Κυριακή 4 Σεπτέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΙΤΑΛΙΑ
Ξεπούλημα «εν ψυχρώ»

Το ιταλικό τμήμα του ICOMOS παρουσιάζει τον τρόπο με τον οποίο η ιταλική κυβέρνηση ξεπουλά την πολιτιστική κληρονομιά της γειτονικής χώρας

Αποψη από το εσωτερικό της μεγάλης σχολής του Σαν Ρόκο στη Βενετία
Αποψη από το εσωτερικό της μεγάλης σχολής του Σαν Ρόκο στη Βενετία
Η πρόσφατη αναταραχή στον επιστημονικό κόσμο της χώρας - κυρίως στον σχετικό με την αρχαιολογία - από το σχέδιο του νέου Οργανισμού του υπουργείου Πολιτισμού προέρχεται, κυρίως, από το ότι για πρώτη φορά στην Ελλάδα γίνεται η απόπειρα να θεσμοθετηθεί η άμεση «εμπλοκή» των ιδιωτών στη διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Πρόκειται, δηλαδή, για ένα νομοσχέδιο που θέλει να εφαρμόσει την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης για υπαγωγή του πολιτισμού στην ενδυνάμωση της «ανταγωνιστικότητας» του κεφαλαίου. Αυτό το τελευταίο δεν το ομολογούν όλοι οι αντιδρώντες στο σχέδιο Οργανισμού, δεδομένου ότι προέρχονται από πολιτικές δυνάμεις που στηρίζουν τον «πυρήνα» αυτής της πολιτικής, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος.

Σε αρκετούς, αυτό το σχέδιο προκάλεσε την «ταύτιση» του υφυπουργού Πολιτισμού, Π. Τατούλη, με τον Ιταλό πρωθυπουργό, Σ. Μπερλουσκόνι, ο οποίος, ήδη από το 2001, ανακοίνωσε μια σειρά νόμων για το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας στους ιδιώτες, συμπεριλαμβανομένης και της πολιτιστικής κληρονομιάς. Ανεξάρτητα από το «ύφος» των πολιτικών εκπροσώπων του κεφαλαίου (ο Μπερλουσκόνι ασκεί την ίδια πολιτική με τον Κ. Καραμανλή αλλά ο πρώτος φέρει τη «σφραγίδα» του «γραφικού»), το παράδειγμα της Ιταλίας είναι χαρακτηριστικό για το πού οδηγούνται τα πράγματα σε σχέση με την πολιτιστική κληρονομιά. Η αναφορά1 του ιταλικού τμήματος του ICOMOS (Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών) για το θέμα - που περιλαμβάνεται στον ετήσιο κατάλογο του ICOMOS «Πολιτιστική κληρονομιά σε κίνδυνο» - είναι άκρως διαφωτιστική, ακόμη και όταν οι συντάκτες της αποφεύγουν να θίξουν τη βασική αιτία της απειλής: Τον καπιταλισμό.

Η αστική «επιχειρηματολογία»

Η πλατεία Λουίτζι Πιραντέλο στη Σικελία
Η πλατεία Λουίτζι Πιραντέλο στη Σικελία
Μεταξύ άλλων στην αναφορά σημειώνεται: «Πολλές χώρες κάνουν αγοραπωλησίες γης και κτιρίων και πρόσφατα η Γαλλία έχει κινηθεί προς ένα πολύ παρόμοιο σχέδιο εκποίησης διαφόρων ασύμφορων κτιρίων, συμπεριλαμβανομένων πολλών που είναι σίγουρα πολιτιστικής σημασίας». «Η διαφορά είναι ο τρόπος που η ιταλική κυβέρνηση έχει αναγγείλει (...) ένα πολύ σύνθετο σχέδιο της οικονομικής αξιολόγησης της ιδιοκτησίας, της επαλήθευσης των τιμών και της πώλησής της είτε με ανταγωνιστική προσφορά είτε με άμεσες συμφωνίες που παραβιάζουν στις περισσότερες περιπτώσεις τους θεσπισμένους κανόνες της προστασίας της κληρονομιάς. Εδώ δε συζητάμε την ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών σε χώρους πολιτιστικής έλξης, όπως τα εστιατόρια, η καθαριότητα, τα καταστήματα των μουσείων, η ασφάλεια, ή η καταγραφή και η συντήρηση. Η ιδιωτικοποίηση αφορά εδώ στην πώληση ενός κτιρίου ή μιας περιοχής πολιτιστικής κληρονομιάς σε μια ιδιωτική επιχείρηση έτσι ώστε μπορεί να τη μετασχηματίσει σε ένα τουριστικό αξιοθέατο».

