Κυριακή 26 Ιούνη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η Δημόσια Υγεία σε κίνδυνο

200 στρέμματα με μεταλλαγμένο καλαμπόκι βρέθηκαν πέρσι να καλλιεργούνται στο Νομό Τρικάλων

ICON

200 στρέμματα με μεταλλαγμένο καλαμπόκι βρέθηκαν πέρσι να καλλιεργούνται στο Νομό Τρικάλων
Η προσπάθεια εμφάνισης μιας εικονικής πραγματικότητας είναι αυτό που μπορεί να χαρακτηρίσει την πολιτική του υπουργείου Υγείας και της κυβέρνησης, για τη Δημόσια Υγεία (ΔΥ).

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αποτελεί μέγιστη προτεραιότητά της «η πρόληψη των νοσημάτων, η προστασία και προαγωγή της υγείας, η βελτίωση της ποιότητας ζωής του πληθυσμού». Αν αυτός ο ισχυρισμός είναι αληθινός, τότε ο λαός πρέπει να ζει σε μια εικονική πραγματικότητα και οι καθημερινοί κίνδυνοι για τη ΔΥ, που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, είναι αποκυήματα της φαντασίας του. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η νομιμοποίηση των μεταλλαγμένων τροφίμων, η επικίνδυνη κατάσταση με τις χωματερές και τη λυματολάσπη της Ψυττάλειας, η ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία από τα Κέντρα Υψηλής Τάσης της ΔΕΗ ΑΕ στις διάφορες γειτονιές κ.ά. Η εφαρμοζόμενη πολιτική το μόνο μέτρο που έχει λάβει γι' αυτούς τους κινδύνους είναι να τους διαιωνίζει.

Οι ισχυρισμοί, όμως, περί διασφάλισης της ΔΥ αποτελούν πρόκληση και υποκρισία, όταν, ταυτόχρονα, εξαπολύεται γενικευμένη επίθεση ενάντια στα δικαιώματα των εργαζομένων. Η εφαρμογή των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων (κατάργηση του σταθερού ημερήσιου χρόνου εργασίας, επέκταση της προσωρινής και μερικής απασχόλησης, επίθεση στο κοινωνικοασφαλιστικό σύστημα, ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση τομέων της κοινωνικής πολιτικής), η πολιτική των απολύσεων, της ανεργίας και της φτώχειας αποτελούν αιτίες επιδείνωσης και αύξησης των προβλημάτων υγείας των εργαζομένων και του λαού γενικά.


Η καταστρεπτική επίδραση στην υγεία των εργαζομένων από τις αντιδραστικές αναδιαρθρώσεις που ακολουθεί η κυβέρνηση της ΝΔ και πριν από αυτήν το ΠΑΣΟΚ, προς όφελος του κεφαλαίου, είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο και καταγεγραμμένο στις χώρες που υπέστησαν αυτήν την επίθεση.

Ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία είναι ικανά να αποδείξουν τα παραπάνω. Η ανεργία ως νοσογόνος παράγοντας καταγράφεται ότι αυξάνει τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου κατά 40% στις γυναίκες και κατά 30% στους άνδρες, κυρίως λόγω καρδιαγγειακών επεισοδίων και αυτοκτονιών1. Η πιθανότητα εργατικού ατυχήματος αυξάνεται μαζί με την αύξηση των ωρών απασχόλησης, σε καθημερινή βάση (μετά τις 9 ώρες η αύξηση είναι ραγδαία), αλλά και εβδομαδιαία. Οι εργαζόμενοι που εργάζονται σε εποχικές και προσωρινές θέσεις εργασίας έχουν αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσουν προβλήματα ψυχικής υγείας2. Η υπερωριακή απασχόληση, τα ευέλικτα ωράρια εργασίας και η αδυναμία να καθορίσει κανείς πότε ακριβώς θα πρέπει να βρίσκεται στην εργασία του, επιδεινώνουν γενικά το επίπεδο υγείας3. Η εμπορευματοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών, όπως της ηλεκτρικής ενέργειας στη «σύγχρονη» Αμερική, είχε ως συνέπεια το χειμώνα του 2000, 50.000 νοικοκυριά στην πόλη του Σικάγου να μείνουν χωρίς θέρμανση και ρεύμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την υγεία τους4.

