Πέμπτη 6 Γενάρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Πληθαίνει ο κύκλος των «επ' αόριστον» συνομιλιών

Ο υπουργός εξωτερικών της Συρίας Φαρούκ Αλ Σαρά ενώ αποχωρεί απο τον Λευκό Οικο

Associated Press

Ο υπουργός εξωτερικών της Συρίας Φαρούκ Αλ Σαρά ενώ αποχωρεί απο τον Λευκό Οικο
Με τους καλύτερους οιωνούς, τουλάχιστον τυπικά, ξεκίνησε η νέα χρονιά για τον Ισραηλινό πρωθυπουργό Εχούντ Μπάρακ. Η έναρξη της χιλιετίας βρίσκει τον πρώην αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού να έχει αναθερμάνει τις ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Συρία, να συνεχίζει, παρά τις αλλεπάλληλες δυσκολίες, την ισραηλινο-παλαιστινιακή «ειρηνευτική διαδικασία» και να έχει αποσοβήσει, μέσα από κατάλληλους ελιγμούς, τη βιωσιμότητα της κυβέρνησής του.

Το κατά πόσο οι πολιτικές επιλογές και η διπλωματική δεινότητα του Μπάρακ και των συνεργατών του θα οδηγήσουν σε κάποια μόνιμη διευθέτηση των αντιπαραθέσεων στην περιοχή είναι μάλλον ήσσονος σημασίας, καθώς η Ουάσιγκτον, που έχει αυτοχριστεί βασικός διαμεσολαβητικός παράγοντας τόσο στις ισραηλινο-παλαιστινιακές όσο και στις ισραηλινο-συριακές διαπραγματεύσεις, εμφανίζεται αποφασισμένη να επιτύχει τελικές συμφωνίες, φυσικά κατά τα συμφέροντά της, και στα δύο «μέτωπα». Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι το κατά πόσο οι, σε εξέλιξη, ειρηνευτικές διαδικασίες θα αποτελέσουν ένα ουσιαστικό βήμα προς την οριστική ειρήνευση, ενδεχόμενο που μοιάζει μάλλον αδύνατο, εξαιτίας του ίδιου του αδιευκρίνιστου και θολού περιεχομένου τους.

Με πολλά δημοσιογραφικά φλας, λαμπρότητα και συγκρατημένες, αλλά αισιόδοξες δηλώσεις συνοδεύτηκε η επανέναρξη, μετά από 45 μήνες, των ισραηλινο-συριακών διαπραγματεύσεων, μετά από αλλεπάλληλα ταξίδια και επαφές της Αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπράιτ με Δαμασκό και Τελ Αβίβ. Στα μέσα του Δεκέμβρη, ο Ισραηλινός πρωθυπουργός και ο Σύρος υπουργός Εξωτερικών Φαρούκ αλ Σάραα συνομίλησαν επί δύο ημέρες για να θέσουν χρονοδιάγραμμα, αλλά και ακριβές πλαίσιο στις επικείμενες, μεταξύ τους, διαπραγματεύσεις. Από το περιεχόμενο των συνομιλιών αυτών, με εξαίρεση τις, εκατέρωθεν, δηλώσεις καλής θέλησης και την ανταλλαγή φιλοφρονήσεων (τομέας που σαφώς κυριαρχεί ο «μεγαλόστομος» Εχούντ Μπάρακ), καθώς και τις συγκρατημένα αισιόδοξες εκτιμήσεις του Αμερικανού Προέδρου Μπιλ Κλίντον για την έκβαση των συζητήσεων αυτών, τίποτε συγκεκριμένο δε γνωστοποιήθηκε στον Τύπο.

Σε «ασταθές» έδαφος η αναθέρμανση

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Ε.Μπάρακ στο αεροδρόμιο ενω αναχωρεί για τις συνομιλίες στις ΗΠΑ

Associated Press

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Ε.Μπάρακ στο αεροδρόμιο ενω αναχωρεί για τις συνομιλίες στις ΗΠΑ
Παρά τη γενικότερη ευφορία, που εκφράστηκε τόσο σε διπλωματικό και πολιτικό επίπεδο όσο και στους δημοσιογραφικούς κύκλους, δεν έλειψαν οι φωνές εκείνων που εστίασαν το ενδιαφέρον τους στα σημεία των συνομιλιών που έμειναν στη σκιά, αλλά αναμένεται να διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο στη μετέπειτα πορεία των εξελίξεων. Ισραήλ και Συρία επανήλθαν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, δηλώνοντας εκατέρωθεν ετοιμότητα και εγρήγορση για ουσιαστική επίλυση των διαφορών τους, αν και, όπως αποδεικνύεται μέχρι στιγμής, ουδέποτε συμφώνησαν στο ακριβές περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων αυτών.