Αν νομίζετε ότι «αυτά δε γίνονται στην Ελλάδα» διαβάστε τα επιχειρήματα των υπερασπιστών του ξεπουλήματος στην Ιταλία και η ομοιότητα με τους εγχώριους υπερασπιστές θα σας τρομάξει: «Οι υπερασπιστές της πώλησης των περιοχών πολιτιστικής κληρονομιάς υποστηρίζουν ότι το κράτος δεν είναι ικανό να προστατεύσει επαρκώς αυτήν την απέραντη κληρονομιά και ότι η συμμετοχή των ιδιωτικών χρημάτων είναι απαραίτητη. Υποστηρίζουν ότι είναι καλύτερο να πωληθεί η λιγότερο σημαντική κληρονομιά έτσι ώστε η σημαντικότερη να προστατευτεί επαρκώς».

Αρχαίο ελληνικό θέατρο στη Σικελία
Αρχαίο ελληνικό θέατρο στη Σικελία
Το ιταλικό ICOMOS θεωρεί πως το επιχείρημα ότι μια αλλαγή της ιδιοκτησίας δεν τροποποιεί απαραιτήτως το φυσικό σχέδιο μιας πόλης «δεν ισχύει εάν η αλλαγή στην ιδιοκτησία περιλαμβάνει επίσης ριζικές αλλαγές της χρήσης και την εμπορευματοποίηση των δημόσιων χώρων». Και: «Η ιδιωτικοποίηση της πολιτιστικής κληρονομιάς μπορεί να έχει μερικά βραχυπρόθεσμα οικονομικά πλεονεκτήματα για το κράτος και τις ιδιωτικές ανησυχίες αλλά μακροπρόθεσμα μπορεί να αποδυναμώσει ή ακόμα και να καταστρέψει την εμπιστοσύνη που οι πολίτες έχουν στο κράτος ως διαχειριστή του δημόσιου αγαθού». Επιπλέον: «Μπορεί να είναι ακριβότερο μακροπρόθεσμα για το κράτος, εάν η νομοθεσία το αναγκάσει να συνεχίσει τα φορολογικά κίνητρα υπέρ του ιδιοκτήτη ή να κατευθύνει τις προστατευτικές επεμβάσεις εάν η περιοχή γίνεται διακυβευμένη». Φυσικά το αστικό κράτος θα εξακολουθήσει να προσφέρει «κίνητρα» στον ιδιώτη και μετά το ξεπούλημα και βέβαια θα κληθεί να πληρώνει το ίδιο (δηλαδή ο λαός εν τέλει) κάθε σωστική παρέμβαση στα μνημεία. Κάτι που ο ιδιώτης ούτε μπορεί να κάνει με επάρκεια, ούτε βέβαια και θέλει.

