Τρίτη 28 Οχτώβρη 2008
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 14
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑΣ
Υλικά φερμένα από άλλες εποχές στο χτίσιμο της Ενωμένης Ευρώπης

Στη σύγχρονη εποχή η ιδέα της «ευρωπαϊκής ενοποίησης» επανήλθε πολλές φορές στο πολιτικό προσκήνιο με ασαφείς συνήθως προδιαγραφές και με αντιφατικούς στόχους. Ο ιδεαλισμός που υποκρυπτόταν πίσω από τη σύλληψη αυτή ήταν εν μέρει υπεύθυνος γι' αυτό. Η αναφορά στην ευρωπαϊκή ενότητα αντλούσε τις «πρώτες ύλες της» από τη μεσαιωνική ιδέα της επίγειας αυτοκρατορίας του Θεού. Η ηγεσία της εκκλησίας - της δυτικής παπικής ειδικά μετά την έκλειψη της ορθόδοξης αντίστοιχης με την υποταγή και προσαρμογή της στον οθωμανικό κόσμο - πολλές φορές σκέφτηκε και επιχείρησε την υποταγή της κοσμικής εξουσίας στους δικούς της κανόνες της σωτηρίας, δηλαδή στους δικούς της πολιτικούς στόχους. Η Ευρώπη, η μόνη χριστιανική ήπειρος, όφειλε να αποτελέσει την «Κιβωτό του Θεού» στο δρόμο προς τη «Σωτηρία» και να διαφυλάξει - ή και επεκτείνει - την εξουσία «Του» ενάντια σε κάθε είδους εχθρούς της: Εσωτερικούς και εξωτερικούς. Η ευσεβής αυτή πρόθεση έφθασε κοντά στην υλοποίησή της τον καιρό των Σταυροφοριών, εκθέτοντας όμως ταυτόχρονα όλες της τις αδυναμίες.

Η ανάδειξη των εθνικών κρατών, και μέσα από τους «θρησκευτικούς» πολέμους του 17ου αιώνα (Τριακονταετής πόλεμος), έβαλε τέλος στις ευσεβείς φιλοδοξίες της Εκκλησίας. Από εκείνη την ταραγμένη όμως εποχή κληροδοτήθηκε στις μεταγενέστερες, ως και στη δική μας, η ιδέα της «ενιαίας», σχεδόν νομοτελειακής, αποστολής που οι Ευρωπαίοι είχαν. Το ιεραποστολικό πνεύμα που κρυβόταν πίσω από αυτήν την ιδέα χρησίμευσε εξάλλου πολλαπλά στη διάρκεια της αποικιακής εξάπλωσης των ευρωπαϊκών δυνάμεων, όταν οι κατακτήσεις και οι υποδουλώσεις των λαών της υφηλίου βαπτίζονταν ιερό καθήκον των πολιτισμένων χριστιανών ενάντια στους απολίτιστους παγανιστές ιθαγενείς. Αυτή η κατακτητική μανία των Ευρωπαίων άφησε πίσω της άλλο ιδεολόγημα: Το δικαίωμα, την υποχρέωση και ίσως το καθήκον των Ευρωπαίων - ή καλύτερα των «δυτικών» όπως το λέμε σήμερα ώστε να συμπεριλάβουμε και τις ΗΠΑ σε αυτήν την αποστολή - να παρεμβαίνουν όπου οι ίδιοι θεωρούν χρήσιμο για να επιβάλουν τους κανόνες του «πολιτισμού» (όπως λέγαμε άλλοτε του Χριστού). Ο ιμπεριαλισμός συμβάδισε και αλληλοστηρίχθηκε με αυτά τα ιδεολογήματα που νομιμοποιούσαν κάθε επιθετική ενέργεια των «ανώτερων» δυτικών.

