Κυριακή 11 Δεκέμβρη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 27
ΔΙΕΘΝΗ
ΙΡΑΚ - ΕΚΛΟΓΕΣ
Τελικά, δεν ικανοποιούν ούτε τους κατακτητές

Από την προεκλογική περίοδο στο κατεχόμενο Ιράκ

Associated Press

Από την προεκλογική περίοδο στο κατεχόμενο Ιράκ
Οι Ιρακινοί καλούνται, την Πέμπτη, στις κάλπες, για να εκλέξουν «μια μη προσωρινή κυβέρνηση, που θα πάρει τα ηνία της χώρας για τα επόμενα χρόνια». Το γεγονός προβάλλεται ως απόδειξη της προόδου του εκδημοκρατισμού που έχει επιτευχθεί στη χώρα. Παραλείπεται, βέβαια, ευστόχως να αναφερθεί ότι η όλη διαδικασία λαμβάνει χώρα υπό κατοχή. Και όπως ο Πρόεδρος Μπους έλεγε πέρυσι για το Λίβανο όταν πίεζε για αποχώρηση των συριακών στρατευμάτων, «δεν μπορούν να γίνουν εκλογές με στρατό κατοχής»!

Παρά το γεγονός ότι οι εκλογές της 15ης Δεκέμβρη χαρακτηρίζονται ως σημείο καμπής για το Ιράκ, η καθημερινότητα τις έχει περιθωριοποιήσει. Οσο και αν θέλει κανείς να προβάλει «τον εκδημοκρατισμό», δεν μπορεί να αγνοήσει τις αλλεπάλληλες επιθέσεις, τις δολοφονίες, τις αποκαλύψεις φρικτών βασανιστηρίων από τη «νέα ιρακινή ηγεσία», τις αιματοβαμμένες κατοχικές επιχειρήσεις σε διάφορα σημεία της χώρας. Οσο για τους Ιρακινούς, η αίσθηση που επικρατεί είναι ότι αντιμετωπίζουν μάλλον αδιάφορα την εκλογική διαδικασία, θεωρώντας ότι ελάχιστη, αν όχι μηδαμινή, επίδραση θα έχει στην καθημερινότητά τους.

Ποιοι και πώς συμμετέχουν

Σύμφωνα με την Εθνική Εκλογική Επιτροπή, στις εκλογές συμμετέχουν 13 πολιτικοί συνασπισμοί από 79 κόμματα. Συμμετέχουν, επίσης, άλλοι 52 εκλογικοί συνδυασμοί μικρότερων κομμάτων και ανεξάρτητων υποψηφίων. Οι εκλογείς, με βάση την τελευταία καταγραφή στους καταλόγους πριν από το δημοψήφισμα 15ης Οκτώβρη, ανέρχονται σε 15,5 εκατομμύρια. Το εκλογικό σύστημα είναι αναλογικό.

Συγκεκριμένα, οι 230 από τις 275 έδρες του Κοινοβουλίου θα καλυφθούν από όσους αναδειχτούν κυρίαρχοι στις 18 εκλογικές περιφέρειες. Οι έδρες κατανέμονται ανά περιφέρεια με βάση τον πληθυσμό. Ετσι, παραδείγματος χάριν, αν ένας συνδυασμός εξασφαλίσει το 20% των ψήφων σε μια συγκεκριμένη περιφέρεια, θα καταλάβει το 20% των εδρών που αντιστοιχούν σε αυτήν.

Οι υπόλοιπες 45 θέσεις προορίζονται για συνδυασμούς ή για ανεξάρτητους υποψηφίους μειονοτήτων, που σε εθνικό επίπεδο έχουν διασφαλίσει το όριο εισόδου στη Βουλή, αλλά όχι σε επίπεδο περιφέρειας. Γίνεται ξεκάθαρο, και αυτό αναγνωρίζεται από την Επιτροπή, ότι οι 45 έδρες θα αποτελέσουν «μήλον της έριδος», καθώς στο «σύνταγμα» της χώρας δεν ορίζεται η έννοια της μειονότητας, ούτε και ο ακριβής τρόπος κάλυψης αυτών των θέσεων.

Αυτή είναι η διαδικαστική πλευρά των εκλογών, που μένει να αποδειχτεί το πώς θα λειτουργήσει, με νωπές ακόμη τις καταγγελίες για «παρατυπίες και νοθεία» που συνόδευσαν το δημοψήφισμα. Το ζήτημα, όμως, είναι, ότι αν και έχουν περάσει μόνο 2 μήνες, αρκετά πράγματα έχουν αλλάξει σε πολιτικό επίπεδο.

