Τετάρτη 22 Σεπτέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ
Αγώνας για την ανατροπή αυτής της πολιτικής και την προστασία των ανέργων

Με δραματικό τρόπο οι εξελίξεις επαναφέρουν στην επικαιρότητα τις εκτιμήσεις του ΚΚΕ για τις απολύσεις και την ανεργία

Από τη συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει το ΚΚΕ για να καλέσει την εργατική τάξη σε ταξική αγωνιστική πολιτική απάντηση στο πρόβλημα της ανεργίας και των απολύσεων
Από τη συνέντευξη Τύπου που είχε δώσει το ΚΚΕ για να καλέσει την εργατική τάξη σε ταξική αγωνιστική πολιτική απάντηση στο πρόβλημα της ανεργίας και των απολύσεων
Δραματική επιβεβαίωση των θέσεων του ΚΚΕ για την ανεργία και τις απολύσεις συνιστά το νέο κύμα κλεισίματος εργοστασίων, που τα τελευταία χρόνια τείνει να πάρει μορφή χιονοστιβάδας, αλλά και τα στοιχεία της ανεργίας, όπως παρουσιάστηκαν τις μέρες αυτές.

Με αφορμή την όξυνση του φαινομένου κλεισίματος εργοστασίων σε ανακοίνωσή του το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ - απευθυνόμενο στους ανέργους, στους απολυμένους, στη λαϊκή οικογένεια - το Μάη του 2003 σημείωνε:

«

Η αύξηση της ανεργίας ήταν προβλεπόμενη, δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία. Είναι αναπόσπαστο φαινόμενο και συνέπεια της πολιτικής» που στηρίζει «την κεφαλαιοκρατική παραγωγή και συγκεντροποίηση», για να επισημάνει πιο κάτω: «Οι εργαζόμενοι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ. Το ζήτημα κρίνεται στην αλλαγή συσχετισμού δύναμης υπέρ της πάλης για τα εργατικά δικαιώματα».

Καθώς το πρόβλημα επανέρχεται με δραματικό τρόπο στην επικαιρότητα μέσα από το κλείσιμο κι άλλων εργοστασίων και την ίδια ώρα η κυβέρνηση επιμένει, όπως και η προκάτοχός της, ότι η λύση βρίσκεται στην πιστή εφαρμογή των πολιτικών που αξιώνει η ΕΕ, υπενθυμίζουμε βασικά σημεία εκείνης της ανακοίνωσης του ΚΚΕ, η οποία διατηρεί ακέραιη την επικαιρότητά της:

Αιτίες της ανεργίας και των απολύσεων

Η αιτία της ανεργίας, σημειώνεται, «έχει άμεση σχέση με το ποιος κάνει το κουμάντο στην ανάπτυξη, ποιον υπηρετεί η ανάπτυξη. Βρίσκεται, δηλαδή, στην εξουσία του κεφαλαίου, στην κυριαρχία των μονοπωλίων. Οι εργαζόμενοι είναι αντιμέτωποι με μια πολιτική που στηρίζει... μια πληθώρα ευκαιριών και προνομίων υπέρ της πλουτοκρατίας, ντόπιας και ξένης. Ηδη έχουν αφαιρεθεί ορισμένα μέτρα προστασίας που με αγώνες και αίμα, κυριολεκτικά, είχαν αποσπάσει οι εργαζόμενοι». Και τονίζει ότι όσο οι εργαζόμενοι υποχρεώνονται να παράγουν «κέρδη για το κεφάλαιο, θα υπάρχει σχετική και απόλυτη εξαθλίωση, θα μεγαλώνει η ψαλίδα ανάμεσα στις δυνατότητες του λαού να ζήσει καλύτερα και στον τρόπο που ζει». Το μόνο που ενδιαφέρει τους καπιταλιστές, τα μονοπώλια, «είναι να εκμεταλλευτούν την υπερεργασία της εργατικής τάξης, ρίχνοντας τους μισθούς και τα μεροκάματα στο κατώτατο επίπεδο, ληστεύοντας τη λαϊκή οικογένεια με τα "καταναλωτικά" και στεγαστικά δάνεια, με τις πιστωτικές κάρτες».

