Προς «εκσυγχρονισμό» του νόμου περί πνευματικής ιδιοκτησίας με βάση τις σχετικές κατευθύνσεις της ΕΕ οδεύει η κυβέρνηση και πάντα κατά τις «επιταγές» της Στρατηγικής της Λισαβόνας για την ενδυνάμωση της «ανταγωνιστικότητας» του κεφαλαίου.
Την περασμένη Τετάρτη ο υφυπουργός Πολιτισμού Π. Τατούλης παρακολούθησε τη συνεδρίαση της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, η οποία επεξεργάζεται το νομοσχέδιο για την πνευματική ιδιοκτησία και έδωσε τη σχετική πολιτική «γραμμή». Μεταξύ άλλων σημείωσε ότι ο ισχύων ν. 2121/93 «υπήρξε πρωτοποριακός», αλλά από την ανάπτυξη της ψηφιακής τεχνολογίας προέκυψε ότι «η πνευματική ιδιοκτησία, πλέον, δεν περιορίζεται μόνο στον πρωταρχικό της ρόλο, της προστασίας του δημιουργού, αλλά γίνεται και το εργαλείο στο οποίο στηρίζεται η ανάπτυξη των μέσων που οδήγησαν σε αυτή την επανάσταση». Ετσι, ο υφυπουργός συνδέει πολύ «περίεργα» το δικαίωμα του δημιουργού στο έργο του... με τη χρηματοδότηση - από το «εργαλείο» της πνευματικής ιδιοκτησίας - της ψηφιακής τεχνολογίας.
Αντίθετα, περισσότερο ξεκάθαρος έγινε ο Π. Τατούλης όταν είπε ότι «χρειαζόμαστε ένα νομοθετικό πλαίσιο που να μην αποτρέπει τις επενδύσεις και να μην απομονώνει την Ελλάδα από την αναπτυξιακή διαδικασία. Στην κατεύθυνση αυτή βέβαια η Οδηγία της ΕΕ για την προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο σε βάθος επεξεργασίας από τη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή σε συνεργασία με συναρμόδιους φορείς και υπουργεία». Η «εναρμόνιση» της χώρας με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες αποτελεί προτεραιότητα. Πιο απλά, τα πνευματικά δικαιώματα θα έχουν «όριο» τη μη «απομόνωση» της Ελλάδας από την καπιταλιστική «ανταγωνιστικότητα».
Μεταξύ άλλων χαρακτήρισε τους Οργανισμούς Συλλογικής Διαχείρισης ως «μονοπωλιακές επιχειρήσεις» που εμφανίζουν φαινόμενα «καταχρηστικότητας όρων στις σχέσεις με τους δικαιούχους, στο να μην είναι αποτελεσματικοί και να έχουν υπερβολικό κόστος διαχείρισης».