Είναι φανερό ότι η πολιτική της αύξησης της κερδοφορίας του κεφαλαίου, όχι μόνο δεν μπορεί να προστατέψει την υγεία των εργαζομένων και του λαού γενικά, αλλά αποτελεί Δημόσιο Κίνδυνο για την υγεία.

Σχέδιο νόμου ενίσχυσης του κεφαλαίου

Στο σχέδιο νόμου για την οργάνωση των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας (ΔΥ), που συζητήθηκε αυτήν τη βδομάδα στη Βουλή, διαπιστώνει κανείς με τον πιο γλαφυρό τρόπο την πλήρη ταύτιση της εφαρμοζόμενης πολιτικής με τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας. Η προστασία της υγείας του λαού από τους νοσογόνους παράγοντες που δημιουργεί ουσιαστικά το κεφάλαιο, υποτάσσονται στη λογική της ακόμη μεγαλύτερης κερδοφορίας του.

Πώς, όμως, εξυπηρετεί το κεφάλαιο το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου για τη ΔΥ;

1) Προσφέρει τις υπηρεσίες και τις δραστηριότητες που αφορούν τη ΔΥ στο κεφάλαιο για να κάνει επενδύσεις.

Το σύνολο σχεδόν των τομέων της ΔΥ παραδίδεται σε Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου (το πρώην Κέντρο Ειδικών Λοιμώξεων - ΚΕΕΛ).

Το ΚΕΕΛ που μετονομάζεται σε Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων - ΚΕΕΛΠΝΟ, αναλαμβάνει να προστατεύσει τη ΔΥ, με πρότυπο λειτουργίας και οργάνωσης το αντίστοιχο αμερικανικό Κέντρο Ελέγχου Νοημάτων (CDC). Είναι χαρακτηριστικό ότι στις λειτουργίες του CDC για τη ΔΥ ενσωματώνονται και συμμετέχουν διάφορες βιομηχανίες, εταιρίες, οργανισμοί, μη κυβερνητικές, μη κερδοσκοπικές οργανώσεις.

2) Μειώνει τις κοινωνικές δαπάνες που αφορούν τη ΔΥ, για να χρηματοδοτήσει την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων.

Με τη μείωση της χρηματοδότησης επιχειρείται και αποποίηση της ευθύνης του κράτους να παρέχει δωρεάν συλλογικά μέτρα της ΔΥ. Για να το επιτύχουν αυτό δίνουν επιπλέον μεγάλη έμφαση στην εγκαθίδρυση της λογική της ατομικής ευθύνης του καθένα για την υγεία του. Δηλαδή, την ευθύνη να ενημερώνεται για τους κινδύνους και να φροντίζει να αναπτύσσει υγιείς συμπεριφορές.

3) Στοχεύει στη διαχείριση των νοσημάτων στη λογική της αποδοτικότητας και αποτελεσματικότητας για το κεφάλαιο.

Τα νοσήματα και προβλήματα υγείας θεωρούνται δεδομένη κατάσταση που η διαχείρισή τους πρέπει γίνει με «ανεκτούς ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους», όπως αναφέρεται. Κανένας λόγος δε γίνεται για την πρόληψη των νοσημάτων, γιατί αυτό απαιτεί την εξάλειψη των αιτιών που τα δημιουργούν. Επιπλέον, η λογική αυτή στοχεύει στη διαχείριση της φτώχειας και την άμβλυνση των κοινωνικών αντιδράσεων που μπορεί να προκαλέσει η εξαθλίωση.