Οπως έγινε γνωστό, οι δύο πλευρές «ξαναρχίζουν τις συνομιλίες από το σημείο που τις άφησαν το 1996», όμως Δαμασκός και Τελ Αβίβ δεν έχουν την ίδια εκτίμηση γι' αυτό το σημείο. Η συριακή ηγεσία επιμένει ότι θα πρέπει να αποχωρήσει το Ισραήλ από όλα τα κατειλημμένα αραβικά εδάφη, δηλαδή τα Υψώματα του Γκολάν, τονίζοντας ότι αυτό είναι ένα ζήτημα που δεν τίθεται προς διαπραγμάτευση. Από την άλλη, το Ισραήλ επιμένει για επιστροφή στα σύνορα που υπήρχαν επί βρετανο-γαλλικής κατοχής, ανάμεσα στη Συρία και στην, τότε, Παλαιστίνη, υποστηρίζοντας ότι ανάμεσα στο 1945 και στο 1967 (οπότε καταλήφθηκαν τα Γκολάν), η Δαμασκός είχε προσεταιριστεί σειρά εδαφών που δεν της ανήκουν.

Είναι απορίας άξιο το πώς, τελικά, οι δύο πλευρές, ξεκινώντας από εντελώς διαφορετικές διαπραγματευτικές αφετηρίες, θα καταφέρουν να καταλήξουν σε κάποια κοινή συμφωνία, η οποία, σαφώς, θα είναι μείζονος σημασίας, αφού θα σημάνει την επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας και με το Λίβανο, όπου η Δαμασκός διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην πολιτική του σκηνή. Οι δυσκολίες αυτές, όμως, δε φαίνεται να πτοούν την Ουάσιγκτον, η οποία έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος των διπλωματικών της προσπαθειών στην ευόδωση των ισραηλινο-συριακών (και κατ' επέκταση ισραηλινο-λιβανικών) συνομιλιών.

Ο Μπιλ Κλίντον επιθυμεί να εγκαταλείψει την Προεδρία, έχοντας στο ενεργητικό του την, μετά από δεκαετίες ολόκληρες προσπαθειών, ειρήνευση στη Μέση Ανατολή και μάλιστα με τρόπο τέτοιο που η Ουάσιγκτον θα εξασφαλίζει το διαρκές προνόμιο της ανά πάσα στιγμή παρέμβασης και διαμεσολάβησης. Παράλληλα, μια τέτοια επιτυχία, χωρίς καμία αμφιβολία, εκτός από την εδραίωση της αμερικανικής κυριαρχίας στην περιοχή, εξασφαλίζει και ένα σημαντικότατο όπλο στη φαρέτρα της συζύγου του, Χίλαρι, στην προεκλογική της εκστρατεία για ανάδειξη στη Γερουσία.

Μοχλός περαιτέρω πίεσης προς την Παλαιστινιακή Αρχή

Το μεγάλο βάρος που η Ουάσιγκτον έχει επιδείξει στην αναθέρμανση των ισραηλινο-συριακών σχέσεων μοιάζει να έχει προκαλέσει ανησυχίες στην Παλαιστινιακή Αρχή. Μετά από χρόνια συνομιλιών, εμπλοκών και πισωγυρισμάτων, η ισραηλινο-παλαιστινιακή «ειρηνευτική διαδικασία» έχει περιπέσει, για άλλη μια φορά, σε ένα ιδιόμορφο τέλμα. Οι δύο πλευρές δεν έχουν συμφωνήσει στις περιοχές από όπου θα έπρεπε να έχει αποχωρήσει ο ισραηλινός στρατός, ήδη, από τα μέσα Νοέμβρη, με αποτέλεσμα να μην έχει σημειωθεί καμία ουσιαστική πρόοδος στην τρίτη και τελική φάση των διαπραγματεύσεων για το οριστικό καθεστώς, που έχει προγραμματιστεί να λήξει στις 13 Φλεβάρη.

Τόσο ο Ισραηλινός πρωθυπουργός όσο και ο Παλαιστίνιος ηγέτης επιμένουν στις δηλώσεις τους περί αποφασιστικότητας στην επίτευξη οριστικής ειρηνευτικής συμφωνίας. Εντούτοις, το ίδιο το περιεχόμενο της «ειρηνευτικής διαδικασίας», όπως έχει τεθεί σε εφαρμογή με βάση τις αρχικές αποφάσεις της συμφωνίας του Οσλο και τις ενδιάμεσες παρεμβάσεις της Ουάσιγκτον που κατέληξαν σε σειρά «ενδιάμεσων συμφωνιών», όπως είναι αυτή του Ουάι Πλαντέισον με τον Μπέντζαμιν Νετανιάχου ή του Σαρμ ελ Σέιχ, τον περασμένο Σεπτέμβρη, με τον Εχούντ Μπάρακ, δε φαίνεται να συνεισφέρει διόλου στην ομαλή εξέλιξη των συνομιλιών. Τα πλέον βασικά ζητήματα, όπως είναι το μέλλον της Ιερουσαλήμ, το τελικό καθεστώς και τα όρια των Αυτονόμων, η τύχη των Παλαιστινίων κρατουμένων, η επιστροφή των χιλιάδων Παλαιστινίων προσφύγων δεν έχουν καν τεθεί προς συζήτηση, ενώ μεγάλες παραμένουν οι διαφωνίες για το θέμα των εβραϊκών οικισμών στη Δυτική Οχθη και για τα εδάφη από τα οποία θα αποχωρήσει ο ισραηλινός στρατός.

