Σάββατο 17 Ιούνη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Το μαντολίνο της μεγάλης μπούρδας

Αναστάτωσαν ένα ολόκληρο χωριό (τη Σάμη) - και όχι μόνο - και το έφεραν στα μέτρα τους. Το διακόσμησαν με αγάλματα και γλάστρες Ελλήνων στρατιωτών (Αχ... αυτοί οι Ελληνες φαντάροι, πανταχού παρόντες, στρατός για όλες τις... χρήσεις).

Εγινε και γίνεται ντόρος μεγάλος. Πρωτοκλασάτοι Χολιγουντιανοί αστέρες, με κάποια έπαρση βέβαια, μάς επισκέπτονται κι εμείς πρέπει αυτό να το θεωρήσουμε μεγάλη μας τιμή. Οι τηλεοπτικές οθόνες κόπτονται μήπως και μείνουμε ανενημέρωτοι από το μεγάλο καλλιτεχνικό και πολιτιστικό γεγονός που συντελείται αυτή την εποχή στην Ελλάδα, στην Κεφαλονιά, συγκεκριμένα, και διαρκώς μάς το υπενθυμίζουν, μέχρι και πώς οι πρωταγωνιστές μαθαίνουν βαλς, μην τυχόν και δεν το ξέρουμε και μας έρθει ταμπλάς.

Πρόκειται για την ταινία «Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι» από το ομώνυμο βιβλίο κάποιου νεαρού Λουί Ντε Μπερνιέρ - αγνώστων λοιπών στοιχείων - που κάνει διεθνή καριέρα και προσφέρεται για βάλσαμο σ' ένα γλυκανάλατο επιδερμικό αναγνωστικό κοινό με περιορισμένη αισθητική και κρίση.

Εδώ μάλιστα, οι παραγωγοί, οι οργανωτές και οι διαφημιστές μάς το παρουσιάζουν σαν ύμνο προς την Ελλάδα και ειδικά την Κεφαλονιά και τους κατοίκους της. Αν κανείς έχει μαζοχιστικές τάσεις, αυτομαστιγώνεται και αντέξει τις 600 και πάνω σελίδες, θα διαπιστώσει άλλα πράγματα τελείως διαφορετικά.

Τίποτα το ψευδέστερον. Τίποτα το πιο απατηλό. Πρόκειται για μεγάλη απάτη. Πρόκειται για μια μεγάλη μπούρδα κατάλληλα μοστραρισμένη να ξεγελάσει. Αυτός ο χαρισματικός πανέξυπνος κεφαλονίτικος λαός, παρουσιάζεται αγροίκος, άξεστος, αγράμματος, που άγεται και φέρεται από τα πάθη και την οπισθοδρομικότητά του.

Αλλά εκεί που σε πιάνει η μεγάλη ανατριχίλα, η αηδία θα μπορούσα να πω, είναι όταν ο ανόητος αυτός συγγραφίσκος χώνει το φαρμακερό του μελάνι και μαγαρίζει την ιστορία της Εθνικής μας Αντίστασης. Δεν είναι μόνο εντελώς ανιστόρητος παραχαράκτης, είναι και χυδαίος υβριστής. Παρουσιάζει τους αντάρτες σαν τετράπαχα αγρίμια απ' το πολύ πλιάτσικο και τα γιδοπρόβατα που έκλεβαν από τους χωρικούς, με τις τσέπες γεμάτες χρυσές λίρες απ' αυτές που έριχναν σωρηδόν τα εγγλέζικα αεροπλάνα, με πυκνά γένια, αφιονισμένους βασανιστές και απάνθρωπους βιαστές. Οπου εύρισκαν θηλυκό βουρ στον πατσά. Τέτοια και πολλά άλλα ο δικός μας. Ασε που με τη βρωμοπένα του ο αναίσχυντος αγγίζει και λερώνει σεβαστά και ηρωικά πρόσωπα της Αντίστασης. Χωρίς να επεξηγεί κάτι. Μια και ήθελε να κάνει ιστορικές αναφορές - να γίνει πιο πιστευτός - για κείνο το ρημάδι το Μακρονήσι και τους λοιπούς τόπους εξορίας γιατί δε μας λέει τίποτα;

Κατά το συγγραφέα, το καλό σημείο του βιβλίου, μη φαντάζεστε πως είναι η Κεφαλονιά, αλλά δυο Ιταλοί. Ναι δυο Ιταλοί. Ο ρομαντικός λοχαγός Κορέλι που αντί να πολεμά παίζει μαντολίνο και φτιάχνει χορωδίες και ένας άλλος - επίσης Ιταλός - ομοφυλόφιλος, που είναι ερωτευμένος μαζί του και θυσιάζεται να τον σώσει.

Και επίσης ο αγγλικός στόλος που επενέβη αμέσως να γλιτώσει τους Κεφαλονίτες από το σεισμό.

Και καλά αυτοί, οι παραγωγοί, οι σπόνσορες, ο ίδιος ο συγγραφέας που θα χρυσοπληρωθεί, κάνουν τη δουλιά τους και καλά κάνουν. Εμείς όμως γιατί βαυκαλιζόμαστε και πανηγυρίζουμε; Εμείς γιατί σιγοντάρουμε; Γιατί αναστατώσαμε ένα ολόκληρο νησί; Γιατί πρέπει να νιώθουμε ικανοποιημένοι και να λέμε «ευχαριστώ»; Εμείς σας προειδοποιούμε και τονίζουμε: Αυτά στο βιβλίο παρουσιάζονται στο περιθώριο σαν ιστορικό περίβλημα μιας σύνθετης υπόθεσης, φοβερά φλύαρης και ανιαρής, χωρίς καμιά ιδιαίτερη λογοτεχνική χάρη.


Βασίλης ΛΙΟΓΚΑΡΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