Σε τελική ανάλυση, με όλα τα παραπάνω αυτό που επιτυγχάνεται είναι η συμπίεση της τιμή της εργατικής δύναμης, μειώνοντας το κόστος, για τον ατομικό ή συλλογικό καπιταλιστή (το κράτος), όλων αυτών των μέσων που χρειάζεται ο εργαζόμενος για τη διατήρηση της υγείας του ίδιου και της οικογένειάς του.

Ο προσανατολισμός και η λογική του σχεδίου νόμου δε στοχεύει στο να απαντήσει στα οξυμένα προβλήματα υγείας που έχει δημιουργήσει το καπιταλιστικό σύστημα, αντιθέτως εξυπηρετεί τη διατήρησή του και την παραπέρα ενίσχυση της πλουτοκρατίας.

Τα σχέδια υπονόμευσης της υγείας χρειάζονται και πρακτικά μέτρα, για να επιτευχθεί ο στόχος!

Το γεγονός ότι η κυβέρνηση, με το σχέδιο νόμου, δε στοχεύει στο να διασφαλίσει τη ΔΥ, αλλά να ενισχύσει το κεφάλαιο, γίνεται φανερό και από τα πρακτικά μέτρα που περιέχονται σ' αυτό.

Αρχικά δεκάδες άρθρα του σχεδίου νόμου αναφέρονται στα διάφορα όργανα που δημιουργούνται για τη ΔΥ (Γενική Γραμματεία Δημόσιας Υγείας, η Γενική Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας, η Περιφερική Διεύθυνση Δημόσιας Υγείας, το Κέντρο Επιχειρήσεων Συντονιστικού Οργάνου Τομέα Υγείας, το Εθνικό Συμβούλιο Δημόσιας Υγείας). Ολα τα παραπάνω όργανα αποτελούν εργαλεία που θα χαράσσουν την κυβερνητική πολιτική για τη ΔΥ, θα εποπτεύουν και θα αξιολογούν τις υπηρεσίες, ώστε να είναι αρκετά αποτελεσματικές και αποδοτικές για το κεφάλαιο.

Επιπλέον, δε διασφαλίζονται στο ελάχιστο οι βασικές προϋποθέσεις που θα χρειάζονται για την παραγωγή ενός υποτυπώδους έργου στη ΔΥ (υλικοτεχνική υποδομή και υπηρεσίες, συγκεκριμένα προγράμματα πρόληψης, χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό, υψηλού επιπέδου εκπαίδευση των επαγγελματιών δημόσιας υγείας).

Συγκεκριμένα, κανένας λόγος δε γίνεται ούτε για βελτίωση, ούτε για ανάπτυξη των δημόσιων υπηρεσιών και εργαστηρίων ΔΥ. Από την άλλη, όλοι γνωρίζουν ότι στο δημόσιο σύστημα υγείας όλα αυτά είτε δεν υπάρχουν είτε υπολειτουργούν, ενώ παράλληλα γιγαντώνεται συνεχώς ο ιδιωτικός τομέας που πουλάει υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας ή και υπηρεσίες ΔΥ (π.χ. επιχειρήσεις διαχείρισης αποβλήτων, εργαστήρια χημικού ελέγχου κλπ.). Το σχέδιο νόμου όμως αυτά τα μηδαμινά εργαστήρια που υπάρχουν «τα χαρίζει» στο ΚΕΕΛΠΝΟ, με επιπλέον δώρο και τους εργαζόμενούς τους. Η μόνη φορά που γίνεται λόγος για «δωρεάν» υπηρεσίες είναι για αυτές που παρέχονται από τους ιατρικοασφαλιστικούς φορείς, δηλαδή από τα λεφτά των εργαζομένων και όχι από το κράτος.