Διχασμένοι οι σουνίτες

Πιο συγκεκριμένα, οι σουνίτες, που απείχαν μαζικά από τις «εκλογές» της 30ής Γενάρη του 2005 από τις οποίες αναδείχτηκε η «προσωρινή κυβέρνηση» Τζαφάρι, εμφανίζονται αποφασισμένοι να προσέλθουν στις κάλπες, αν και βαθιά διχασμένοι. Το μεγαλύτερο χάσμα έχει προκύψει κυρίως με τη στάση, τις ενέργειες και τις επιλογές της οργάνωσης, που αυτοπαρουσιάζεται ως «αλ Κάιντα».

Οπως μετέδιδαν ΜΜΕ, που πρόσκεινται στην αντίσταση, αμέσως μετά το δημοψήφισμα, οι περισσότερες αντιστασιακές οργανώσεις, που αποτελούνται κυρίως από σουνίτες, καταδικάζουν πλέον ανοιχτά τη δράση, αλλά και τη στάση της εν λόγω οργάνωσης. Εκτός από τις διάφορες επιθέσεις κατά σιιτών πολιτών ή αμάχων, που χαρακτηρίζονται συχνά «περίεργες ως προβοκατόρικες», οι απειλές της «αλ Κάιντα» εναντίον όσων συμμετάσχουν στις εκλογές προκάλεσαν αγανάκτηση στην πλειοψηφία των σουνιτών, καθώς εκτιμούν ότι η αποχή τους από κάθε είδους διαδικασία, ασχέτως με το αν συνεχίζεται η ένοπλη αντίσταση, τους περιθωριοποιεί και τους αποξενώνει από τον ιρακινό πληθυσμό.

Λαμβάνοντας υπόψη αυτήν την παράμετρο, η «Ενωση Μουσουλμάνων Ουλεμάδων», ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά όργανα εκπροσώπησης των σουνιτών, ανακοίνωσε, μόλις πριν από λίγες μέρες, ότι δε θα συμμετάσχει στις εκλογές, εκτιμώντας ότι «δεν μπορεί να υπάρξει δημοκρατική διαδικασία υπό κατοχή». Θεωρεί, όμως, ότι οι σουνίτες πολίτες μπορούν να επιλέξουν κατά βούληση.

Αν δεν υπάρξουν σημαντικές ανατροπές, κάτι που δε φαίνεται ιδιαίτερα πιθανό, οι κάλπες θα αναδείξουν τους σιιτικούς συνδυασμούς σε κυρίαρχους του Κοινοβουλίου, είτε πρόκειται για θρησκευτικής απόχρωσης πολιτικές δυνάμεις, είτε για κοσμικές. Και το αποτέλεσμα αυτό είναι λογικό, αν σκεφτεί κανείς την πληθυσμιακή υπεροχή τους, αν και δε λείπουν οι εκλογικοί συνδυασμοί, όπου σουνίτες, Κούρδοι, σιίτες και χριστιανοί συνεργάζονται.

Ενστάσεις και από σιίτες

Ακόμη και αν κανείς παραβλέψει την έλλειψη νομιμότητας και της νέας «μόνιμης» κυβέρνησης, λόγω κατοχής, τα προβλήματα παραμένουν τεράστια. Κατ' αρχάς, ούτε η σιιτική πλειοψηφία είναι ενωμένη. Τους τελευταίους μήνες έχουν δημιουργηθεί πολλά εσωτερικά ρήγματα, τα οποία αφορούν, τόσο στο μελλοντικό καθεστώς της θρησκείας, όσο και στη στάση που θα πρέπει να τηρηθεί απέναντι στις κατοχικές δυνάμεις. Οσον αφορά, μάλιστα, στο δεύτερο αυτό σκέλος, τα «μηνύματα» δεν είναι ευχάριστα για τους κατακτητές. Τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το 82% των Ιρακινών επιθυμεί την άμεση αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, δηλαδή και η πλειοψηφία των σιιτών.

Σε όλα αυτά, θα πρέπει να προστεθούν και τα αποτελέσματα της Διάσκεψης του Καΐρου, που οργάνωσε ο Αραβικός Σύνδεσμος, με τη συμμετοχή όλων των «νόμιμων» πολιτικών κομμάτων του Ιράκ, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που, μέχρι σήμερα, συνεργάζονται με τους Αμερικανούς. Η Σύνοδος, αφού διαμόρφωσε μια ατζέντα «εθνικής συμφιλίωσης» που θα συζητηθεί σε νέα συνεδρίαση εντός Ιράκ στις αρχές του χρόνου, ζήτησε χρονοδιάγραμμα αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων, ενώ αποδέχτηκε το «δικαίωμα στην αντίσταση ενάντια σε ξένη κατοχή».

