Τετάρτη 9 Αυγούστου 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
Θέατρο
ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΑΤΡΟΥ
Σοφοκλής, Ευριπίδης, Αριστοφάνης

«Αντιγόνη» με τη «νέα Σκηνή»

«Αντιγόνη», από τη «Νέα Σκηνή»
«Αντιγόνη», από τη «Νέα Σκηνή»
Γεμάτη «Αντιγόνες» (όπως τιτλοδότησε τη μελέτη του ο Τζορτζ Στάινερ) θα παραμένει η ανθρωπότητα, όσο θα υπάρχουν κατακτητικοί πόλεμοι και απάνθρωπες εξουσίες. Γεμάτος «Αντιγόνες» και ο 20ός αιώνας. Πολλές υπήρξαν και στον τόπο μας, στα κατοχικά, εμφυλιακά και μετεμφυλιακά χρόνια. Πολλές «Αντιγόνες» προοιωνίζεται ο 21ός αιώνας και, ήδη, πληθαίνουν οι άταφοι νεκροί στα σημερινά πεδία των ιμπεριαλιστικών πολέμων. Γι' αυτό ο ποιητικά μεταπλασμένος από τον Σοφοκλή προϊστορικός μύθος της Αντιγόνης, η οποία τιμωρείται θανάσιμα, επειδή, παρακούοντας τη διαταγή της εξουσίας, έθαψε το νεκρό αδελφό της, ενέπνευσε πλήθος δημιουργών. Γι' αυτό θα ισχύει και στο μέλλον η επισήμανση του Στάινερ ότι «κανένας θεατής, κανένας αναγνώστης του εικοστού αιώνα δε συναντά την "Αντιγόνη" του Σοφοκλή εντελώς απροετοίμαστος» και αναφορικά με την ερμηνεία της «Μόνο με ένα είδος προμελετημένου (...) καθαρμού (...) μπορεί να επιχειρήσει κανείς να απομονώσει το έργο του Σοφοκλή από τις ερμηνείες και τις χρήσεις στις οποίες έχει υποβληθεί».