Οι μη μετρήσιμες αξίες

Ακόμη και αστοί οικονομολόγοι που ασχολούνται με την πολιτιστική κληρονομιά έχουν επισημάνει ότι «δεν είναι σωστό να δοθεί μόνο αγοραστική αξία στην πολιτιστική κληρονομιά», αφού η πολιτιστική κληρονομιά φέρει και «άλλες μη μετρήσιμες παραμέτρους ή παραμέτρους που είναι δυσκολότερο να μετρηθούν», αλλά που επηρεάζουν «τον τρόπο με τον οποίο η κληρονομιά γίνεται αντιληπτή και εκτιμείται τοπικά και συνολικά». Τέτοιες παράμετροι είναι «η πολιτιστική και περιβαλλοντική δυνατότητα της κληρονομιάς να συμβάλλει στην ευημερία των τοπικών κοινοτήτων», η εκπαιδευτική αξία αλλά και η «αντιπροσωπευτική αξία», δηλαδή «πώς ένα αγαθό μπορεί να είναι ένα σύμβολο μιας κοινωνίας και του παρελθόντος της». Ετσι, «η παρούσα τάση ιδιωτικοποίησης περιοχών πολιτιστικής κληρονομιάς διακινδυνεύει την απώλεια της σημασίας τους, ως ισορροπίας και έκφρασης διαφορετικών αξιών και την απώλεια της αυθεντικότητάς τους (...) Αυτό έχει τρομερές συνέπειες για μια περιοχή που ο ιδιώτης ιδιοκτήτης της δε θα τη βλέπει πλέον ως κερδοφόρα και έτσι θα ενθαρρυνθεί μια διαδικασία γρήγορης πώλησης των μη κερδοφόρων ιδιοκτησιών ή του περιεχομένου τους, όπως τα έπιπλα ή τα αντικείμενα τέχνης, με σκοπό την εύρεση μετρητών για τις επισκευές». Εδώ το ιταλικό ICOMOS φέρνει το παράδειγμα της Αγγλίας, όπου κτίρια καταστράφηκαν από τους ιδιοκτήτες που δεν ήταν ικανοί να τα διατηρήσουν, «έως ότου έπρεπε να εισαχθεί συγκεκριμένη νομοθεσία» το 2002.

Το Θέατρο «Λουίτζι Πιραντέλο»
Το Θέατρο «Λουίτζι Πιραντέλο»
Ακόμη μία σημαντική πτυχή των καταστροφικών αποτελεσμάτων αυτής της πολιτικής που θέτει το ιταλικό ICOMOS αφορά στη διατάραξη της μακραίωνης σχέσης που έχει αποκτήσει μια κοινότητα με το φυσικό της περιβάλλον, σχέση που αποτελεί τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς. Για παράδειγμα, στην Ιταλία υπάρχουν εκατοντάδες «πόλεων-λόφων», όπου ίσως δεν αποτελούν ένα ενιαίο μνημείο χαρακτηρισμένο ως πολιτιστική κληρονομιά, «αλλά όπου το πλαίσιο, η αστική σύσταση, η ποιότητα της ζωής και της σχέσης με το τοπίο και οι πολιτιστικές παραδόσεις εκείνης της περιοχής δημιουργούν την κληρονομιά και δίνουν την αξία σε ολόκληρο το χωριό. Η ισορροπία μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού, μεταξύ της κοινότητας και του ατόμου προσεγγίστηκε σε πολλές περιπτώσεις συνεπεία των μακροπρόθεσμων ιστορικών διαδικασιών, τις οποίες η γρήγορη και αμετάκλητη πώληση θα αναστατώσει. Από αυτήν την άποψη δεν υπάρχει καμία σημαντική και δευτερεύουσα κληρονομιά, αλλά μια συνέχεια που στην Ιταλία είναι ιδιαίτερα ισχυρή (...)». Ο κίνδυνος στην αντίληψη περί «σημαντικής» και «δευτερεύουσας» κληρονομιάς έγκειται και στο ότι ευνοεί «την αισθητική αξία πέρα από οποιαδήποτε άλλη αξία που μπορεί να έχει».

Ο κίνδυνος αυτός αφορά και στην Ελλάδα, αφού η εμπορευματοποίηση - τουριστικοποίηση της έννοιας του «παραδοσιακού» δίνει ένα ακόμη χτύπημα στους εναπομείναντες κατοίκους της υπαίθρου (οι οποίοι ήδη βρίσκονται υπό διωγμόν λόγω της διάλυσης της παραγωγικής τους βάσης) και βέβαια μετατρέπουν το αρχιτεκτονικό περιβάλλον σε ...«οικοτουριστικές» «ντίσνεϊλαντ».

Σημείωση

1. Η μετάφραση από τα αγγλικά είναι ελεύθερη χωρίς να αλλοιώνεται η ουσία


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