Ειδικότερα για το κλείσιμο των επιχειρήσεων επισημαίνεται: «Ο κεφαλαιοκράτης, ο μονοπωλιακός όμιλος επενδύει εκεί που τον συμφέρει περισσότερο. Πάνω σ' αυτή τη βάση εκδηλώνεται ο ανταγωνισμός ανάμεσα στους επιχειρηματίες, το κλείσιμο εργοστασίων, εμπορικών καταστημάτων, η μεταφορά επιχειρήσεων σε άλλες χώρες, η χρησιμοποίηση της τεχνολογίας για τη μείωση των εργατικών θέσεων».

Γι' αυτή την κατάσταση τεράστιες είναι οι ευθύνες της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΝ. Η ψήφιση της Συνθήκης του Μάαστριχτ από αυτά τα κόμματα, «η λογική του μονόδρομου της ΕΕ, όξυνε το πρόβλημα της ταξικής εκμετάλλευσης και της ανεργίας». Η πολιτική της ΕΕ στηρίζει τα κέρδη, τα κεφάλαια, «αναπαράγει και οξύνει σε όλο και μεγαλύτερη κλίμακα την ανεργία», ενώ η διεύρυνσή της πολλαπλασιάζει τα βάρη των λαών.

Επικίνδυνη και υποκριτική η πολιτική τους

Το ΚΚΕ, αναφερόμενο στην τότε πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ για την ανεργία, που όμως συνεχίζει σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ, επισήμαινε: «Η απάντηση που δίνει η κυβέρνηση, αλλά και τα κόμματα της ΕΕ, είναι αναποτελεσματική, υποκριτική και, κυρίως, επικίνδυνη. Προσπαθεί να εκτονώσει την οργή των ανέργων με τις λεγόμενες πρωτοβουλίες απασχόλησης, μιλάει για επιδότηση δημοτικών επιχειρήσεων, επαναφέρει γνωστά χρεοκοπημένα μέτρα. Η πολιτική αυτή όχι μόνο δεν εμπόδισε την αύξηση της ανεργίας» αλλά λειτούργησε ως όχημα για την αφαίρεση δικαιωμάτων.

Η πολιτική «της λεγόμενης επιδότησης της εργασίας, αντί της ανεργίας» έχει στόχο οι εργαζόμενοι «να μοιραστούν μεταξύ τους τα βάρη της λιτότητας και της ανεργίας, με τις ελαστικές μορφές απασχόλησης και τους μισθούς-μεροκάματα πείνας». Ταυτόχρονα, «στερούν από τη συντριπτική πλειοψηφία των ανέργων το επίδομα ανεργίας, επιχορηγούν την καπιταλιστική εργοδοσία με τεράστια ποσά». Γενικότερα, οι πολιτικές για τη δήθεν αντιμετώπιση της ανεργίας (Τοπικά Σύμφωνα Απασχόλησης, προγράμματα κατάρτισης και διά βίου εκπαίδευσης, η μερική απασχόληση) συντέλεσαν και συντελούν στη συρρίκνωση των δικαιωμάτων των εργαζομένων.

Ετσι, το ψευτοδίλημμα «ανεργία ή κατάργηση δικαιωμάτων» σημαίνει υποταγή, ακόμα πιο σκληρή εκμετάλλευση. Αντίθετα, το πραγματικό δίλημμα είναι: «Με τα μονοπώλια ή με το λαό. Με το κεφάλαιο και τα κέρδη, ή με την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα που υποφέρουν».

Αγώνας με δύο κατευθύνσεις

Ο αγώνας για το δικαίωμα στη δουλιά, τονίζει το ΚΚΕ, για την ίση μεταχείριση των δύο φύλων και των μεταναστών «είναι συνδεδεμένος με την πορεία του αγώνα για ριζικές πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές», και προσθέτει ότι «μόνο όταν η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα» κατακτήσουν τη δική τους εξουσία, «μόνο τότε θα αρχίσει η αντίστροφη θετική μέτρηση στο ζήτημα της απασχόλησης, της λαϊκής κοινωνικής ευημερίας. Η αντίστροφη μέτρηση για διεθνείς σχέσεις της χώρας στη βάση του αμοιβαίου συμφέροντος των λαών».