Εκτοτε, οι μεγάλες δυνάμεις της «γηραιάς ηπείρου» γνώρισαν απίστευτες επιτυχίες στην «ιερή» και «εκπολιτιστική» τους αποστολή. Κατέκτησαν κυριολεκτικά τον κόσμο ολόκληρο και κυριάρχησαν πάνω σε αυτόν. Οπως θα μπορούσε εύκολα να υποψιαστεί κανείς, αυτοί οι αιώνες του θριάμβου των δυτικών δεν οδήγησαν ούτε σε μία παγκόσμια ευημερία ούτε στο θρίαμβο των χριστιανικών και ανθρωπιστικών ιδεών στο όνομα των οποίων έγινε η αποικιοποίηση του πλανήτη. Αντίθετα, η περίοδος άφησε πίσω της εφιαλτικές εικόνες που ξεκινούσαν από την εξόντωση ολόκληρων πληθυσμών (ιθαγενείς Αμερικής) και έφθαναν έως τη σε απίστευτα μεγάλη κλίμακα υποδούλωση ανθρώπων, αρπαγή όλων των υπαρχόντων τους και τη μέχρι θανάτου εκμετάλλευση της εργατικής τους δύναμης. Το μόνο που κρυβόταν πίσω από τα μεγάλα λόγια ήταν μία πειρατική προδιάθεση για λεηλασία όλων των ανθρώπινων και υλικών πόρων της Γης. Ο «ευρωπαϊκός», ο «δυτικός» πολιτισμός, όπως τον εννοούσαν στον πρώιμο καπιταλισμό, ήταν το προσωπείο ενός ατελείωτου εφιάλτη.

Στη διαδικασία αυτή της αρπαγής οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης ένιωθαν αφ' ενός αλληλέγγυες, αφ' ετέρου όμως αλληλοϋπέβλεπαν η μία τα κέρδη της άλλης. Είναι γνωστές αυτές οι ιστορίες, συμβαίνουν σε κάθε άξιο λόγου πειρατικό καράβι. Οι εξορμήσεις τους περιέκλειαν άφθονες συγκρούσεις και πολέμους μεταξύ τους, αν και συχνά πρόβαλε η ανάγκη μιας κάποιας συνεννόησης. Τον παλαιότερο καιρό, όταν δέσποζαν στις κατακτήσεις Ισπανοί και Πορτογάλοι, η επιδιαιτησία του Πάπα της Ρώμης κάλυπτε τις μεταξύ τους διαφορές. Αργότερα, όταν μπήκαν στο χορό και κράτη όπου δεν είχε θέση η εξουσία της Αγίας Ρώμης (Ολλανδία, Αγγλία), η διπλωματία κλήθηκε να καλύψει αυτή την ανάγκη. Η ιδέα πως ο κόσμος είναι αρκετά μεγάλος ώστε όλοι μπορούν να επωφεληθούν από αυτόν γέννησε πολλές ουτοπικές σκέψεις για «ευρωπαϊκή συνεννόηση». Το αδηφάγο - πειρατικό πνεύμα του καπιταλισμού τις τίναξε πολύ γρήγορα στον αέρα. Η αντίφαση αυτή συνόδεψε όλη την ιστορία της ευρωπαϊκής κυριαρχίας και του αποικισμού: Την ίδια στιγμή που οι Ευρωπαίοι συνεργάζονταν αρμονικά για να υποτάξουν την αχανή και πολυάνθρωπη Κίνα (π.χ. απέναντι στους Μπόξερς στα 1900), οι ίδιοι αποδεικνύονταν έτοιμοι και πρόθυμοι να αλληλοσφαγούν για τη διεκδίκηση ενός μικρού χωριού χαμένου βαθιά στην ενδοχώρα του Σουδάν (επεισόδιο της Φασόντα, 1898)! Αυτό το φαινομενικά «παράλογο» αποτελεί σταθερό κληροδότημα στον σημερινό «δυτικό» κόσμο.

Ανάμεσα στη συνεργασία για την εκπλήρωση των κοινών κυριαρχικών στόχων και στη σύγκρουση για τη διανομή της λείας, οι ισχυρές δυνάμεις της Ευρώπης προκάλεσαν δύο, σχεδόν τρεις, παγκόσμιους πολέμους στη σύγχρονη εποχή, αλλά ταυτόχρονα επιχείρησαν, σε διαφορετική κάθε φορά βάση, τρεις φορές να ενοποιήσουν την ευρωπαϊκή ήπειρο. Η πρώτη απόπειρα του είδους αυτού έγινε τον καιρό του Ναπολέοντα, μέσα στο πλαίσιο γενικού πολέμου, η δεύτερη τον καιρό της ναζιστικής κυριαρχίας, πάλι στο πλαίσιο μιας τρομερής πολεμικής αναμέτρησης και η τρίτη βρίσκεται σε εξέλιξη, από το 1957 έως τις μέρες μας. Η τελευταία αυτή απόπειρα, η οποία έχει καταλήξει στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση, ήταν η μόνη που είχε αξιοσημείωτη διάρκεια και που δεν έγινε στο μέσο ανοιχτού πολέμου.

