Τρίτη 24 Γενάρη 2017
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
20ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ - ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Για τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο

Σύντροφοι, το Πρόγραμμα του 19ου Συνεδρίου και οι Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο τονίζουν και επισημαίνουν πως ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος μπορεί να οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση την εξουσία της αστικής τάξης και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για την ανατροπή της (επαναστατική κατάσταση). Κύριο μέλημα του υποκειμενικού παράγοντα σε μια τέτοια περίπτωση είναι η μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε επαναστατικό για την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας, της δικτατορίας του προλεταριάτου. Το καθήκον αυτό είναι ιδιαίτερα περίπλοκο και δύσκολο. Μια από τις πιο σημαντικές δυσκολίες είναι το εθνικιστικό κλίμα που επικρατεί, όπως καταγράφεται ιστορικά στις περισσότερες περιπτώσεις, στην πρώτη φάση του πολέμου, είτε όταν η εγχώρια αστική τάξη επιτίθεται είτε όταν αμύνεται. Αυτή η πρώτη φάση είναι ιδιαίτερα επικίνδυνη για τον υποκειμενικό παράγοντα. Κινδυνεύει είτε να κατρακυλήσει στο σοσιαλσοβινισμό, είτε να απομονωθεί από τις άπειρες πολιτικά λαϊκές μάζες, που επηρεάζονται από τα εθνικιστικά κηρύγματα, και να εξοντωθεί από τον ταξικό αντίπαλο. Αν στην πρώτη αυτή φάση ο υποκειμενικός παράγοντας μπορέσει και κρατηθεί με συνέπεια στην επαναστατική γραμμή, μπορέσει να διατηρήσει την επιρροή του και τους δεσμούς του με ευρύτερες λαϊκές μάζες, τότε έχει σημαντικές πιθανότητες, εφόσον προκύψει επαναστατική κατάσταση, να ανατρέψει την αστική εξουσία. Αλλωστε, όταν οι συνέπειες του πολέμου αρχίζουν και γίνονται βίωμα, όταν οι ευθύνες αλλά και τα κέρδη της αστικής τάξης από το μακελειό γίνονται περισσότερο από φανερές (κερδοσκοπία, ταχύτατος πλουτισμός), με την παρέμβαση του Κόμματος το εθνικιστικό δηλητήριο αποβάλλεται ταχύτατα από τα λαϊκά στρώματα. Για να πετύχει τα παραπάνω, όμως, ο υποκειμενικός παράγοντας χρειάζεται προετοιμασία σε ιδεολογικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο κινήματος από την προπολεμική περίοδο.