Γι' αυτό ο αγώνας «πρέπει να αναπτύσσεται ενιαία προς δύο αλληλοσυνδεόμενες κατευθύνσεις: Από τη μια μεριά να καλλιεργεί και να αναπτύσσει τις προϋποθέσεις για ανατροπή της κυρίαρχης πολιτικής και των φορέων της και από την άλλη να διεκδικεί προστασία των ανέργων, προστασία των δικαιωμάτων της λαϊκής οικογένειας, ώστε να μη μεγαλώσει ακόμα πιο δραματικά η εξαθλίωση και η φτώχεια. Αυτός ο αγώνας απαντά στα άμεσα προβλήματα, ανοίγει ταυτόχρονα προοπτική για το αύριο».

Στην κατεύθυνση αυτή, το ΚΚΕ διεκδικεί, ανάμεσα σε άλλα, επιδότηση στο 80% του βασικού μισθού για όλη τη διάρκεια της ανεργίας, υπολογισμό του χρόνου ανεργίας ως συντάξιμου χρόνου, επιδότηση των νέων ανέργων, χωρίς καμιά προϋπόθεση, κ.ά.

Ταυτόχρονα, συγκεντρώνει την προσοχή του στη συγκρότηση του Αντιιμπεριαλιστικού Αντιμονοπωλιακού Δημοκρατικού Μετώπου, το οποίο θα δώσει πολλαπλάσια δύναμη και αποτελεσματικότητα στο λαϊκό κίνημα, «θα επιβάλει παραχωρήσεις και κατακτήσεις. Θα οδηγήσει στη διαμόρφωση μιας ισχυρής λαϊκής πλειοψηφίας, για να διεκδικήσει να περάσει η εξουσία στα χέρια του λαού. Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ θα συμβάλει ουσιαστικά προς μια τέτοια κατεύθυνση».

Μόνο σε συνθήκες λαϊκής οικονομίας «μπορούν να αρχίσουν να γίνονται πραγματικότητα η πλήρης εργασία, η βελτίωση της ζωής του λαού, οι υψηλές παροχές και τα δικαιώματα ανάλογα με τις σύγχρονες ανάγκες». Οπλο θα είναι ο κεντρικός πανεθνικός οικονομικός μηχανισμός διεύθυνσης και εργαλείο ο κρατικός πανεθνικός σχεδιασμός με προσαρμογή στο περιφερειακό, κλαδικό, διακλαδικό επίπεδο. Απαιτείται «τα βασικά και συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής να αποτελέσουν λαϊκή περιουσία, με την κοινωνικοποίησή τους, ενώ δίπλα στον κοινωνικοποιημένο τομέα της λαϊκής οικονομίας, που θα προστατεύει την εγχώρια παραγωγή, θα λειτουργεί ο παραγωγικός συνεταιρισμός της μικρομεσαίας αγροτιάς, των μικρών επιχειρηματιών, ιδιαίτερα αυτών που είναι σε κλάδους μεταποίησης».

Καταλήγοντας το ΚΚΕ υπογραμμίζει ότι το πρόβλημα της ανεργίας αφορά όλους. «Η κοινή πάλη της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων είναι προϋπόθεση για να γίνει ένα ουσιαστικό βήμα προς τα εμπρός, για το κοινό μέτωπο δράσης». Ενώ μιλώντας ειδικά για τη νεολαία - από τα μεγαλύτερα θύματα αυτής της πολιτικής - τονίζει ότι μπορεί να δώσει δύναμη στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα με τη συμμετοχή στα σωματεία, στη συσπείρωση των ταξικών δυνάμεων. «Με τη συμπόρευση και συνεργασία της με τους κομμουνιστές και κομμουνίστριες, τους ΚΝίτες και τις ΚΝίτισσες».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