Οπωσδήποτε, οι τρεις αυτές απόπειρες ενοποίησης της ευρωπαϊκής ηπείρου διαφέρουν αναμεταξύ τους σε πολλά σημεία. Ανήκουν σε διαφορετικές φάσεις της σύγχρονης ιστορίας, σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης του καπιταλισμού, σε διαφορετικές συγκυρίες και γεωπολιτικές ισορροπίες. Η σύγκριση όμως των επιμέρους χαρακτηριστικών τους παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, ιστορικό, αλλά κυρίως πολιτικό, που μας βοηθά να κατανοήσουμε τις βάσεις της πολυδιαφημισμένης τρέχουσας ενοποίησης.

Η Ευρώπη του Ναπολέοντα

Η πρώτη απόπειρα, εκείνη που ξεκινούσε από τους Γάλλους του Ναπολέοντα, ήταν βαριά φορτωμένη με φιλελεύθερες ιδέες και θεωρίες και συνοδευόταν από αμέτρητες διακηρύξεις ριζοσπαστικών προθέσεων. Ηταν ίσως η πρώτη φορά μετά τις Σταυροφορίες όπου η «ευρωπαϊκή ιδέα» είχε τόσο βαρύ ιδεολογικό περίβλημα. Η Γαλλική Επανάσταση και ο αστικός ριζοσπαστισμός, που πρόβαλε ισχυρός και αμόλυντος μέσα από αυτήν, υπήρξε ο τροφοδότης ετούτης της εξόρμησης. Βρισκόμασταν εξάλλου τότε σε μία εποχή που η αστική τάξη, που αυτόνομα πλέον συγκροτούσε τον εαυτό της και την εξουσία της, έπλεε σε πελάγη αισιοδοξίας, μεγάλων ιδεών και «αγαθών» προθέσεων περί «Ελευθερίας, Ισότητας, Αδελφοσύνης» που έπρεπε να απλωθούν σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Οπωσδήποτε σε αυτές τις άγιες ιδέες ξεχνιόταν η κοινωνική βάση του σχεδίου, ότι δηλαδή οι άνθρωποι - και οι Ευρωπαίοι - ήταν, όπως και είναι, τοποθετημένοι σε διαφορετικές θέσεις της παραγωγικής διαδικασίας. Αλλοι κατείχαν τα μέσα της παραγωγής, άλλοι δεν κατείχαν παρά την εργατική τους δύναμη. Η ισότητα σε αστικό περιβάλλον ήταν ουτοπία, δεν ήταν εφικτή - συνεπακόλουθα και όλες οι υπόλοιπες μεγάλες ιδέες.

Στην πραγματικότητα, η ναπολεόντεια Ευρώπη πολύ απείχε από τα ιδεολογήματα που τη «νομιμοποίησαν»: Διοικητικά έγινε ένα συγκεντρωτικό «αυτοκρατορικό» σχήμα μακριά από τον όποιο λαϊκό έλεγχο και οι λαοί δόθηκαν ως υπήκοοι σε διάφορους νεόκοπους πρίγκιπες και βασιλιάδες παλαιάς και νέας κοπής - προορισμένους να κυβερνούν στο όνομα του αυτοκρατορικού κέντρου: Του Αυτοκράτορα Ναπολέοντα Βοναπάρτη και της προσωπικής - οικογενειακής του αυλής. Οι Πολωνοί, λόγου χάρη για των οποίων την ελευθερία πολλά ακούστηκαν τότε, δικαιούνταν ως πολίτες - στρατιώτες να σφαγιάζονται στις ρωσικές εκστρατείες του Αυτοκράτορα, δε δικαιούνταν όμως μιας κοινωνικής απελευθέρωσης από τα φεουδαρχικά δεσμά που τους έδεναν στα κτήματα των αριστοκρατών κυρίων τους. Μέσα από ποταμούς αίματος η Αυτοκρατορία που θα ενοποιούσε την Ευρώπη αποκαλύφθηκε σε αυτό που πραγματικά ήταν: Ενα εργαλείο της γαλλικής αστικής τάξης - και όσων αστών συντάχθηκαν με αυτήν σε όλες τις πόλεις της ηπείρου - στον πόλεμο της διεκδίκησης των θαλασσών και του κόσμου από τον άλλο ισχυρό της εποχής: Τη Μεγάλη Βρετανία. Ενα παιχνίδι κοσμοκρατορίας πίσω από την Ευρώπη και τις μεγάλες ιδέες της.

