Κυριακή 28 Νοέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΤΟ ΑΠΟΛΥΤΟ ΡΟΔΟ
Γιάννης Δάλλας, ο τελευταίος των Μοϊκανών

Γυρνούσα στην έρημη Αθήνα όταν τον είδα. Με τη μαύρη τσάντα του να κατευθύνεται προς τον μαρμάρινο οικογενειακό τάφο που πολλοί αποκαλούν μετρό. Τον ακολούθησα. Κατέβηκε στην Εθνική Αμυνα και μπήκε στο λεωφορείο για την Αγία Παρασκευή. Βρήκε θέση κι εγώ γλίστρησα αθόρυβα και κάθισα πίσω του.

Γύριζαν οι σκέψεις μου σαν πένθιμος δίσκος. Μόλις είχα αφήσει πίσω μου, στο Βασιλάκειον, τον Μίλτο Σαχτούρη στη σίγουρη αγκαλιά του Θάνου Κωνσταντινίδη. Μετά από κάθε συνάντηση με τον κ. Σαχτούρη, εδώ πατώ κι εκεί βρίσκομαι: δεν είναι τα λόγια του όσο τα μάτια του.

Παρηγοριά, λοιπόν, ήθελα, γι' αυτό βρέθηκα στο λεωφορείο. Να βλέπω την τσάντα του, αυτή την τσάντα που περιέχει τις ψευτιές μας, τις εύκολες προσδοκίες μας, τη χαμέρπεια των ημερών, τις νευρώσεις πολυτελείας, τη ματαιοδοξία μας που βγάζει μάτι.

Πολλές φορές είχα σκεφτεί πως θα ήταν καλύτερα να τον πυροβολούσα στο κεφάλι, να μη βλέπει τα χάλια και τις συνεχείς πτώσεις μας. Αλλά έχοντας ανάγκη την παρουσία του, έλεγα πως έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί κανείς να του κάνει τίποτα, γιατί τα χειρότερα ο Γιάννης Δάλλας τα κάνει ο ίδιος, όπως κάθε ποιητής στον εαυτό του.

Ο Δάλλας τιμά πρώτα τους νεκρούς μας. Οσον αφορά εμάς, τους ζωντανούς, φροντίζει ώστε ο νεκρός που μεγαλώνουμε μέσα μας να βγει γρήγορα στην επιφάνεια για να μπορέσει να μιλήσει μαζί του. Πώς γίνεται αυτό δεν ξέρω. Μόνο όποιος δεν έσπασε και δεν ξέπεσε το γνωρίζει.

Με τα γραφτά του γεννήθηκε μια νέα παράδοση, μακριά από κάθε σαθρό ποιητικό βασίλειο τύπου Σεφέρη. Αυτό είναι δύσκολο, πολύ δύσκολο. Η γενιά του δε δοκιμάστηκε μόνο από φαφλατάδες τύπου Ρένου Αποστολίδη, αλλά και από κοσμικές ματαιοδοξίες και καλούς ανθρώπους χωρίς ταλέντο. Η μόνη τετράδα (που παραδόξως σχημάτισε σταυρό), Παπαδίτσας, Σαχτούρης, Καρούζος, Κατσαρός (σταυρός που ξεβράστηκε μπροστά στον Γιάννη Δάλλα, που από τότε τον φροντίζει), ήταν αυτή που άντεξε, περιμένοντας τη σειρά της στο δικαστήριο του χρόνου για να τακτοποιήσει και την τελευταία της επίγεια εκκρεμότητα. Το βάρος αυτό, είτε θέλει είτε όχι, ίσως και παρά τη θέλησή του, ανέλαβε να σηκώσει ο Δάλλας. Να εμφανιστεί, δηλαδή, σε μια δίκη χαμένη ήδη μέσα στην καθημερινότητα και να τους υπερασπιστεί.

Ο Δάλλας είναι ο τελευταίος των Μοϊκανών, που προσέρχεται στο δικαστήριο του χρόνου, του ιστορικού και του προσωπικού, εκπροσωπώντας ό,τι καλύτερο εμφάνισε η γενιά του. Εχει σπάσει τα λουριά του - αυτό που θεωρούσε τελευταία δυσκολία του - και με τους χρονοδείκτες του στο χέρι, διαβάζει αργά και σταθερά προς όλους: «Κι όμως υπήρχε τόσος βρασμός ζωής σ' εκείνες τις κρίσιμες ώρες μας, όπως τις ξεφυλλίζει τώρα ο χρονοδείκτης. Οχι η κρεβατοκάμαρα, αλλά η εξαγορά της ψυχής μες στην πλήθουσα αγορά με τα γυμνά της κατάστιχα. Εκεί χτυπήθηκα με δικούς και εκεί διασταυρώθηκα με τους ξένους. (...) Η ιστορία χωρίς εμάς, χωρίς τη δική μας - τη σωματική μας - παρέμβαση, δε θα υπήρχε. Θα έμενε κοίτη ξερή χωρίς καταρράχτες και ξαφνικά τους στημένους απέναντι υδατοφράχτες της. Χωρίς την οργιώδη της βλάστηση και απ' την αντίπαλη όχθη τους φανατικούς υλοτόμους της. Και τότε, ακαριαία, αποχτά παρουσία και κατατρώγει τους δράστες της. Γίνεται εκείνη ο δράστης κι εμείς τ' άβουλα ή φανατισμένα φερέφωνά της».

ΥΓ: Το βιβλίο του Γιάννη Δάλλα «Χρονοδείκτες» μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Γαβριηλίδης». Το έχω ξαναπεί, ο ποιητής είναι μέρος της Ιστορίας μας και πρέπει επιτέλους να τον πάρουμε στην αγκαλιά μας.


Του
Γιώργου ΚΑΚΟΥΛΙΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