Πολλοί πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η επανέναρξη των ισραηλινο-συριακών διαπραγματεύσεων είναι, εκτός των υπολοίπων, ένας πολύ καλός μοχλός πίεσης προς την παλαιστινιακή ηγεσία. Το ενδεχόμενο επίτευξης συμφωνίας ανάμεσα στη Συρία και στο Ισραήλ φέρνει σε πραγματικά δύσκολη θέση την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία είχε προκαλέσει τη μήνι του Σύρου Προέδρου Χαφέζ αλ Ασαντ, θέτοντας εαυτόν εκτός της κοινής αραβικής πολιτικής γραμμής και αρχίζοντας μόνη της διαπραγματεύσεις με το Ισραήλ. Η ειρήνευση ανάμεσα στη Δαμασκό και στο Τελ Αβίβ θα σημάνει, υποστηρίζουν πολλοί, την οριστική περιθωριοποίηση του Παλαιστινιακού, το οποίο γεωπολιτικά και στρατηγικά, εκτιμάται ως μικρότερης σημασίας σε σύγκριση με τις θέσεις και τις αποφάσεις της συριακής ηγεσίας. Με δεδομένη αυτήν την ιδιότυπη «απειλή», η Παλαιστινιακή Αρχή πιέζεται να επιταχύνει το ρυθμό των συνομιλιών, αλλά και των υποχωρήσεων που έχει, ήδη, ξεκινήσει, προκειμένου να «προλάβει» να καταλήξει σε «ειρηνευτική συμφωνία» με το Ισραήλ προτού το Παλαιστινιακό ενταχθεί σε μια συνολική διευθέτηση, στην οποία θα συμφωνήσουν οι μεγάλες δυνάμεις της περιοχής: Ισραήλ και Συρία.

Νέες αφορμές αέναων συζητήσεων

«Ετος ειρήνης» εκτίμησε ο Αμερικανός Πρόεδρος ότι θα είναι το 2000 για τη Μέση Ανατολή, παραδεχόμενος, όμως, ότι παραμένουν προς επίλυση μια σειρά από σημαντικά ζητήματα. Συνήθως, τα τελευταία χρόνια, οι «εκτιμήσεις» της Ουάσιγκτον αποτελούν ένα ακριβές κριτήριο «πρόβλεψης» των τεκταινομένων σε παγκόσμιο επίπεδο. Συνεπώς, δεν μπορεί παρά να αναμένει κανείς τους επόμενους μήνες προκειμένου να επαληθευτούν ή όχι οι «χρησμοί» της αμερικανικής διπλωματίας. Παρ' όλα αυτά, ακόμα και ο «ενθουσιασμός» που προκάλεσε η επανέναρξη των ισραηλινο-συριακών συνομιλιών δεν κατέστη δυνατό να υποσκελίσει τα βασικά ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα: σε ποια βάση θα συμφωνήσουν τόσο οι Παλαιστίνιοι όσο και οι Σύροι - Λιβανέζοι με το Ισραήλ όταν οι αιτίες της αντιπαράθεσής τους παραμένουν και δεν τίθεται καμία σαφής προϋπόθεση επίλυσής τους;

Ο Εχούντ Μπάρακ, όπως και οι προκάτοχοί του, συνομιλεί με δεδομένη την καταπάτηση των αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ για αποχώρηση από όλα τα κατειλημμένα αραβικά εδάφη, αποφάσεις που θέτουν ως βασικό άξονα συζήτησης Παλαιστίνιοι, Σύροι και Λιβανέζοι. Αυτό που φαίνεται σίγουρο είναι ότι οι συνομιλίες, κάθε είδους, θα έχουν μακρά διάρκεια καθώς ακόμη και αν επιτευχθεί, κάποιας αμφίβολης μορφής και περιεχομένου, συμφωνία, τα κενά και τα θολά σημεία που θα εμπεριέχει, αποτελούν εγγύηση για την, επ' αόριστον, συνέχιση των συνομιλιών, των αντιπαραθέσεων και των «καταλυτικών» αμερικανικών διαμεσολαβήσεων.


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