Η πολιτική της σημερινής ευρωπαϊκής ενοποίησης, από όλα τα κληροδοτήματα της Αυτοκρατορικής προκατόχου του, διάλεξε μάλλον και υιοθέτησε τα πιο σκοτεινά της στοιχεία. Το πρώτο που κληροδότησε στο σήμερα η ναπολεόντεια εκδοχή της Ευρώπης φαίνεται να είναι η «σωστή» χρήση των μεγάλων ιδεών. Πανανθρώπινες «αξίες» επιστρατεύονται για να συγκαλύπτουν την πραγματικότητα. Οσο το αυτοκρατορικό σύστημα απομακρύνει την πολιτική εξουσία από τους πολίτες, τόσο πρέπει να εντείνεται ο «περί ελευθερίας λόγος» και να στηλιτεύονται οι όποιοι εχθροί και αντιφρονούντες ως «εχθροί της ελευθερίας» και τύραννοι. Οσο η ισότητα ανάμεσα στις κοινωνικές ομάδες ή ανάμεσα σε κυρίαρχους και μη κυρίαρχους λαούς εξανεμίζεται, τόσο οι μεγάλες κουβέντες περί «ανθρωπίνων δικαιωμάτων» και «δικαιωμάτων του πολίτη» αναπαράγονται σε τόνους χαρτιού και σε ατελείωτες ώρες ηλεκτρονικών (εξελιχθήκαμε βλέπετε) μονολόγων. Οσο η «αδελφοσύνη» χάνεται στη ζούγκλα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού και μαζί της ξεχνιούνται οι λειτουργίες της κοινωνικής αλληλεγγύης, τόσο πολλαπλασιάζονται οι «εθελοντικές» ή μη - μη κυβερνητικές οργανώσεις - έτοιμες να μεριμνήσουν «ανθρωπιστικά» πότε για τις φώκιες, πότε για τις φάλαινες, πότε - όταν τους περισσεύει καιρός - για τους αναξιοπαθούντες ανθρώπους.

Το δεύτερο σπουδαίο κληροδότημα που το ναπολεόντειο χτες άφησε στο ευρωπαϊκό σήμερα είναι η κοσμοπολίτικη γραφειοκρατία ως τρόπος απολυταρχικής διακυβέρνησης. Η γραφειοκρατία αυτή, διαρθρωμένη όπως τα παλαιά ιερατεία της Βαβυλώνας ή της Αιγύπτου, λειτουργεί με ανάλογο τρόπο: Απόμακρη από τους λαούς, απρόσιτη στον έλεγχο της κοινής γνώμης, απόλυτη στις εκφάνσεις της και στις πολιτικές που εφαρμόζει. Οι πενήντα χιλιάδες «κοινοτικοί» υπάλληλοι των Βρυξελλών και του Στρασβούργου, που με τον τρόπο και το ύφος του Μεγάλου Ιερέα καθορίζουν από το μήκος της γαρίδας έως τις ώρες που θα εργάζονται και θα κοιμούνται οι απόμακροι υπήκοοι - υποτελείς τους, θα ενθουσίαζαν, υποθέτουμε, τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη και τους αστούς που τον στήριζαν.

