Κυριακή 28 Γενάρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 11
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΝΑΥΤΕΡΓΑΤΕΣ
Κανένας δεν ξεφεύγει από τον «κόφτη»

Το σύνολο των ναυτεργατών έχει να χάσει από τις ακόμα περισσότερο μειωμένες συνθέσεις πληρώματος και την απαλλαγή των εφοπλιστών από ασφαλιστικές εισφορές

Στα πλαίσια της γενικότερης επίθεσης που έχουν εξαπολύσει οι δυνάμεις του κεφαλαίου για το ξερίζωμα των εργατικών δικαιωμάτων και την κατάργηση κάθε κατάκτησης των εργαζομένων, το εφοπλιστικό κεφάλαιο και η κυβέρνηση της ΝΔ επιτίθενται με ιδιαίτερη σφοδρότητα σε βάρος των ναυτεργατών και επιχειρούν να εντείνουν το αντιλαϊκό καθεστώς που δημιουργήθηκε τη δεκαετία του 1950 και ενισχύθηκε παραπέρα στα χρόνια της χούντας και στη συνέχεια από τις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Οι στόχοι των εφοπλιστών δεν περιορίζονται απλώς σε κάποια αντιναυτεργατικά μέτρα. Με τα φτερά που τους δίνει η αντιλαϊκή πολιτική, η επίθεση που έχουν εξαπολύσει αφορά το ξεκαθάρισμα των λογαριασμών με το ελληνικό ναυτεργατικό δυναμικό και την αντικατάστασή του με χαμηλόμισθους, ανασφάλιστους, χωρίς συγκροτημένα δικαιώματα, ναυτεργάτες. Και σε αυτό ακριβώς καλούνται να απαντήσουν οι ναυτεργάτες με τη μαζική τους συμμετοχή και τη συσπείρωσή τους στο διεκδικητικό πλαίσιο των ταξικών δυνάμεων στην απεργία που προετοιμάζεται για το δεύτερο 15ήμερο του Φλεβάρη.

Τα όσα προωθούνται αυτή την περίοδο από την κυβέρνηση της ΝΔ - που από την πρώτη στιγμή της διακυβέρνησής της έσπευσε να ολοκληρώσει όσα δεν πρόλαβε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ - δεν αφήνουν «απ' έξω» ούτε ένα ναυτεργάτη. «Πιάνονται» όλες οι κατηγορίες πλοίων. Τόσο των ποντοπόρων με τη νέα (10η σε 25 χρόνια) μείωση των οργανικών συνθέσεων, όσο των επιβατηγών - οχηματαγωγών και κρουαζιερόπλοιων, με τις ειδικές συνθέσεις, την απαλλαγή των εφοπλιστών των κρουαζιερόπλοιων από τις ασφαλιστικές εισφορές προς το ΝΑΤ, διάταξη που προωθείται και για τους ποντοπόρους.

Συνέπεια όλων αυτών είναι και η σταδιακή «κατεδάφιση» του ΝΑΤ και ολόκληρου του πλέγματος των κοινωνικοασφαλιστικών δικαιωμάτων των ναυτεργατών, ενώ παράλληλα προωθείται ο δραστικός περιορισμός των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ελευθεριών με την επιβολή μέσα στα καράβια καθεστώτος βίας και τρομοκρατίας, ακόμα και του επαίσχυντου μέτρου της πολιτικής επιστράτευσης.

Πολύ παλιά η καραμέλα της «ανταγωνιστικότητας»

Στις 18 Γενάρη με εγκύκλιό του ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας Μ. Κεφαλογιάννης ενημερώνει την Ενωση Ελλήνων Εφοπλιστών για το «κατόρθωμά» του να επιβάλει την παραπέρα μείωση των οργανικών συνθέσεων με βάση την τροποποίηση του όρου 8 του άρθρου 13 του ΝΔ 2687/53 που περιέχει τις Εγκριτικές Πράξεις Νηολόγησης. Με βάση την τροποποίηση αυτή, κατά «παρέκκλιση των οικείων διατάξεων», στην οργανική σύνθεση των φορτηγών και δεξαμενοπλοίων από 3.000 μέχρι 30.000 κ.ο.χ. (κόρους ολικής χωρητικότητας) μένουν 4 Ελληνες ναυτεργάτες από 8 που είχαν καθοριστεί με τα προηγούμενα αντιναυτεργατικά μέτρα του ΠΑΣΟΚ - δηλαδή την ένατη στη σειρά μείωση των οργανικών συνθέσεων - από 30.001 ως 80.000 κ.ο.χ. μένουν 5 Ελληνες από 9 και από 80.001 κ.ο.χ. και πάνω 6 Ελληνες ναυτεργάτες από 10.

