Σε αυτή την άλλη Μύκονο προσκαλεί τον ακροατή η δισκογραφική έκδοση «Σαμπούνες Μυκονιάτικες» - παραγωγή του Ελληνονορβηγού Ούλοφ Δημήτρη Ρόε - που κυκλοφόρησε από τη «Λύρα», στη σειρά «Ελληνική Μουσουργία». Γιατρός στη Μύκονο, αλλά και μουσικός σε μυκονιάτικες «ζυ' ές» (ζευγάρια οργανοπαικτών συνήθως σαμπούνας και ντουμπάκι - μικρό νταούλι), αλλά και βιολιστής σε σχήματα σύγχρονης μουσικής, ο γεννημένος στη Νορβηγία Ρόε πέρασε τα παιδικά του καλοκαίρια στο νησί μαθαίνοντας το όργανο με τον μοναδικό τρόπο: βλέποντας τους σαμπουνιέρηδες να παίζουν. Αυτούς θέλησε και κατάφερε να καταγράψει στο CD, μαζί με ό,τι από την ψυχή της άλλη Μυκόνου μπορούσε να συμπεριληφθεί σε μια ηχογράφηση. Στο δίσκο ακούγονται κάποιοι από τους τελευταίους οργανοπαίκτες του ζωντανού ασκού από το νησί, οι: Μιχάλης Κουνάνης ή Μπαμπέλης, Παναγιώτης Κουκάς του Αλεκάρα, Λευτέρης Σικινιώτης ή Καντενάσος, Γεράσιμος Σικινιώτης ή Γερασιμάρας, καθώς και ο ίδιος ο παραγωγός. Την έκδοση συνοδεύει περιγραφικό και λεπτομερές βιβλιαράκι, με πλούσιες πληροφορίες για την καταγωγή της σαμπούνας και τις ιδιαιτερότητές της από τις άλλες κυκλαδίτικες, για τον τρόπο της κατασκευής (δίνονται συγκεκριμένες οδηγίες) και του παιξίματος, για τη θέση των σαμπουνιέρηδων μέσα στο γλέντι, αλλά και για τη θέση του γλεντιού μέσα στη ζωή. Επίσης για τα είδη των τραγουδιών και των χορών, τη γλώσσα της Μυκόνου, αλλά και τη θέση της μουσικής και της σαμπούνας σε αυτή την «άλλη» Μύκονο, που δεν έχει γίνει ακόμη βορά στην τουριστική βιομηχανία. Οι χοροί και τα τραγούδια ποικίλλουν: τοπικά μυκονιάτικα (συρτοί, μπαλαριστοί, σούστες, αλλά και κάλαντα) όσο και σκοπούς από την υπόλοιπη Ελλάδα (από στερεοελλαδίτικα και καλαματιανά μέχρι ηπειρώτικα).