Οι συνέπειες από την παράδοση των υπηρεσιών Πρόνοιας στους ιδιώτες έρχονται στην επιφάνεια, με αφορμή το θάνατο πέντε νοσηλευόμενων στο ίδρυμα
Eurokinissi |
Στο Ιδρυμα, που λειτουργεί από το 1893 χωρίς άδεια ίδρυσης και λειτουργίας, από τις 26 Μάη εκδηλώθηκε επιδημία γαστρεντερίτιδας, πιθανόν από σαλμονέλα, σε 55 νοσηλευόμενους και 37 εργαζόμενους που είχαν φάει φαγητό που περιείχε μπέικον. Η παρτίδα του αλλαντικού εξετάστηκε και διαπιστώθηκε ότι περιέχει τον μικροοργανισμό λιστέρια που μπορεί να αποδειχτεί επικίνδυνος για βαρέως πάσχοντες και υπερήλικες με χρόνια νοσήματα. Μετά από αυτό, ερευνώνται τα αίτια του θανάτου πέντε ηλικιωμένων γυναικών, που νοσηλεύονταν στο Ιδρυμα και πέθαναν στις 2, 4, 5, 7 και 10 του Ιούνη.
Το περιστατικό κατήγγειλε το σωματείο εργαζομένων στο Σώμα Επιθεωρητών Υγείας - Πρόνοιας απ' την πρώτη μέρα, όμως κρατήθηκε κρυφό απ' τους αρμόδιους φορείς έως το περασμένο Σάββατο, οπότε και ο Τύπος δημοσίευσε καταγγελία συγγενών νοσηλευόμενων στο Ιδρυμα. Σε έκτακτη συνέντευξη Τύπου που έδωσαν χτες στο υπουργείο Υγείας ο υφυπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης Γ. Κωνσταντόπουλος και εκπρόσωποι του Κέντρου Ελέγχου Ειδικών Λοιμώξεων (ΚΕΕΛ), του Ενιαίου Φορέα Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ), της Νομαρχίας Αθηνών και του Σώματος Επιθεωρητών, μετά από σύσκεψη που είχαν, οι αρμόδιοι δήλωσαν ότι τα αίτια των θανάτων και ο συσχετισμός τους με τη λιστέρια ερευνώνται ακόμα. Εξαντλήθηκαν προκλητικά στην αλληλομετάθεση ευθυνών για όσα συνέβησαν στο Ιδρυμα, επικαλούμενοι καθυστερήσεις στην ενημέρωσή τους, ακόμα και αναρμοδιότητα, γιατί το ίδρυμα δεν έχει άδεια λειτουργίας! Πέρα από τις διαπιστώσεις, δεν ανακοινώθηκε κανένα μέτρο για την προστασία της δημόσιας υγείας, ούτε ανακοινώθηκε η επωνυμία των προϊόντων, ώστε να προστατευτούν οι καταναλωτές.
Ο αρμόδιος υφυπουργός Γ. Κωνσταντόπουλος παραδέχτηκε ότι η κατάσταση που επικρατεί στα ιδρύματα «είναι απόστημα, το οποίο κατά καιρούς θα σκάει» και ότι τα ιδρύματα αυτά, που νοσηλεύουν σε ποσοστό 90% ασθενείς των ασφαλιστικών ταμείων, λειτουργούν ουσιαστικά ανεξέλεγκτα. Αλλά επανέλαβε τη θέση της κυβέρνησης που αρνείται να δημοσιοποιήσει αυτά τα ιδρύματα, επικαλούμενη το ...πολύπλοκο νομικό καθεστώς που τα διέπει και ταυτόχρονα, με τα νομοθετήματά της, αποσύρεται από την ευθύνη της να παρέχει δωρεάν υπηρεσίες Πρόνοιας και παραδίδει τον ευαίσθητο τομέα στη φιλανθρωπία και τους ιδιωτικούς φορείς.
Η αποκάλυψη του συγκεκριμένου περιστατικού έφερε στην επιφάνεια γενικότερα την τραγική κατάσταση που επικρατεί στο Ιδρυμα, στο οποίο περιθάλπονται 350 βαρέως πάσχοντες ασθενείς, στη συντριπτική τους πλειοψηφία κατάκοιτοι, αλλά υπάρχουν 230 εργαζόμενοι και μόλις 70 νοσηλευτές που καλύπτουν τρεις βάρδιες! Η διοίκηση του Ιδρύματος, που διαχειρίζεται περισσότερα από 7,5 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, επικαλείται οικονομικά προβλήματα και συρρικνώνει το ίδρυμα, αλλά και τη νοσηλεία απόρων ασθενών. Σύμφωνα με το σωματείο εργαζομένων, κανένας κρατικός φορέας δεν έχει κάνει έλεγχο στο ίδρυμα τα τελευταία χρόνια, εκτός από την Επιθεώρηση Εργασίας που πήγε πριν από τέσσερα χρόνια μετά από καταγγελίες εργαζομένων για τις συνθήκες εργασίας και νοσηλείας.
Απαράδεκτες συνθήκες στο Ιδρυμα διαπιστώνει, σε έκθεσή της, η Διεύθυνση Υγείας του Κεντρικού Τομέα της Νομαρχίας Αθηνών, μετά από έλεγχο που έγινε στις 9-6-2005. Στα ευρήματα των ελεγκτών συγκαταλέγονται οι ακατάλληλοι χώροι στέγασης των μαγειρείων, της αποθήκης ξηρών τροφίμων, των ψυγείων και της λάντζας, «οι απαράδεκτες συνθήκες στο κυλικείο», ακόμα και η ανεύρεση «περιττωμάτων ποντικιών στην αποθήκη ξηρών τροφίμων»!