Κυριακή 26 Ιούλη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ ΟΜΟΛΟΓΩΝ
Περισσότερα από 20 δισ. δραχμές οι απώλειες του δημοσίου

Μια ακόμη κυβερνητική ρύθμιση που θεσπίστηκε στη "ζούλα", επειδή ευνοεί τους πραγματικά "έχοντες και κατέχοντες"

Σε περισσότερα από 20 δισ. δραχμές σε ετήσια βάση ανέρχονται οι απώλειες εσόδων του δημοσίου από την κατάργηση της φορολογίας των κρατικών ομολόγων μεγαλύτερων των δύο ετών. Η τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή πριν από ένα μήνα από το υπουργείο Οικονομικών, πέρασε σχεδόν στα ψιλά των εφημερίδων. Με βάση αυτή, οι εκδόσεις των μεσομακροχρόνιων ομολόγων, επανέρχονται στο γνωστό αφορολόγητο καθεστώς που υπήρχε πριν από τον Δεκέμβρη του 1996.Αλλά, σε αντίθεση με τις τυμπανοκρουσίες και τις παράτες που συνόδεψαν τις κυβερνητικές ανακοινώσεις, με αρκετή δόση δημαγωγίας, περί φορολόγησης των"εχόντων και κατεχόντων", η άρον - άρον επαναφορά της μη φορολογίας ενάμιση μόλις χρόνο από την εφαρμογή του μέτρου, επιχειρήθηκε να περάσει ανώδυνα. Δεν είναι ώρα να δικαιολογούμε τώρα γιατί και πώς ευνοούμε τους "έχοντες και κατέχοντες", θα σκέφτηκαν στο υπουργείο Οικονομικών.

Παράγοντες του υπουργείου, εκτιμούν ότι, με τη συγκεκριμένη ρύθμιση, το ελληνικό δημόσιο θα απολέσει - σε ετήσια βάση - έσοδα φόρων περισσότερα από 20 δισ. δραχμές. Και η γενναιοδωρία της κυβέρνησης προς τις τράπεζες και τους"θεσμικούς επενδυτές" (αυτοί θα καρπωθούν τα χρήματα) εκδηλώνεται σε μία περίοδο όπου υπάρχει σοβαρός προβληματισμός για την πορεία των εσόδων. Αρμόδιοι παράγοντες εκτιμούν σαν ανέφικτο το στόχο για αύξηση των εσόδων του τακτικού κρατικού προϋπολογισμού κατά 11,2%, δεδομένου ότι κατά το β' εξάμηνο του 1997 είχαν σημειωθεί πολύ υψηλοί ρυθμοί αύξησης, γεγονός που δυσκολεύει την επίτευξη των στόχων του 1998. Μάλιστα ορισμένοι από τους παράγοντες αυτούς, θεωρούν ότι... χωρίς παρεμβάσεις (χωρίς δηλαδή τη λήψη νέων μέτρων) είναι ανέφικτη η εκπλήρωση των στόχων του φετινού κρατικού προϋπολογισμού. Και υπό αυτές τις συνθήκες η πολιτική ηγεσία του υπουργείου, η κυβέρνηση Σημίτη δηλαδή, αποφάσισε να χαρίσει 20 δισ. δραχμές (με τις πιο μέτριες εκτιμήσεις) στους παράγοντες τους κεφαλαίου που "τζογάρουν" με τους κρατικούς τίτλους.

Ως επιχείρημα οι κυβερνητικοί παράγοντες, προκείμενου να δικαιολογήσουν την υπαναχώρηση στο θέμα της φορολόγησης των ομολόγων, προβάλλουν τον ακόλουθο ισχυρισμό: Η κατάργηση της φορολογίας ήταν απαραίτητη, επειδή οι τράπεζες που συμμετέχουν στις δημοπρασίες ομολόγων, ενσωμάτωναν στις προσφορές τους και το ύψος του φόρου, γεγονός που οδήγησε στις αυξημένες προσφορές επιτοκίων που παρατηρήθηκαν τους τελευταίους μήνες. Ομολογούν δηλαδή ότι το γενικότερο πλαίσιο αγοραπωλησίας των κρατικών τίτλων, ευνοεί εκβιασμούς από την πλευρά των τραπεζών, στις οποίες και έχει ουσιαστικά περιέλθει η διαχείριση του δημόσιου χρέους.

Πέραν αυτού το υπουργείο Οικονομικών στρέφει και τα πυρά του κατά της Τράπεζας της Ελλάδας, την οποία κατηγορεί ότι η εμμονή της στη διατήρηση των υψηλών επιτοκίων παρέμβασης (13,75% σήμερα και αφορολόγητα) στις δημοπρασίες αποδοχής καταθέσεων των τραπεζών που κάνει κάθε 15 ημέρες, προκείμενου να απορροφά ρευστότητα, έχει σαν αποτέλεσμα να διατηρούνται και τα επιτόκια των κρατικών τίτλων υψηλά. Παράγοντες του υπουργείου ισχυρίζονται ότι οι τραπεζίτες χρησιμοποιούν σαν απειλή τα υψηλά επιτόκια της διατραπεζικής αγοράς, προκειμένου να αποσπούν υψηλά επιτόκια από το δημόσιο. Δώστε μας υψηλά επιτόκια στους κρατικούς τίτλους, γιατί διαφορετικά θα τοποθετήσουμε τα χρήματά μας στη διατραπεζική, απειλούν οι τραπεζίτες.