Οι Θέσεις (σελ. 15-17) σημειώνουν τη μεγάλη πιθανότητα οι ανταγωνισμοί των αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες να οδηγήσουν σε πολεμική σύρραξη. Η ανάδειξη των ευθυνών των αστικών τάξεων των δύο χωρών αποτελεί τη βάση για την ιδεολογική - θεωρητική ανάλυση του ζητήματος του ενδεχόμενου πολέμου και της στάσης του υποκειμενικού παράγοντα απέναντι σε αυτόν. Θεωρώ ότι οι ευθύνες της ελληνικής αστικής τάξης δεν αναδεικνύονται στο βαθμό και την ένταση που αναδεικνύονται οι ευθύνες της τουρκικής αστικής τάξης, αφήνοντας περιθώρια παρερμηνείας. Η πολιτική της τουρκικής αστικής τάξης χαρακτηρίζεται επεκτατική, οι αμφισβητήσεις της σε βάρος του ελληνικού κράτους «προκλητικές», ενώ γίνεται αναφορά και στις πρόσφατες δηλώσεις του Προέδρου της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, με τις οποίες αμφισβήτησε τη Συνθήκη της Λοζάνης. Αντίθετα οι ευθύνες της ελληνικής αστικής τάξης, όσον αφορά συγκεκριμένα την αντιπαράθεσή της με την τουρκική αστική τάξη, «περιορίζονται» στην ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ και στην προώθηση των ΝΑΤΟικών σχεδίων στην περιοχή, καθώς και στη διαμόρφωση του άξονα συνεργασίας Ελλάδας - Ισραήλ που «δεν αποτελεί παράγοντα ειρήνης στην περιοχή». Και η διαφορά στο ύφος και στη διατύπωση, κατά την άποψή μου, μπορεί να αφήσει περιθώρια παρερμηνείας. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ελληνική αστική τάξη ως πιο έμπειρη υπήρξε τον προηγούμενο αιώνα η μεγάλη κερδισμένη στον ανταγωνισμό της με την τουρκική αστική τάξη. Με τους Βαλκανικούς Πολέμους το ελληνικό κράτος επεκτάθηκε σημαντικά και παρά τη Μικρασιατική Καταστροφή και τις ακόλουθες συγκρούσεις και εντάσεις, διατήρησε τον έλεγχο στην περιοχή του Αιγαίου. Ολα αυτά βέβαια τα πέτυχε με το βαρύ φόρο αίματος που πλήρωσαν η εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα. Ο ρεβανσισμός της τουρκικής αστικής τάξης, χαρακτηριστικό της πολιτικής της όχι μόνο το τελευταίο διάστημα, συνδέεται με τις προκλητικές δηλώσεις του πολιτικού της προσωπικού. Η προκλητικότητα των δηλώσεων, όμως, της μιας πλευράς δεν σημαίνει έλλειψη επιθετικότητας από την άλλη. («Προκλητικές», άλλωστε, θα μπορούσαν να θεωρηθούν εξίσου και οι δηλώσεις του υπουργού Αμυνας της ελληνικής κυβέρνησης για τη Συνθήκη των Σεβρών). Οι σχεδιασμοί της ελληνικής κυβέρνησης στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και η προώθηση της συνεργασίας, οικονομικής και στρατιωτικής, με άλλες περιφερειακές δυνάμεις (Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο), είναι επιθετικοί σχεδιασμοί. Κατά την άποψή μου, οι ευθύνες της ελληνικής αστικής τάξης στη δημιουργία κλίματος έντασης στην περιοχή πρέπει να καταγραφούν με εμφατικό τρόπο στις Θέσεις της ΚΕ για το 20ό Συνέδριο, ώστε να μην μπορεί να παρεισφρήσει η λογική του «μικρότερου κακού».

Οι εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μυρίζουν μπαρούτι. Η ανακίνηση του κυπριακού ζητήματος τη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία εντάσσεται στο πλαίσιο του σχεδιασμού ιμπεριαλιστικών κέντρων για την αναδιάταξης της ισορροπίας δυνάμεων στην περιοχή. Η δυναμική που αναπτύσσεται είναι δυναμική πολέμου. Ο υποκειμενικός παράγοντας δεν μπορεί να προβλέψει αν τελικά τα πράγματα θα οδηγήσουν και πόσο γρήγορα σε πολεμική εμπλοκή της χώρας, δεν μπορεί όμως και να αποκλείσει αυτή η εμπλοκή να προκύψει άμεσα. Πέρα, λοιπόν, από την ιδεολογική θωράκιση του Κόμματος, χρειάζεται δράση με όρους κινήματος. Αμεσα και όποτε οι εξελίξεις στην περιοχή οξύνουν την ένταση (το Κυπριακό αποτελεί μια τέτοια περίπτωση), πρέπει με αποφασιστικότητα να οργανώνονται μαζικές αντιπολεμικές, αντιιμπεριαλιστικές διαδηλώσεις. Στην προπαγάνδισή τους κυρίαρχη θέση θα πρέπει να είναι ότι «οι φτωχοί δεν πρέπει να ματώσουν για τα κέρδη των πλουσίων». Από τώρα να αρχίσει να ζυμώνεται το σύνθημα «όχι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο που σχεδιάζουν οι πλούσιοι». Η κινηματική δράση σε αυτή την κατεύθυνση θα προετοιμάσει τον υποκειμενικό παράγοντα για τη σκληρή δοκιμασία της πρώτης φάσης μιας ενδεχόμενης σύρραξης, αλλά και θα μετριάσει τη δοκιμασία αυτή ίσως σε σημαντικό βαθμό, καθώς ευρύτερα λαϊκά στρώματα θα έρθουν άμεσα και ζωντανά σε επαφή ήδη από την ειρηνική περίοδο με την ταξικά αντιπολεμική, αντιιμπεριαλιστική γραμμή.


Πάνος Τσαπόγας
Χολαργός


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