Αξίζει να δούμε ένα χρονικό για την παραχώρηση χιλιάδων στρεμμάτων γης, μέσα από σειρά δικαστικών αποφάσεων.
1. Το 1988 το Πολυμελές Πρωτοδικείο Λασιθίου «αναγνωρίζει την Ιερά Σταυροπηγιακή Μονή Παναγία Ακρωτηριανή κυρία συνολικής έκτασης 30.000 περίπου στρ.» με το εξής σκεπτικό:
Εν ολίγοις, η Μονή Τοπλού, από το 18ο αιώνα περίπου, είναι κυρία της έκτασης αυτής, παρότι μεσολάβησε η επανάσταση του 1821 και η απελευθέρωση της Κρήτης από τους Τούρκους!
2. Ωστόσο, το 1997 το Εφετείο Κρήτης υποχρεώνει τη Μονή να καταβάλλει στο Δημόσιο 128 εκατ. δρχ., τα οποία είχε εισπράξει η Μονή ως αποζημίωση για απαλλοτρίωση. Πρόεδρος του Δικαστηρίου - και αυτό έχει νομίζουμε τη δική του σημασία - ήταν ο νυν επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρος Ρακιντζής. Σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης:
Παρ' όλα αυτά ακολουθούν σειρά δικαστικών αποφάσεων που δικαιώνουν τη Μονή.
3. Το 1998 το Δικαστήριο του Αρείου Πάγου αναιρεί την απόφαση του Εφετείου Κρήτης και αναπέμπει την υπόθεση ξανά στο Εφετείο Κρήτης.
4. Το 1999 το Εφετείο Κρήτης (με άλλη βέβαια σύνθεση) βγάζει εντελώς αντίθετη απόφαση και αναγνωρίζει εκ νέου τη Μονή κυρία ακινήτου περίπου 30.000 στρεμμάτων!
Το 2002 κατατίθεται διά του ειρηνοδίκη Σητείας προς τον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών έγκληση του ηγουμένου της ΙΜ Τοπλού, Φιλοθέου Σπανουδάκη, κατά του αρχιτέκτονα Νικολάου Μαντζάκου. Ο αρχιτέκτονας είχε κατηγορήσει τον ηγούμενο για «απιστία, δωροδοκία, απάτη κατ' επάγγελμα».
Στις 11 Μάρτη 1999 στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής ο αρχιτέκτονας Ν. Μαντζάκος, κατήγγειλε ότι:
«Εχουμε το παράδειγμα του Ιδρύματος Παναγία Ακρωτηριανή στην Κρήτη, το οποίο οικειοποιείται έκταση 30.000 στρ., τα οποία περιλαμβάνουν ολόκληρο το Βάι, πολλά από τα οποία είναι δημόσια. Και αποδεδειγμένα δημόσια, όταν υπάρχει εφετειακή απόφαση, η οποία λέει ότι όλα αυτά, με το Βάι, είναι του Δημοσίου».
Και πρόσθεσε: «Παρ' όλα αυτά, το Ιδρυμα με απόφασή του - και αυτή είναι η κακοδιαχείριση που έλεγα προηγουμένως - λέει ότι είναι δική του έκταση και ότι θέλει να την αξιοποιήσει, να την κάνει οικόπεδα, δηλαδή τουριστική αξιοποίηση».
«Το θέμα έρχεται στο υπουργείο, το χρεώνομαι προσωπικά... και αρχίζει μια κατάσταση επηρεασμού μας και από το Ιδρυμα, τον πρόεδρο του Ιδρύματος - κάποιος ηγούμενος -... με στόχο να εγκρίνουμε εμείς αυτή την παράνομη απόφαση», συνεχίζει.
Λίγες μέρες μετά, στις 15 Μάρτη 1999, σε έγγραφό του ο αρχιτέκτονας ανέφερε στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, κατά λέξη, ότι: «Τα ακίνητα που αξιοποιούνται. Είναι τα ακίνητα (οικόπεδα ή κτίρια) που αξιοποιούνται με διαγωνισμούς, στις περισσότερες περιπτώσεις διαβλητούς, τους οποίους καλείται στη συνέχεια να εγκρίνει ή απορρίψει σύμφωνα με το νόμο, η αρμόδια εποπτεύουσα υπηρεσία του υπουργείου μας».