Σε ό,τι αφορά τη στελέχωση των υπηρεσιών αυτό λύνεται απλά με μετατάξεις και υποχρεωτικές αποσπάσεις υπαλλήλων από το υπουργείο, τις περιφερειακές υπηρεσίες κλπ. είτε στο ΚΕΕΛΠΝΟ είτε στις Διοικήσεις Υγειονομικών Περιφερειών. Παρότι η κυβέρνηση αναφέρει ότι θεωρεί πως η άσχημη κατάσταση στη ΔΥ είναι αποτέλεσμα της έλλειψης προσωπικού, οι προσλήψεις που αναφέρονται είναι ελάχιστες και οι συμβάσεις έργου είναι ο γενικός κανόνας. Επίσης, η μη αποσαφήνιση της νομικής μορφής των φορέων για τη ΔΥ, όπως και των όρων εργασίας των εργαζομένων σε αυτήν (μονιμότητα, πλήρης και σταθερή απασχόληση), γίνεται εκ του πονηρού. Εχει ως στόχο τη μείωση των κοινωνικών δαπανών, την ιδιωτικοποίηση, την ανατροπή των εργασιακών και ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων σε αυτούς τους τομείς, για την αύξηση των κερδών αυτών που θα αναλάβουν αυτές τις υπηρεσίες.

Τέλος, σε ό,τι αφορά την εκπαίδευση των επαγγελματιών ΔΥ, θεσμοθετούνται οι κατευθύνσεις της Συνθήκης της Λισαβόνας για «διά βίου μάθηση». Δηλαδή υποχρεωτικό συνεχές κυνήγι δεξιοτήτων και αποσπασματικών γνώσεων, με το αντίστοιχο κόστος για τον εργαζόμενο, ανάλογα πάντα με τις ανάγκες των εργοδοτών, σε κέντρα που η ίδιοι πιστοποιούν και αναγνωρίζουν.

Τέλος στις γενικές - μεταβατικές διατάξεις, το σχέδιο νόμου φροντίζει να συμπληρώσει γρήγορα και περιληπτικά την αποστολή του. Δηλαδή, την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Υγεία, νομιμοποιώντας τη σύμπραξη δημόσιων και ιδιωτικών φορέων (που τους ονομάζει νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, κοινωφελούς, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα) σε πολλούς τομείς:

- Στην εκπαίδευση του νοσηλευτικού προσωπικού και τη χορήγηση ειδικότητας στους γιατρούς.

- Στη νοσηλεία ασθενών σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας - ΜΕΘ (βλέπε ενοικίαση ΜΕΘ του «Ερρίκος Ντυνάν» από το κράτος, ενώ υπάρχουν 150 κρεβάτια ΜΕΘ κλειστά στα δημόσια νοσοκομεία).

- Στην ανταλλαγή επιστημονικών υπηρεσιών κ.ά.

Οι μεθοδεύσεις που αφορούν στην εκπαίδευση και την έρευνα στόχο έχουν την πλήρη υποταγή της εκπαίδευσης των λειτουργών υγείας στις ανάγκες της αναπτυσσόμενης αγοράς υγείας και τη δημιουργία ενός φθηνού ευέλικτου εργατικού δυναμικού.

Βασικός όρος η ανατροπή της φιλομονοπωλιακής πολιτικής

Η ουσιαστική προστασία και προαγωγή της Υγείας του λαού προϋποθέτει ότι πολιτικές και υπηρεσίες ΔΥ στοχεύουν πρωτίστως στην ΠΡΟΛΗΨΗ των αιτιών που οδηγούν στην ασθένεια. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με:

  • συστηματική εκτίμηση και έλεγχο των συνθηκών διαβίωσης, εργασίας, εκπαίδευσης, αναψυχής κ.ά. για την ανεύρεση των κινδύνων για την υγεία του πληθυσμού και την εφαρμογή μέτρων προστασίας της,
  • μέτρα και υπηρεσίες πρωτογενούς πρόληψης (εξάλειψη της αιτίας πριν την εμφάνιση της νόσου) και δευτερογενούς πρόληψης (έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία της νόσου), που παρέχονται από δημόσιες υπηρεσίες,
  • συνεχή προσπάθεια βελτίωσης και αναβάθμισης των όρων ζωής των εργαζομένων και του λαού συνολικά.