Αυτή, λοιπόν, η κληρονομιά συγκίνησε τους αυτουργούς της Ενωμένης Ευρώπης: Ο συνδυασμός μεγάλων ιδεών και πάνσοφης ανεξέλεγκτης κυβερνητικής γραφειοκρατίας, που ανοίγει το δρόμο στον απολυταρχισμό με ηθικό, θεϊκό υπόστρωμα. Στην πράξη αυτό οδηγεί στο κτίσιμο ενός ηθικά νομιμοποιημένου και θεσμικά οχυρωμένου συστήματος ταξικής εκμετάλλευσης. Οι «τεχνοκράτες», που όλα τα γνωρίζουν, δεν κυβερνούν φυσικά με βάση τους κανόνες των μαθηματικών και της φυσικής. Κυβερνούν με βάση τα όσα στις ανθρώπινες κοινωνίες συμβαίνουν. Δεν μπορούν να είναι «ουδέτεροι» όσο σοφοί και να είναι. Δεν μπορεί να λειτουργούν στο κενό. Η απόμακρη ως προς τους λαούς θέση τους τους επιτρέπει να συνδιαλέγονται αποκλειστικά και μόνο με τους ισχυρούς της γηραιάς ηπείρου και τους ταξικούς ομολόγους τους στον «παγκόσμια καπιταλιστικό» κόσμο μας. Οπως και στον καιρό του Ναπολέοντα, στο όνομα της «ελευθερίας» στήνουν έναν αδυσώπητο ολοκληρωτισμό, κατασκευάζουν τους πλέον πολύπλοκους μηχανισμούς καταπίεσης και συρρικνώνουν στο ελάχιστο το δικαίωμα των ανθρώπων σε αξιοπρεπή ζωή. Στο όνομα της «ισότητας» καθιστούν τους λαούς υποχείριους στα μεγάλα καπιταλιστικά συμφέροντα, στο όνομα της «αδελφοσύνης» αφήνουν έρμαιο τους «υπηκόους» τους στα άγρια κύματα της «ελεύθερης αγοράς». Αυτά συγκίνησαν την Ευρωπαϊκή Ενωση, αυτά υιοθέτησε, αυτά θεσμοποίησε.

Η Νέα Ευρώπη

Η δεύτερη εκδοχή της «ενοποίησης» ήταν πολύ πιο κοντινή στις δικές μας ημέρες και στα δικά μας μέτρα και ασύγκριτα πιο εφιαλτική από τη ναπολεόντεια πρώτη. Η Νέα Ευρώπη του Ναζισμού προέκυψε μέσα από πόλεμο και κατάκτηση - όπως ακριβώς και η προγενέστερή της. Στα μέσα του εικοστού αιώνα όμως η αστική τάξη και ο καπιταλισμός είχαν ήδη πίσω τους πλούσια ιστορία και δεν τους ήταν εύκολο να υπόσχονται ευθέως τον Παράδεισο επί της Γης, την ελευθερία, ισότητα και αδελφοσύνη των λαών. Στην επαύριο της Ρωσικής Επανάστασης οι λαοί της γηραιάς ηπείρου είχαν οπωσδήποτε πολλά αντιληφθεί για το πραγματικό περιεχόμενο των «αιώνιων» αυτών αξιών. Τώρα, λοιπόν, η ιδεολογία της «ενοποίησης» είχε γίνει ωμή, σχεδόν ειλικρινής για τον τρόπο με τον οποίο οι καπιταλιστές επιθυμούν την απόλυτη τάξη του κόσμου. Ο τελευταίος έπρεπε να χωριστεί σε μία ορατή διαίρεση των ανθρώπων με βάση τις φυλετικές τους δεξιότητες και σε μία αόρατη. Η πρώτη έμοιαζε με τη συντεχνιακή διαίρεση του μεσαίωνα: Οι λαοί των εκλεκτών - οι Αρειοι - είχαν το δικαίωμα και το καθήκον να πολεμούν, ενώ οι υπόλοιποι, οι φυλετικά κατώτεροι είχαν την υποχρέωση να δουλεύουν και να υπηρετούν τους πρώτους. Το αν θα δουλεύουν «μέχρι θανάτου» ή θα τους επιτρεπόταν να επιβιώνουν και να αναπαράγονται εξαρτιόταν από μία σειρά παράγοντες υποταγής, την προθυμία τους, την αποδοχή της μοίρας τους, όλα όσα προέκυπταν από την, κατά τη ναζιστική φιλολογία, κατώτερη φυλετική τους υπόσταση. Η γερμανική αστική τάξη, ο γερμανικός καπιταλισμός και μαζί του - έντεχνα το ξεχνάμε αυτό - το σημαντικότερο μέρος του ευρωπαϊκού καπιταλισμού που έσπευσε να συνεργαστεί σε αυτήν την «ενοποίηση» και να προσαρμοστεί - επικερδέστατα - στη «νέα τάξη πραγμάτων», έντυσε με μεταφυσικά και μυστικιστικά χαρακτηριστικά μεσαιωνικού τύπου την πειρατική του διάθεση, το απόλυτο δικαίωμα στη λεηλασία, την υπερεκμετάλλευση των ανθρώπινων και φυσικών πόρων: Της εργασίας πάνω απ' όλα. Το φυλετικό δικαίωμα δεν ήταν παρά το ταξικό δικαίωμα των ισχυρών...

