Στο Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, μία σειρά 87 χαρακτικών έργων, των οποίων η έμπνευση αντλήθηκε από το χώρο της λογοτεχνίας. Η πρώτη ενότητα αποτελείται από 16 οξυγραφίες με τίτλο «Α Rake's Progress». Αφορμή έδωσε το ομώνυμο έργο του Γ. Χόγκαρθ, μία καυστική σάτιρα των ηθών στην Αγγλία του 18ου αιώνα. Στη δεύτερη ενότητα παρουσιάζονται 12 οξυγραφίες με θέματα από ποιήματα του Κ. Καβάφη, ενώ η τρίτη, αναφέρεται στα παραμύθια των αδελφών Γκριμ. Το καλοκαίρι του 1976 ο Χόκνεϊ διαβάζει το ποίημα του Γουάλας Στίβενς «Ανδρας με τη γαλάζια κιθάρα», εμπνευσμένο από τον πίνακα «Γέρος κιθαριστής» του Πικάσο. Τα σχέδια που δημιουργεί, αποτελούν τη βάση για τις 20 οξυγραφίες της τέταρτης ενότητας με τίτλο «Η γαλάζια κιθάρα».
Ο Ντ. Χόκνεϊ γεννήθηκε στο Μπάντφορντ της Αγγλίας τον Ιούλη του 1937. Ηταν ακόμη φοιτητής στο Royal College of Art του Λονδίνου, όταν γνώρισε τα έργα αφηρημένου εξπρεσιονισμού Αμερικανών καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένων των Πόλακ και Ρόθκο. Αυτά ήταν και το έναυσμα για το πρώτο του ταξίδι στις ΗΠΑ. Γύρω στο 1962 δημιουργεί τη σειρά χαρακτικών με τίτλο «Η πορεία του Ασώτου», ενώ ένα χρόνο αργότερα πραγματοποιείται η πρώτη ατομική του έκθεση στο Λονδίνο. Οπως σημειώνει ο δημιουργός: «Αυτό που μου άρεσε στις χαλκογραφίες του Χόγκαρθ ήταν ότι ο καλλιτέχνης αφηγούνταν ένα διδακτικό μύθο, την ακμή και την πτώση ενός νεόπλουτου νέου της εποχής, αποκλειστικά με εικόνες. Η ιστορία αναπτυσσόταν σχεδιαστικά, χωρίς τη βοήθεια συνοδευτικού κειμένου, αφήνοντας πολλά περιθώρια στη φαντασία του θεατή».
Η πρώτη «συνάντηση» του Ντέιβιντ Χόκνεϊ με τον Πικάσο, ήταν το 1973, όταν βρέθηκε στο Παρίσι για να κάνει ένα χαρακτικό στη μνήμη του. Οπως σημειώνει ο καλλιτέχνης: «Πολλοί ζωγράφοι άσκησαν επίδραση στη διαμόρφωση της πορείας μου, αλλά κανένας τόσο καταλυτικά όσο αυτός ο φοβερός Ισπανός». Τρία χρόνια αργότερα, έμελλε να «ξανασυναντηθεί» με το καλλιτεχνικό του ίνδαλμα, μέσω του ποιήματος «Ο άντρας με τη γαλάζια κιθάρα» που είχε εμπνευστεί ο Γουάλας Στίβενς από τον πίνακα του Πικάσο «Γεροκιθαρίστας». «Πήρα αμέσως τα χρωματιστά κραγιόνια και τα μελάνια μου και άρχισα να σχεδιάζω εικόνες βγαλμένες από λέξεις, που κι αυτές με τη σειρά τους ήταν βγαλμένες από μια άλλη εικόνα». Αργότερα τα σχέδια αυτά μετατράπηκαν σε έγχρωμες οξυγραφίες, οι οποίες (20 συνολικά) τυπώθηκαν το 1977 σε βιβλίο.
«Γραμμές, χρώματα, υφές, λέξεις, μουσική, όλα τα πράγματα που αγαπώ, ήταν το δικό μου υλικό στο διάλογο με τον ποιητή» σημειώνει ο Ντ. Χόκνεϊ. «Κι αν διάλεξα τη χαρακτική για να συνθέσω το δικό μου "ποίημα", είναι γιατί αυτή η τέχνη υπήρξε πάντα μια απολαυστική εμπειρία. Ομολογώ πως δεν αισθάνομαι χαράκτης. Είμαι ένας ζωγράφος που ασχολήθηκε περιστασιακά με τη χαρακτική, παρασυρμένος από τη λιτή γοητεία της γραμμής. Της γραμμής που μπορεί να συμπυκνώσει την ουσία του κόσμου».