Την ποίηση αυτής της αριστουργηματικής τραγωδίας - συμβόλου της αντίστασης του ανθρωπισμού ενάντια στον απανθρωπισμό της εξουσίας - ατόφια και καθαρμένη και από το παραμικρό ίχνος τετριμμένης, εντυπωσιοθηρικής, ψευτοεκσυγχρονιστικής σκηνοθετικής «ανάγνωσης», ή μεγαλεπήβολης όψης (σκηνογραφικής και ενδυματολογικής), ή καλλωπιστικής όρχησης του Χορού, ή μελοδραματίζουσας υποκριτικής, ανέδειξε η παράσταση της «νέας Σκηνής» στα Επιδαύρια. Διατηρώντας έναν απόηχο της αλησμόνητης παράστασης της «Αντιγόνης» στο «Θέατρο της οδού Κυκλάδων» (1992), χρησιμοποιώντας πάλι την έξοχη - γλωσσικά σύγχρονη αλλά και βαθύτατα ποιητική - μετάφραση του Νίκου Παναγιωτόπουλου, ο Λευτέρης Βογιατζής έκανε μια νέα, πραγματικά σπουδαία ερμηνευτική πρόταση - που κατά τη γνώμη της στήλης, αποτελεί σημαντικό «σταθμό» στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος. Μια πρόταση, που επέλεξε το δυσκολότερο ερμηνευτικό δρόμο, της τέλειας αφαίρεσης, της οπτικής λιτότητας, της ανεπιτήδευτης ρεαλιστικής αλήθειας, του καθάριου από συγκινησιοθηρικά υποκριτικά τερτίπια, ακέραιου, φυσικά, ανθρώπινα εκφερόμενου λόγου, «κοινωνώντας» με την ποιητική ομορφιά, την ανθρωπιστική σοφία και διδαχή του σοφόκλειου δράματος. Μια στοχαστική «μαθητεία» στις μεγάλες ανθρωπιστικές αξίες και στην εσώτατη αλήθεια των συναισθημάτων, σκέψεων, πράξεων, παθών, χαρακτήρων των ανθρώπων, με έξοχους, νοηματικά λεπτουργημένους συμβολισμούς (λ.χ. για το πόσο μηδαμινό, σαν τενεκές ξεγάνωτος, είναι οποιοδήποτε βασιλικό στέμμα μπροστά στην ανθρώπινη ζωή. Για τη μάταιη προσπάθεια του εξουσιαστή Κρέοντα να έχει ο γιος του Αίμονας τη δική του «περπατησιά», αλλά και του Αίμονα να αντιστρέψει την αφροσύνη του πατέρα του. Για τη γήινη φύση και δύναμη του έρωτα, με την ομαδική, χαμηλόφωνη, σαν προσευχή, απόδοση του αριστουργηματικού χορικού ύμνου στον έρωτα -«έρως ανίκατεν μάχαν», με ξαπλωμένους, ενωμένους με τη γη, όλους τους ηθοποιούς). Θαύμα αισθητικής ήταν ο σκηνικός χώρος που θέλησαν ο σκηνοθέτης και η σκηνογράφος Χλόη Ομπολένσκι, με ορατά τα αυθεντικά λείψανα του αρχαίου θεάτρου, εμπλουτισμένα με λίγα σκηνογραφημένα «σπαράγματα» πλακών και ξεραμένων αγριόχορτων στην ορχήστρα και πίσω απ' αυτή, χώρος που φωτίστηκε «μαγικά» από τον Λευτέρη Παυλόπουλο. Μέσα στον ερειπιώνα, διδαγμένη κινησιολογικά από τον Ερμή Μαλκότση, με απλά, καθημερινά ρούχα της δεκαετίας του '50, κινείται μια ομάδα απλών ανθρώπων - ανδρών και γυναικών - που νιώθοντας το τρομερό κακό που συντελέστηκε σ' αυτό τον τόπο, θέλουν να το πουν. Ετσι, λέξη τη λέξη, φράση τη φράση, ατομικά και ομαδικά, η ομάδα (ο λαός - Χορός) εκφέρει, συνεκφέρει και μελωδεί, α καπέλα, με την υπέροχη φωνητική μουσική που επέλεξε και δίδαξε ο Σπύρος Σακκάς, τη σοφόκλεια ποίηση στα Χορικά και τα επεισόδια, καθώς γυναίκες και άνδρες βγαίνουν από το Χορό για να «ενσαρκώσουν», προσδίδοντάς τους αληθινά ανθρώπινα χαρακτηριστικά, τα κύρια πρόσωπα της τραγωδίας. Η καθοδήγηση του Λ. Βογιατζή απέδωσε και τις συνολικά πολύ καλές και αρμόζουσες στην ερμηνευτική πρότασή του, ερμηνείες. Κυρίαρχη, εξαιρετικής χαρακτηρολογικής και ψυχογραφικής σύνθεσης, σπαρακτικά, ερημικά θρηνητική στο τέλος της, ήταν η δική του ερμηνεία στο ρόλο του Κρέοντα. Ενας Κρέων πείσμων, άφρων, δικτατορίσκος, που συντρίβει, αλλά και συντρίβεται από τα έργα του. Πάσχουσα ανθρώπινη αλήθεια, φυσικότητα, νεανική ορμή είχαν οι ερμηνείες των Αμαλίας Μουτούση (Αντιγόνη), Νίκου Κουρή (Αίμονας), και της Εύης Σαουλίδου (Ισμήνη). Ο Δημήτρης Ημελλος έπλασε έναν πηγαία λαϊκό Φύλακα. Συγκίνηση μετέδωσε η Αλεξία Καλτσίκη (Α' Αγγελος). Αξιοσημείωτες ήταν οι ερμηνείες της Στεφανίας Γουλιώτη (Τειρεσίας), Ρηνιώς Κυριαζή (Β' Αγγελος). Μόνο ο ρόλος της Ευρυδίκης ατύχησε ερμηνευτικά, όχι από υποκριτική ανεπάρκεια του Νίκου Παπαγιάννη, αλλά από λάθος επιλογή του σκηνοθέτη.


ΘΥΜΕΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