Η φυλετική ιεραρχία που επιβλήθηκε στη ναζιστική Ευρώπη δεν ήταν παρά η εξωτερική βιτρίνα ενός ληστρικού συστήματος εκμετάλλευσης των φυσικών κι ανθρώπινων πόρων της ηπείρου. Ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός, τραυματισμένος από την ανάδειξη νέων ανταγωνιστών, είτε στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, είτε στον Ειρηνικό Ωκεανό, έκανε μία υπέρτατη προσπάθεια επαναπροσδιορισμού της θέσης του στην παγκόσμια κατανομή του πλούτου. Η στρατηγική του θέση δεν ήταν η καλύτερη δυνατή. Από τη μία πλευρά η ύπαρξη της Σοβιετικής Ενωσης και του ισχυρού κομμουνιστικού κινήματος απειλούσε την ίδια την ύπαρξή του και το φάντασμα της επανάστασης στοίχειωνε τις ημέρες και τις νύχτες όλων των κεφαλαιούχων της ηπείρου. Από την άλλη πλευρά ο υπερπόντιος καπιταλισμός, είτε στην αμερικανική εκδοχή του, είτε στη βρετανική αποικιοκρατική, περιόριζε ως την ασφυξία τις δυνατότητες και τις φιλοδοξίες του. Η λύση βρισκόταν στη χωρίς όρια και όρους λεηλασία όλων των διαθεσίμων της γηραιάς ηπείρου: Στη βίαιη συγκέντρωση κεφαλαίου στα χέρια των οικονομικών ταγών της νέας τάξης, στη χωρίς όρους και όρια αρπαγή πρώτων υλών και αποθεμάτων και προπαντός στη μέχρι θανάτου εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, στην εκμηδένιση του κόστους της εργασίας. Η τελευταία μπορούσε να πληρωθεί με ένα πιάτο σούπα ή, στην ανάγκη, ούτε με αυτό.

Η αγριότητα του ναζισμού προσδιορίζεται και ερμηνεύεται από τους σύγχρονους δυτικούς μελετητές στο ψυχολογικό - ιδεολογικό - ηθικό επίπεδο. Οι οικονομικές και ταξικές της παράμετροι ξεχνιούνται συνήθως καθώς κρίνονται εξαιρετικά ενοχλητικές. Ο ναζισμός παρουσιάζεται ως μία αρρώστια μόνο και μόνο για να εξορκιστεί και να αποσιωπηθεί η σχέση του με τον καπιταλισμό. Η σιωπή πάνω σε βασικές λειτουργίες της Νέας Ευρώπης του Χίτλερ αγγίζει τα όρια της ωμής λογοκρισίας. Σχεδόν όλα τα επίσημα αρχεία που αναφέρονται στον οικονομικό δοσιλογισμό, στη συνεργασία δηλαδή ισχυρών καπιταλιστικών κύκλων σε όλες ανεξαιρέτως τις χώρες της χιτλερικής Ευρώπης με αυτό το οικονομικό σύστημα, είναι απρόσιτα ή απλά εξαφανισμένα. Οι τεράστιες σε έκταση συγκεντρώσεις κεφαλαίου σε λίγα χέρια - φαινόμενο που συνέβη και στη χώρα μας - αποδίδονται αόριστα στις «ευκαιρίες» του πολέμου και όχι στη λειτουργία του συγκεκριμένου συστήματος.