Κυνικές ομολογίες οι οποίες πιστοποιούν ότι η κυβερνητική πολιτική αποτελεί το θερμοκήπιο όπου ανθούν οι πολυποίκιλοι εκβιασμοί και πιέσεις του μεγάλου κεφαλαίου που κερδοσκοπεί με το δημόσιο χρέος και τα επιτόκια της διατραπεζικής αγοράς.

Βήματα προς το παρελθόν

Οι απώλειες των 20 ή και περισσότερο δισ. δραχμών για το ελληνικό δημόσιο λόγω της φορολογικής απαλλαγής που προσφέρουν στους κατόχους των ομολόγων, είναι βέβαια κάτι το σημαντικό. Το ουσιαστικότερο πάντως είναι το πολιτικό μήνυμα που εκπέμπει μία τέτοια απόφαση. Απόφαση την οποία θα πρέπει να εντάξουμε στο γενικότερο κλίμα άσκησης της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης Σημίτη. Η επίθεση που η κυβέρνηση έχει εξαπολύσει κατά των εργασιακών κατακτήσεων, επίθεση η οποία αναλύεται στο τρίπτυχο δημοσιονομική λιτότητα, ιδιωτικοποιήσεις, κατακρήμνιση εργασιακών σχέσεων, εξ αντικειμένου την ωθεί να αναζητά όλο και πιο στενές συμμαχίες με το μεγάλο κεφάλαιο. Το οποίο βέβαια προσφέρει τη στήριξή του με το αζημίωτο. Υπό το πρίσμα αυτό πρέπει να δούμε και την κίνηση του υπουργού Οικονομικών να καταργήσει τη φορολογία των ομολόγων.

Αν τον Οκτώβρη του 1996 η φορολόγηση όλων των τίτλων του δημοσίου με συντελεστή 7,5% υπήρξε το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης Σημίτη, για να δικαιολογήσει την καρικατούρα της φορολόγησης των "εχόντων και κατεχόντων", σήμερα ούτε αυτό δεν κάνει. Οι συνεχείς δεξιές μετατοπίσεις της κυβέρνησης, το συνεχές βούλιαγμά της στις νεοφιλελεύθερες οικονομικές επιλογές, δεν της επιτρέπουν ούτε σε ρητορικό επίπεδο πλέον να "αντιπαρατεθεί" με τους "έχοντες και κατέχοντες". Εχει γίνει ένα με τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου, έχει ταυτιστεί πλήρως μαζί τους, ώστε να κάνει προκλητικές κινήσεις που κυριολεκτικά "βγάζουν μάτι", κινήσεις που και με τα μέτρα και σταθμά μίας περισσότερο "νηφάλιας" αστικής κυβέρνησης, θα είχαν αποφευχθεί, επειδή προκαλούν το κοινό αίσθημα. Γιατί είναι πρόκληση να φορολογεί τις λαϊκές καταθέσεις με συντελεστή 15% και τα εκατοντάδες δισ. δραχμές που τοποθετούνται σε κρατικά ομόλογα να μη φορολογούνται.

Η φορολόγηση των τίτλων του δημοσίου δεν ήταν δα και κανένα επαναστατικό μέτρο. Ηταν ένα βήμα αστικού εκσυγχρονισμού του φορολογικού συστήματος, με αρκετή καθυστέρηση μάλιστα, αν σκεφτούμε ότι η φορολογία των κρατικών τίτλων αποτελεί καθεστώς δεκαετιών για τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Η επαναφορά στο καθεστώς της μη φορολόγησης απλώς δείχνει ότι η κυβέρνηση Σημίτη, δεν είναι σε θέση να στηρίξει θεσμούς, οι οποίοι σε τελική ανάλυση ισχυροποιούν μεσοπρόθεσμα το σύστημα και από την άποψη αυτή θεωρούνται αναγκαίοι για την απρόσκοπτη λειτουργία του.

Θανάσης ΚΑΝΙΑΡΗΣ

Η κυβέρνηση έχει γίνει ένα με τους εκπροσώπους του μεγάλου κεφαλαίου, έχει ταυτιστεί πλήρως μαζί τους, ώστε να κάνει προκλητικές κινήσεις που κυριολεκτικά "βγάζουν μάτι", κινήσεις που και με τα μέτρα και σταθμά μίας περισσότερο "νηφάλιας" αστικής κυβέρνησης, θα είχαν αποφευχθεί, επειδή προκαλούν το κοινό αίσθημα


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