Ο κινηματογράφος, όταν δοκιμάζει την "πυγμή" του σε τοπία μη αλλοτριωμένα από τα πρόχειρα "ιδανικά" του καιρού, τότε μόνο μπορεί να αποβάλει από το σώμα του την εφήμερη και άτεχνη αγοραία σχέση με το κοινό του. Τότε μόνο αρνείται, έμπρακτα, την ιδεολογική του στράτευση σε αξίες που αναπαράγουν ή παράγουν την ευτέλεια της κοινωνικής ζωής. Ο κινηματογράφος, εξυμνώντας την κοινωνική αποστολή της ανθρώπινης φύσης, ανάγεται σε τέχνη, σε δημιουργική παρακαταθήκη για το μέλλον. Η αναφορά αυτή γίνεται για να κατανοήσουμε τα όρια της κοινωνικότητας των δύο ταινιών που προβάλλονται από σήμερα.
Η ταινία "Κοίτα τους άντρες όταν πέφτουν" του Ζακ Οντιάρ είναι ένα δοκίμιο για τη φιλία, την άδολη συνύπαρξη δύο ανθρώπων, που το περιεχόμενο της σχέσης τους είναι και το ζητούμενο της ατίμητης αγάπης. Δυο ιστορίες μέσα στην ταινία συμπλέουν, ακολουθώντας παράλληλους δρόμους, χωρίς όμως να χάνουν τη θεματική τους ταυτοσημία. Στη μια ιστορία περιγράφεται η σχέση ενός απογοητευμένου από τη ζωή μικροαπατεώνα με έναν νεαρό, που τον ακολουθεί άκριτα, κάνοντάς του όλα τα χατίρια, ακόμα κι αυτό που τον θέλει δολοφόνο για χάρη του φίλου του. Η δεύτερη ιστορία καταγράφει την περιπέτεια ενός αρχικά λογικού χαρακτήρα, που ο θάνατος του "κολλητού" του τον οδηγεί στην απάρνηση της οικογένειάς του και της δουλιάς του και κατευθύνει τη ζωή του, με μοναδικό σκοπό την εκδίκηση. Πρόκειται για μια ταινία "σκοτεινή", δηλαδή απροσπέλαστη από κατασκευασμένες λύσεις. Το μέγεθος της αληθινής φιλίας δεν μπορεί έτσι κι αλλιώς να οριστεί. Από τη μία ο θεατής παίρνει θετική θέση για τα "τρελά" και ασυλλόγιστα της φιλίας, από την άλλη όμως στέκεται με καταδικαστική απόφαση απέναντί τους. Μέσα από αυτή τη σκοτεινή χαραμάδα των ανθρωπίνων σχέσεων, ο θεατής διακρίνει τη δική του παρουσία γεμάτη ερωτήματα για το τι είναι αληθινό και τι πλάνη στην επαφή δύο ανθρώπων.
Γεράσιμος ΒΑΚΡΟΣ