Προκειμένου να δικαιολογήσουν το καθεστώς της ασυδοσίας και των προνομίων, οι απολογητές των εφοπλιστών ισχυρίζονται, όπως ο Κεφαλογιάννης, ότι «προνόμια προς τους εφοπλιστές, σημαίνει πολλά πλοία στην ελληνική σημαία, άρα πολλές θέσεις απασχόλησης για τους Ελληνες ναυτεργάτες». Το αβάσιμο του ισχυρισμού αυτού αποδεικνύεται από τα ίδια τα αποτελέσματα της εφαρμογής του 2687/53, που πέρα από τον αυθαίρετο κάθε φορά καθορισμό των οργανικών συνθέσεων προβλέπει μία σειρά προκλητικών προνομίων όλα «κατά παρέκκλισιν των κειμένων διατάξεων και αυτής έτι της δημοσίας τάξεως». Ετσι, αν το 1953 το μερίδιο της ελληνικής σημαίας στον ελληνόκτητο στόλο ήταν 24,21% και των σημαιών ευκαιρίας 75,79%, το 1957 το ποσοστό αυτό έγινε 15,24% και 84,76% αντίστοιχα, ενώ το 1958 ήταν 19,33% και 80,67% υπέρ των σημαιών ευκαιρίας.

Την εξέλιξη αυτή τη συναντάμε μετά από κάθε πακέτο αντιναυτεργατικών μέτρων. Χαρακτηριστικά είναι και τα παραδείγματα που συνδέονται με τις μειώσεις των οργανικών θέσεων 1983, 1986 και 1990, που είχαν ως αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του αριθμού και των πλοίων στην ελληνική σημαία και των Ελλήνων ναυτεργατών. Ενδεικτικά αναφέρουμε, σύμφωνα με στοιχεία του ΥΕΝ, ότι το 1981 τα πλοία υπό ελληνική σημαία (άνω των 100 κ.ο.χ.) ήταν 3.710, το 1983 ήταν 3.169, το 1986 ήταν 2.255, το 1990 ήταν 1.814. Οι μειώσεις των οργανικών συνθέσεων συνεχίστηκαν - όπως αυτή του 1997 - και το 2005 τα πλοία με ελληνική σημαία ήταν πλέον 1.491. Το 1990 τα ελληνόκτητα πλοία ήταν 2.456 και το 2005 έφτασαν τα 3.338. Οι Ελληνες ναυτικοί το 1981 από 85.000 έφτασαν το 1990 τους 26.766 και το 2005 τους 17.197 και η μείωση συνεχίζεται και μάλιστα όχι μόνο μέσω των εγκριτικών πράξεων, αλλά ακόμα και με αλχημείες στον υπολογισμό της χωρητικότητας των πλοίων...

Αγριο πετσόκομμα παντού

Το καθεστώς των εγκριτικών πράξεων επεκτάθηκε από την κυβέρνηση της ΝΔ και στα κρουαζιερόπλοια με ελληνική σημαία, ενώ με το νόμο 3409/05 απάλλαξε τους εφοπλιστές αυτής της κατηγορίας πλοίων από τις ασφαλιστικές τους εισφορές, κάτι που προωθείται και για τους ποντοπόρους.

Ενώ με την άλλη αυθαιρεσία, αυτή των ειδικών συνθέσεων, δηλαδή μικρότερο αριθμό πληρώματος από αυτόν που προβλέπει η σχετική νομοθεσία, πετάει μαζικά από τα καράβια και τους ναυτεργάτες από τα επιβατηγά - οχηματαγωγά. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα του πλοίου της ΑΝΕΚ, δηλαδή του εφοπλιστή Βαρδινογιάννη, «ΚΡΗΤΗ ΙΙ» που πριν 15 μέρες περίπου του εγκρίθηκε νέα σύνθεση που προβλέπει 72 ναυτεργάτες πλήρωμα από 84 που είχε σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η οποία να σημειωθεί ότι είναι πολύ κάτω από τις πραγματικές ανάγκες των πλοίων και την ουσιαστική προστασία της ασφάλειας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα. Επίσης, την περασμένη Τετάρτη 24 Γενάρη από το πλοίο «ΜΠΛΟΥ ΣΤΑΡ 1» πετάχτηκαν έξω περίπου άλλοι 25 ναυτεργάτες. Το πλοίο απέπλευσε από το λιμάνι του Πειραιά με σύνθεση φορτηγού για να δρομολογηθεί στη Βόρεια Θάλασσα στη γραμμή Βέλγιο - Σκοτία. Οι κενές θέσεις στην οργανική του σύνθεση συμπληρώθηκαν με χαμηλόμισθους ναυτεργάτες...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