Δεν είμαι μουσικός, ούτε έχω κάποιες ειδικές γνώσεις που να μου επιτρέπουν να κρίνω ένα μουσικό έργο από τη θέση του ειδικού. Η σχέση μου με τη μουσική είναι ίδια με τη σχέση των περισσοτέρων...
Μια μεγαλύτερη εισαγωγή θα ήταν απαραίτητη για το ξεκαθάρισμα των σχέσεων του γράφοντος με τον αναγνώστη, επειδή παρακάτω θα ακολουθήσουν ορισμένες σκέψεις γύρω από ένα μεγάλο - κλασικό πλέον - έργο, τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ του Γιάννη Ρίτσου και δύο κορυφαίους μουσικούς δημιουργούς, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Σταύρο Ξαρχάκο. Η αφορμή δίνεται από την πρόσφατη κυκλοφορία σε CD του ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ του Μίκη Θεοδωράκη και του Γιάννη Ρίτσου όπως διασκευάστηκε (δεν ξέρω αν είναι κατάλληλος ο όρος για να αποτυπώσει το μέγεθος της δουλιάς που έχει γίνει) από τον Σταύρο Ξαρχάκο. Ο ακριβής τίτλος του CD είχε ως εξής: «Μίκη Θεοδωράκη - Γιάννη Ρίτσου: ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ κατά Σταύρο Ξαρχάκο». Πρόκειται για ηχογράφηση που έγινε από το Ωδείο Ηρώδου Αττικού στις 2/10/2000. Το έργο παρουσίασε η Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής υπό τη διεύθυνση του Στ. Ξαρχάκου, με ερμηνεύτρια του έργου την Μαρία Σουλτάτου.
Το μουσικό ΕΠΙΤΑΦΙΟ το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα σε τέσσερις βασικές εκδοχές: α) Στην κλασική - λαϊκή και πιο γνωστή του Μίκη Θεοδωράκη με τον Μ. Χιώτη στο μπουζούκι και τον Γρ. Μπιθικώτση στην ερμηνεία που κυκλοφόρησε σε δίσκο το φθινόπωρο του 1960. β) Στην απόδοση του έργου μέσα από τη ματιά του Μάνου Χατζιδάκι με ερμηνεύτρια την Νανά Μούσχουρη που κυκλοφόρησε επίσης το Φθινόπωρο του 1960. γ) Το 1963 κυκλοφορεί η τρίτη εκδοχή του έργου από τον ίδιο τον Μίκη. Είναι μια πιο συμφωνική απόδοση με ερμηνεύτρια την Μαίρη Λίντα. Βέβαια, τα λαϊκά στοιχεία του έργου με τον Χιώτη στο μπουζούκι συνεχίζουν να υπάρχουν, μόνο που έχουν κάπως δευτερότερο ή εν πάση περιπτώσει έναν αλλιώτικο ρόλο. δ) Η τέταρτη εκδοχή του έργου έρχεται στα τέλη του 1964 από τη Χορωδία των Τρικάλων σε διασκευή της Τερψιχόρης Παπαστεφάνου.
Το σημαντικό όμως που κατά τη γνώμη μας κάνει ο Ξαρχάκος είναι ότι διατηρεί και το τραγικό και το επικό στοιχείο του έργου. Καταφέρνει και περνάει το μήνυμα του έργου όπως ακριβώς δίνεται στο ποίημα και αποδίδεται μουσικά από τον Μίκη στην κλασική ερμηνεία με τον Χιώτη και τον Μπιθικώτση, διατηρώντας ταυτόχρονα και τα τραγικά στοιχεία της μάνας που έχει χάσει το παιδί της. Σ' αυτό βοηθάει αποτελεσματικά η ενορχήστρωση αλλά και η εξαιρετική ερμηνεία της Μαρίας Σουλτάτου, με το μοναδικό ηχόχρωμα στη φωνή της και τη θεατρικότητα που μπορεί να δώσει λεβέντικα τον ανθρώπινο λυγμό και ως πόνο - σπαραγμό και ως οργή και ως υπερηφάνεια.
Ο Σταύρος Ξαρχάκος εισάγει τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ του Μίκη στον 21ο αιώνα δίνοντάς του μια νέα διάσταση που αναδεικνύει το έργο μοναδικά προκαλώντας τις νεότερες γενιές να το γνωρίσουν σε όλες τις παλιότερες εκδοχές του. Αποδεικνύει έτσι πόσο μεγάλος δημιουργός είναι και πόσο δίκιο είχαν όλοι εκείνοι που τον τοποθετούσαν στην τριάδα των μεγάλων Ελλήνων δημιουργών δίπλα στον Μίκη Θεοδωράκη και στον Μάνο Χατζιδάκη. Αποδεικνύει όμως και κάτι άλλο: Πως μόνο ένας πραγματικά μεγάλος μπορεί να αποδώσει ιδιοφυώς ένα μεγάλο έργο σαν τον ΕΠΙΤΑΦΙΟ κι ένα μεγάλο δημιουργό σαν το Μίκη. Αυτό ας το έχουν κατά νου όλοι εκείνοι που σήμερα στην εποχή της φτήνιας και του απύθμενου θράσους απλώνουν τα χέρια τους παντού.