Η εξέλιξη δεν είναι ικανοποιητική για την Ουάσιγκτον, που προσπάθησε επισταμένα να υποβαθμίσει το περιεχόμενο και τον αντίκτυπο της Συνόδου. Και δεν μπορεί κανείς να πει ότι οι, μέχρι σήμερα, συνεργάτες της εν μία νυκτί θα στραφούν εναντίον της, αλλά σίγουρα το πλαίσιο «της συνεργασίας» τίθεται εκ νέου υπό διαμόρφωση. Αλλωστε, κανένα ενδεχόμενο δεν μπορεί να αποκλειστεί, όταν το, μέχρι πρότινος, «καλό παιδί» της CIA (και με έναν περίεργο τρόπο και της Τεχεράνης), πρώην «πρωθυπουργός» Ιγιάντ Αλάουι καταγγέλλει «βασανιστήρια χειρότερα από την εποχή του Σαντάμ» από τις «νέες ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας», και εκδικητικές διώξεις κατά σουνιτών, επιρρίπτοντας ευθύνες όχι μόνο στους κατοχικούς, αλλά και στην ηγεσία ακραίων σιιτικών κομμάτων, όντας ο ίδιος σιίτης.

Ουδέν νεώτερον

Κανένας δεν περιμένει, αν είναι ειλικρινής, η επομένη των εκλογών να σημάνει μια νέα αρχή για το Ιράκ. Αυτό, όμως, που είναι, σίγουρα, καινούριο στοιχείο είναι ότι πλέον οι εκλογές δε φαίνεται να βοηθούν τις επιδιώξεις εκείνων που τις εμπνεύστηκαν. Οπως πολλοί αναλυτές εκτιμούν, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η Ουάσιγκτον θα αξιοποιήσει πολύ περισσότερο από ό,τι γίνεται ήδη τους μηχανισμούς προπαγάνδας που διαθέτει μέσα από τα ΜΜΕ, για να δείξει ότι «η κατάσταση στο Ιράκ προχωρά ικανοποιητικά».

Δεν αποκλείεται να δούμε πολλές τελετές παράδοσης του ελέγχου περιοχών στις «ιρακινές δυνάμεις». Η πραγματικότητα, όμως, δεν είναι αυτή. Οι ιρακινές δυνάμεις ασφαλείας, υπό τη μορφή που σχηματίζονται και στελεχώνονται από τις κατοχικές δυνάμεις, πιθανότατα να μην είναι ποτέ σε θέση να ελέγξουν τη χώρα, εκτιμούν στρατιωτικοί αναλυτές και τα αμερικανικά στρατεύματα, πιθανότατα, δε θα μπορέσουν ποτέ να απεγκλωβιστούν από το αδιέξοδο. Ισως, υποστηρίζει ο Σέιμουρ Χερς του «Νιου Γιόκερ», κάποιος αριθμός Αμερικανών στρατιωτών να επαναπατριστεί, προκειμένου να καταλαγιάσει η λαϊκή εσωτερική αγανάκτηση, όμως, ο πόλεμος θα συνεχιστεί με τον τρόπο που, ήδη, εφαρμόζεται κατά κόρον, δηλαδή από αέρος.

Τόσο ο Χερς, όσο και άλλοι αμφισβητούν έντονα την πιθανότητα επιτυχίας του σχεδίου Μπους να εξασφαλίσει τη διαρκή παρουσία στο Ιράκ μέσα από αναρίθμητες στρατιωτικές βάσεις, αφήνοντας το υπόλοιπο έδαφος «στους Ιρακινούς συμμάχους». Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, σε συνδυασμό με την ολοένα και αυξανόμενη ένταση μεταξύ των διαφόρων πληθυσμιακών κοινοτήτων, δεν είναι εύκολο να καταλαγιάσει τώρα που, περισσότερο από ποτέ, ορισμένα «δείγματα» εμφύλιας έντασης γίνονται σαφή.

Οσο για το «ενεργειακό» όφελος της κατοχής, αποδεικνύεται φρούδα ελπίδα. Το Νοέμβρη, το Ιράκ δεν παρήγαγε παρά μόνον 1,24 εκατομμύρια βαρέλια /ημέρα, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών με το υψηλότερο που έχει φθάσει, επί κατοχής, να ξεπερνά ελάχιστα τα 2 εκατομμύρια ημερησίως, δηλαδή πολύ χαμηλότερα από ό,τι επί κυρώσεων του ΟΗΕ. Αυτό σημαίνει ότι η «ανοικοδόμηση» που ευαγγελίζεται η κατοχή δε θα γίνει με το ιρακινό πετρέλαιο, γεγονός που έχει πολλαπλές συνέπειες, τόσο στην αμερικανική οικονομία, όσο και στην ...«ανοικοδόμηση», που όσο δεν προχωρά τόσο φουντώνει την οργή για τους κατακτητές.

Πολλοί μιλούν για νέο Βιετνάμ. Η αναλογία ίσως δεν είναι η καλύτερη δυνατή, εξαιτίας των μεγάλων πολιτικών και πολιτισμικών διαφορών μεταξύ των Βιετκόνγκ και της διαιρεμένης ιρακινής αντίστασης. Είναι βέβαιο, πάντως, ότι η αναλογία αντανακλά το ολοένα και μεγαλύτερο αδιέξοδο της Ουάσιγκτον.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