα ακραία ισλαμικά στοιχεία στην περιοχή) και όσοι επιθυμούν να εμπλέξουν ακόμα περισσότερο ολόκληρη την περιοχή στην εκστρατεία «κατά της τρομοκρατίας».