Οπως είναι φυσικό, προκαλεί απέχθεια στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ενωση κάθε σύγκριση των πολιτικών και των πρακτικών της με την αμέσως προγενέστερή της Νέα Ευρώπη του 1940-45. Οπωσδήποτε οι αποστάσεις μεταξύ των δύο είναι μεγάλες και η βιαιότητα των πολιτικών επιλογών τους δεν μπορεί να συγκριθεί. Ανήκουν σε άλλη εποχή: Ο κομμουνισμός, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν απειλεί άμεσα την καπιταλιστική τάξη, ενώ, σε μεγάλο βαθμό, ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός είναι ταυτισμένος - είτε ως παράρτημα, είτε ως συμπλήρωμα - με τον εξωευρωπαϊκό αντίστοιχο (εκείνον των ΗΠΑ κυρίως). Οι φόβοι και οι ανταγωνισμοί βρίσκονται δηλαδή σε σχετική ύφεση. Αν και με διαφορετικό όμως τρόπο, οι οικονομικές λογικές, που κανοναρχούν την πολιτική των Βρυξελλών, έχουν κάτι από το φοβερό άρωμα των προκατόχων τους: Ο τρόπος για να γίνει ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός ανταγωνιστικός περνά από την ένταση της εκμετάλλευσης των εργαζομένων της γηραιάς ηπείρου - με τελική ίσως πρόθεση την ανταμοιβή με το πιάτο σούπας - αλλά και με την εισαγωγή δουλικής εργασίας - του επιπέδου ακριβώς του πιάτου σούπας... Εννοούμε τους οικονομικούς μετανάστες των οποίων τα δικαιώματα - πολιτικά και εργασιακά, μαζί πάνε αυτά - αφαιρούνται με την έντεχνη χρήση του προσδιορισμού «λαθραίος». Ο λαθρομετανάστης είναι τόσο άνθρωπος όσο ήταν και ο υποχρεωτικά εκτοπισμένος εργάτης της κατοχής, ο αρπαγμένος από τη δεξαμενή των απελπισμένων και εξαθλιωμένων. Την ίδια στιγμή, όπως ακριβώς πρέσβευε και η λογική της Νέας Ευρώπης, η γιγάντωση κερδών και κεφαλαίων μέσα από την αρπαγή και την εκμετάλλευση θεωρείται υπέρτατος στρατηγικός στόχος.

Η ιστορία δεν επαναλαμβάνεται, οι τρεις αυτές «ενοποιήσεις» της ευρωπαϊκής ηπείρου δεν είναι ίδιες. Ανήκουν, να το επαναλάβουμε, σε διαφορετικές ιστορικές εποχές, σε διαφορετικές φάσεις ανάπτυξης του καπιταλισμού. Από την άλλη όμως στην ιστορία δεν υπάρχει παρθενογένεση, το σήμερα κτίζεται με υλικά από το χτες. Από όσα έγιναν, επιλέγονται εκείνα που εξυπηρετούν τους σημερινούς ισχυρούς και κυρίαρχους και πάνω τους κτίζονται τα νέα πολιτικά και κοινωνικά οικοδομήματα. Στα θεμέλια της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της ιδεολογίας της, της λειτουργίας της, των πολιτικών και κοινωνικών της χαρακτηριστικών, ενσωματώνονται στοιχεία του χτες, οι προηγούμενες ενοποιήσεις είναι παρούσες και δανείζουν κομμάτια τους στη νέα απόπειρα. Τα υπόλοιπα είναι απλά θέμα συσχετισμών δύναμης και συμφερόντων. Το αυτοκρατορικό σχήμα διακυβέρνησης, η διαπόμπευση μεγάλων ιδεών και αξιών, η προσήλωση στο «απόλυτο δικαίωμα» του καπιταλισμού, η τάση για εκμηδένιση της αξίας της εργατικής δύναμης, οι πολιτικές λεηλασίας και αρπαγής, εξωραϊσμένες ή μη, είναι εύλογες επιλογές στο κτίσιμο μιας Ευρωπαϊκής Ενωσης που ποτέ δεν έκρυψε τα ταξικά της χαρακτηριστικά.

Ομολογουμένως, πρέπει να εθελοτυφλεί όποιος πιστεύει ότι μπορούμε να οδηγηθούμε σε μία Ευρώπη των Λαών, αγνοώντας την προσεκτικά προσανατολισμένη οικοδόμηση της τελευταίας, την προσεκτική επιλογή των υλικών στο κτίσιμό της και το πλήθος των μηχανισμών άμυνας που διαθέτει. Για να μεταβάλεις ένα αυτοκρατορικό σύστημα διακυβέρνησης (πολλαπλά απόμακρο και οχυρωμένο απέναντι στους λαούς) από «τα μέσα», χρειάζεσαι όχι έναν αλλά πολλούς πρίγκιπες του παραμυθιού. Οι τελευταίοι όμως υπάρχουν μόνο στα παραμύθια και δε νομίζουμε ότι η προσήλωση στα τελευταία είναι μία σωστή επιλογή για αριστερούς και προοδευτικούς ανθρώπους που θέλουν να ανατρέψουν τον άδικο κόσμο μέσα στον οποίο ζούμε.


Του
Γιώργου ΜΑΡΓΑΡΙΤΗ*
* Ο Γιώργος Μαργαρίτης είναι καθηγητής Ιστορίας στο ΑΠΘ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