Και συνεχίζει: «Ενδεικτικά μόνο αναφέρουμε:
1. Την περίπτωση του Ιδρύματος Παναγία η Ακρωτηριανή, όπου το Ιδρυμα οικειοποιήθηκε δημόσια έκταση 10.000 στρ. στο νομό Λασιθίου και με παράνομες διαδικασίες που έχουν καταγγελθεί επίσημα από δικηγόρο μέλος του ΔΣ του Ιδρύματος, ανέθεσε σε αγγλική εταιρεία την εκμετάλλευση έκτασης 30.000 στρ. με το πρόσχημα της τουριστικής αξιοποίησης.
2. Είναι αναρίθμητες οι περιπτώσεις εκείνες όπου τα ΔΣ των Ιδρυμάτων επέλεξαν τη χειρότερη προσφορά κατά τους διαγωνισμούς αξιοποίησης των ακινήτων τους και στη συνέχεια προσπάθησαν με κάθε τρόπο να εγκριθούν οι αποφάσεις τους αυτές από το υπουργείο μας. Εμείς οι υπογράφοντες, σεβόμενοι την υπογραφή μας, εισηγηθήκαμε απορριπτικά όπου διαπιστώσαμε, ότι υπήρχε παράβαση των κανόνων δικαίου και ηθικής».
Ο αρχιτέκτονας, Ν. Μαντζάκος, ενεργώντας ως μέλος της 11μελούς επιτροπής αξιολογήσεως των προσφορών που είχαν υποβληθεί στο Ιδρυμα για την αξιοποίηση της περιουσίας του, στις 7 Φλεβάρη 1997 δήλωσε κατά λέξη: «Υπήρξαν απαράδεκτες μεθοδεύσεις από το Ιδρυμα σε όλες τις φάσεις εξέλιξης της υπόθεσης με κυρίαρχη μεθόδευση την προσπάθεια καταπάτησης δημόσιας γης».
Στις 29 Μάρτη 1999 καταθέτοντας ενόρκως στον αντιεισαγγελέα Αρείου Πάγου Α. Καπόλα, κατέθεσε μεταξύ άλλων ότι: «Η απόφαση του ΔΣ του Ιδρύματος να αναθέσει την αξιοποίηση, της εις το Ιδρυμα ανηκούσης εκτάσεως, ήταν "παράνομη"».
Στις 25 Απρίλη 2002 κατέθεσε μεταξύ άλλων: «... διαπίστωσα ότι η προκήρυξη, όπως ήταν διατυπωμένη περιείχε ανακρίβειες και συγκεκριμένα ανέφερε ότι το ίδρυμα έχει στην ιδιοκτησία του 25.915 στρ., τη στιγμή που το Ελληνικό Δημόσιο διεκδικούσε μέρος της έκτασης αυτής και δικαιώθηκε για τα 10.000 στρ. από το Εφετείο Κρήτης».
Στις 26 Νοέμβρη 2004 ο αρχιτέκτονας, Ν. Μαντζάκος, εμφανίζεται... μετανοημένος.
Καταθέτει στο Α' Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών, ότι «όσα κατέθεσα στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής την 11/3/1999 εναντίον του Ιδρύματος "Παναγία Ακρωτηριανή" και συμπεριέλαβα στο άνω από 15/3/1999 υπόμνημά μου, τα κατέθεσα χωρίς καμιά πρόθεση να θίξω, να προσβάλλω ή να προκαλέσω την ποινική δίωξη των μελών του ΔΣ ή του εγκαλούντος Φιλοθέου - Μιχαήλ Σπανουδάκη. Στην πραγματικότητα οφείλονταν σε κακή από μέρους μου εκτίμηση του φακέλου του διαγωνισμού, τον οποίο είχα χρεωθεί. Λυπάμαι που οι παραπάνω ενέργειές μου συντέλεσαν στην άσκηση ποινικής δίωξης και το διασυρμό των μελών του ΔΣ του Ιδρύματος και είχαν επιπτώσεις στον επηρεασμό της κοινής γνώμης».