Η πραγματοποίηση των παραπάνω στόχων απαιτεί η ΔΥ να θεωρείται κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, δηλαδή απαιτεί σύγκρουση ως την ανατροπή της φιλομονοπωλιακής πολιτικής, για:

Να δημιουργηθεί ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας και Πρόνοιας, με αναπτυγμένη την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, στο οποίο μπορούν να ενταχθούν και οι υπηρεσίες ΔΥ.

Με πυρήνα το Δημόσιο Κέντρο Υγείας μπορούν να λειτουργήσουν υπηρεσίες ΔΥ και τα αντίστοιχα υποστηρικτικά εργαστήρια, για την πρόληψη κινδύνων στους χώρους δουλιάς, στο σχολείο, στη γειτονιά και στο ευρύτερο περιβάλλον του χώρου ευθύνης του ΚΥ.

Να καταργηθεί κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα στο χώρο της Υγείας - Πρόνοιας και στις υπηρεσίες ΔΥ.

Να στελεχωθούν οι υπηρεσίες ΔΥ με μόνιμο, εξειδικευμένο προσωπικό, πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης.

Να σχεδιαστούν οι υπηρεσίες Υγείας και Δημόσιας Υγείας, με βάση τις αναγνωρισμένες και καταγεγραμμένες ανάγκες Υγείας του πληθυσμού.

Να υπάρξει κεντρικός σχεδιασμός, με κριτήριο τη συνδυασμένη ικανοποίηση των αναγκών του λαού. Δηλαδή, σχεδιασμός στους τομείς π.χ. τροφίμων, ενέργειας, κατασκευών, μεταφορών, με στόχο τη φτηνή λαϊκή κατανάλωση, την ποιότητα και την επάρκεια, την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων, την προστασία του περιβάλλοντος, εν κατακλείδι την προστασία της Λαϊκής Υγείας συνολικά.

Για το κεφάλαιο όμως όλα τα παραπάνω αποτελούν τροχοπέδη για τα κέρδη του. Κατά συνέπεια, κριτήριο του κάθε εργαζόμενου πρέπει να είναι: με τα μονοπώλια ή με το λαό. Σε τελική ανάλυση Υγεία για το λαό ή «Υγεία και ευημερία» για τα μονοπώλια;

Είναι φανερό ότι οποιαδήποτε αλλαγή στην κατεύθυνση της προστασίας και προαγωγής της Λαϊκής Υγείας απαιτεί σύγκρουση με τη σημερινή αντιλαϊκή πολιτική, αγώνα ενάντια στις αναδιαρθρώσεις σε όλους τους τομείς της ζωής, στην αφαίρεση δικαιωμάτων, στην ιδεολογική χειραγώγηση. Απαιτείται αγωνιστική ενότητα της εργατικής τάξης, κοινή δράση, συμμαχία με το κίνημα των μικρομεσαίων της πόλης και του χωριού, των γυναικών και της νεολαίας σε κοινό μέτωπο ενάντια στα μονοπώλια.

Απαιτείται ανατροπή του σημερινού κοινωνικοοικονομικού συστήματος, γιατί σε αυτό γνώμονας είναι μόνο το κέρδος, ανεξάρτητα από επιπτώσεις στην Υγεία, το Περιβάλλον ή τη ζωή γενικότερα. Απαιτείται κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής στα πλαίσια της λαϊκής εξουσίας, με κεντρικά σχεδιασμένη οικονομία, που θα έχει ως κριτήριο το σύνολο των αναγκών του λαού και όπου η προστασία της Υγείας, ανεξάρτητα από ορισμούς και επιστημονικές τεκμηριώσεις, θα είναι πρωτίστης προτεραιότητας κοινωνικό αγαθό.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1. «American Journal of Public Health» (2004)

2. «Scandinavian Journal of work, enviroment and health» (1998)

3. 3η Ευρωπαϊκή έρευνα σχετικά με τις συνθήκες Εργασίας (2000)

4. «Political Affairs» (2004)


Κατερίνα ΜΙΧΑΛΙΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