Πέμπτη 29 Μάρτη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ
ΤΖΟΝ ΜΑΝΤΕΝ
Εξωτικό ξενοδοχείο Μάριγκολντ

Στο μυθιστόρημα της Deborah Moggach «These Foolish Things» στηρίζεται η ταινία του Τζον Μάντεν και συνιστά, φιλάσθενης κράσης, υποείδος της ρομαντικής κωμωδίας. Με κάποιες νότες φάρσας και έλλειμμα φιλοδοξίας, η αφήγηση επιπλέει στην επιφάνεια καταστάσεων και χαρακτήρων. Πρόκειται για την ιστορία επτά Βρετανών συνταξιούχων με διαφορετικό παρελθόν καθένας τους, που πρωτοσυναντιούνται καθ' οδό προς την Ινδία, όπου επέλεξαν να μεταναστεύσουν, καθένας τους για διαφορετικούς λόγους. Ψυχολογικούς, συναισθηματικούς αλλά και οικονομικούς, γιατί κάποιοι βρέθηκαν ξαφνικά αντιμέτωποι με σοβαρό οικονομικό πρόβλημα που μόνο ένας Χριστός θα μπορούσε να επιλύσει με ένα «α λα Κανά» θαύμα επί της πενιχρής τους σύνταξης.

Οι συνταξιούχοι αντιπροσωπεύουν ευρύ φάσμα των αγγλικών μικροαστικών στρωμάτων, καθένας τους, φορέας συγκεκριμένων προκαταλήψεων και πεποιθήσεων. Φθάνοντας στη μυθική Τζαϊπούρ ανακαλύπτουν ότι το ετοιμόρροπο ξενοδοχείο Μάριγκολντ που διευθύνει αδέξια ένας ονειροπόλος νεαρός δεν έχει σχέση με την εξωτική όαση της διαφήμισης. Κι εδώ αρχίζει μια σειρά περιστατικών πρακτικής και συναισθηματικής φύσης που περιλαμβάνει τους πάντες, τον ένα μετά τον άλλο.

Ο Τζον Μάντεν γνωστός κυρίως από τις ταινίες «ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΟΣ ΣΑΙΞΠΗΡ» (1998) και «ΤΟ ΜΑΝΤΟΛΙΝΟ ΤΟΥ ΛΟΧΑΓΟΥ ΚΟΡΕΛΙ» (2001) έχει δεδηλωμένη κλίση προς την πολύχρωμη γραφικότητα και την εντυπωσιακή, απαστράπτουσα ομορφιά τοποθεσιών και εσωτερικών. Ποιος καλύτερος τόπος από την Ινδία; Η κινηματογραφική σχέση Βρετανίας / Ινδίας σφύζει από στερεότυπα, που άλλα αποδέχεται κανείς με επιείκεια και άλλα ερμηνεύει σαν μια ακόμα μορφή υποτιμητικού μετα - αποικιοκρατικού χιούμορ. Σχηματικά, η σχέση ορίζεται με το «τυπικά αγγλικό» απέναντι στο «τυπικά ινδικό». Στην ταινία, αποκαλύπτεται μια τέτοια οπτική για τους «ιθαγενείς» που μάλιστα αναπαράγεται με καρικατουρίστικο τρόπο και αισθητική Bollywood. Ετσι επιβεβαιώνεται η ρήση «ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του...» με τους Εγγλέζους πρώην αποικιοκράτες που σιγά σιγά μπαίνουν στη ζωή των Ινδών και την επηρεάζουν. Τους μαθαίνουν κρίκετ, τους μαθαίνουν να τακτοποιούν, να βάζουν σε τάξη τα οικονομικά του ξενοδοχείου, τους διδάσκουν δημόσιες, αλλά και προσωπικές σχέσεις. Ολα γίνονται πολύ πιο αποτελεσματικά με τη βοήθεια των Αγγλων. Οι ίδιοι δεν έχουν ανάγκη τους ιθαγενείς και τον πολιτισμό τους, εκτός από το δικαστή που αναπολεί την Ινδία σαν τον εφηβικό του παράδεισο και όχι σαν ένα από τα πετράδια της αυτοκρατορικής κορόνας... Οι υπόλοιποι της ομάδας ψάχνουν και βρίσκουν την ευτυχία ανάμεσα σε ομοεθνείς τους. Πάντως, η μονοδιάστατη, απλουστευτική οπτική της ταινίας επεκτείνεται και στα στερεοτυπικά πορτρέτα των Βρετανών συνταξιούχων και στον ήχο του χρήματος που κουδουνίζει πίσω από τις γραμμές που συνθέτουν την εικόνα αλλά και τις, φαινομενικά, αυθόρμητες λακωνικές φράσεις και διαλόγους που εκφέρονται από χείλη άξιων ηθοποιών και κάπου είναι πράγματι διασκεδαστικοί.

Γιατί είναι οι πεπειραμένοι καρατερίστες, η ελίτ μεταξύ των ηθοποιών, που κρατούν την ταινία. Και οι ερμηνείες είναι το μόνο για το οποίο αξίζει κανείς να δει το φιλμ. Στην αρχή ξεχωρίζει το καλούπι, ο σκελετός του ρόλου και σιγά - σιγά αυτό γεμίζει ζωή και γίνεται κολόνα που στηρίζει ένα χλιαρό, τεχνητό σενάριο που, καίτοι γεμάτο μαθήματα ζωής, ζυγίζει πολύ λίγο. Οι φοβίες και οι προκαταλήψεις των χαρακτήρων γίνονται πρόκληση και στο τέλος όλοι γίνονται ειλικρινέστεροι και προς τον εαυτό τους και αναμεταξύ τους. Πρωταγωνιστές είναι και παραμένουν οι Αγγλοι συνταξιούχοι που διανύουν το φθινόπωρο της ζωής και ψάχνουν για την αλήθεια της και απαντήσεις στο αμείλικτο ερώτημα με ποιον τρόπο ζούμε... και πότε, αλήθεια, είναι η σωστή ηλικία για αλλαγή; Οι Ινδοί τριγύρω, φιγούρες κομπάρσων που σαν απόθεμα καυσίμων αναλαμβάνουν τη συνέχεια της δράσης, όταν η μηχανή της κωμωδίας αρχίζει να μπουκώνει.

Ταινία άκρως προβλέψιμη. Από την ώρα που οι συνταξιούχοι προσγειώνονται στην Ινδία, καθένας καταλαβαίνει πώς σκοπεύει να καταλήξει... Ολοι θα βρουν τον εαυτό τους, όλοι θα γίνουν πιο ευτυχισμένοι, μέχρι και η βαμμένη ρατσίστρια Μάγκι Σμιθ θα μεταλλαχθεί από μισάνθρωπο σε φιλάνθρωπο...

Παίζουν: Μάγκι Σμιθ, Τζούντι Ντεντς, Τομ Γουίλκινσον, Μπιλ Νάι, Ντεβ Πάτελ, Σίλια Ιμρι, Ρόναλντ Πίκαπ, Πενέλοπι Ουίλτον, κ.α.

Παραγωγή: ΗΠΑ, Μ. Βρετανία (2012).


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