Σάββατο 17 Φλεβάρη 2018 - Κυριακή 18 Φλεβάρη 2018
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΕΥΡΩΑΤΛΑΝΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΣΤΑ ΒΑΛΚΑΝΙΑ
ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
«Είναι δικοί μας στόχοι... »

Τα αναπτυξιακά «οράματα» της ελληνικής αστικής τάξης, η στρατηγική της ΕΕ στα Βαλκάνια και ο αμερικανικός παράγοντας

Από τη συνάντηση Τσίπρα - Ζάεφ στο Νταβός
Από τη συνάντηση Τσίπρα - Ζάεφ στο Νταβός
Δεν παραλείπει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ να τονίζει ότι η εμπλοκή της στους ευρωατλαντικούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια δεν επιβάλλεται από κάποιους, αλλά υπηρετεί δικούς της στόχους, στόχους δηλαδή του ελληνικού κεφαλαίου.

Μάλιστα, όσο προχωράνε οι διαπραγματεύσεις Ελλάδας - ΠΓΔΜ, με αιχμή το ονοματολογικό, και οι παράλληλες συνομιλίες με ΕΕ και ΝΑΤΟ, για την «ευρωατλαντική ολοκλήρωση» της περιοχής, τόσο πυκνώνει η επιχειρηματολογία για τα οικονομικά και γεωπολιτικά οφέλη που θα αποκομίσει η χώρα από την ένταξη της ΠΓΔΜ και των άλλων κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ.

Η ελληνική κυβέρνηση θέλει να αναδειχθεί σε σημαιοφόρο των σχεδιασμών ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στην περιοχή, συνδέοντας το στόχο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» με τις επιδιώξεις και τα «οράματα» της ελληνικής αστικής τάξης να αναβαθμίσει το ρόλο της, μέσα από την ανάδειξη της χώρας σε ενεργειακό και διαμετακομιστικό κόμβο.

Ο στόχος αυτός περνάει μέσα από τη σταθερότερη ευθυγράμμιση των Δυτικών Βαλκανίων με τον προσανατολισμό και τα σχέδια ΝΑΤΟ - ΕΕ, τη μεγαλύτερη ενσωμάτωση στις δομές των δύο ιμπεριαλιστικών οργανισμών, στους οποίους η Ελλάδα αποτελεί το παλιότερο μέλος στην περιοχή, με σημαντικό ρόλο στη μέχρι τώρα εμπέδωση των ευρωΝΑΤΟικών σχεδίων.

Ακριβώς αυτό είναι που θέτει την Ελλάδα στο επίκεντρο ισχυρών ανταγωνισμών στα Βαλκάνια και τη γύρω περιοχή, καθώς άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και ισχυρά καπιταλιστικά κράτη, με πρώτη τη Ρωσία, «τρέχουν» σχεδιασμούς αντίρροπους προς αυτούς των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ.

Είναι επίσης βέβαιο ότι η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στις ευρωατλαντικές δομές θα οξύνει τον ανταγωνισμό και με αυτές τις χώρες, που φιλοδοξούν επίσης να αναβαθμίσουν το ρόλο τους, αξιοποιώντας και τη μελλοντική τους ιδιότητα ως κρατών - μελών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Απ' αυτή τη σκοπιά, δεν είναι τυχαία η στήριξη που παρέχει η Τουρκία στην ΠΓΔΜ σε ό,τι αφορά την «ευρωπαϊκή της προοπτική», προμηνύοντας μάλιστα και αύξηση των τουρκικών επενδύσεων στη γείτονα χώρα.

Το κεφάλαιο βλέπει «ευκαιρίες»

Με δεδομένα τα παραπάνω, η ελληνική κυβέρνηση τρέχει να «βγει μπροστά» και να πρωταγωνιστήσει στις προωθούμενες διευθετήσεις, για να υπηρετήσει τα συμφέροντα όχι των εργαζομένων και του λαού, αλλά της ελληνικής αστικής τάξης, που αντιλαμβάνεται τη συγκυρία και τις εξελίξεις ως μια μεγάλη «ευκαιρία» για να θωρακίσει και να διευρύνει τα ερείσματά της στα Βαλκάνια.

Κι όλα αυτά σε μια περίοδο που διαμορφώνονται προϋποθέσεις ανάκαμψης της οικονομίας, μετά από 10 σχεδόν χρόνια καπιταλιστικής κρίσης, η οποία στοίχισε μεταξύ άλλων στο ελληνικό κεφάλαιο απώλεια θέσεων σε ό,τι αφορά την οικονομική του διείσδυση στις χώρες της Βαλκανικής.

Θυμίζουμε ότι αμέσως μετά τη συνάντηση με τον Ζ. Ζάεφ στο Νταβός, ο Αλ. Τσίπρας είχε δηλώσει πως «είναι ευθύνη της ελληνικής κυβέρνησης (...) ειδικά στη φάση της μετάβασης στη μεταμνημονιακή εποχή, να κλείσουμε όσο το δυνατόν περισσότερα μέτωπα και να οικοδομήσουμε μια νέα δυναμική φυσιογνωμία, διαδραματίζοντας τον ηγετικό ρόλο που μας αναλογεί στα Βαλκάνια».

Επίσης, από τον περασμένο Γενάρη, πριν ακόμα γίνουν εντατικές οι συνομιλίες με τα Σκόπια, ο υπουργός Εξωτερικών σημείωνε την ανάγκη «να πάρει πάνω της» η κυβέρνηση τις «ιστορικές ευθύνες», για να αποτελέσει η Ελλάδα «εκείνον τον ηγετικό παράγοντα, που θα δώσει σταθερότητα και ασφάλεια σε όλη την περιοχή (...) και θα της δώσει και μια δυνατότητα για μεγαλύτερη ένταξη στους διεθνείς οργανισμούς».

Αλλά και ο υπουργός Εσωτερικών, Π. Σκουρλέτης, έλεγε την ίδια περίοδο ότι «δεν πρέπει να χαθεί αυτή η ευκαιρία» και ότι η επίλυση του ονοματολογικού, με πρωτοβουλία της Ελλάδας, «ανεβάζει την αξιοπιστία της στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και απέναντι στους Ευρωπαίους εταίρους και εμπεδώνει αυτό που χαρακτηρίζει την Ελλάδα, ως ένας πυλώνας σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή».

Ανάλογες απόψεις, που τοποθετούσαν τις ελληνικές φιλοδοξίες και επιδιώξεις στον καμβά των ευρωατλαντικών σχεδιασμών στη Βαλκανική, δημοσιεύονταν την ίδια περίοδο στον αστικό Τύπο. Γράφτηκε, για παράδειγμα, ότι η Ελλάδα έχει πολλούς λόγους να θέλει τα Δυτικά Βαλκάνια «συνδεδεμένα με την Ευρώπη», επειδή «θα μπορούσαν να διευρύνουν τον ελληνικό οικονομικό χώρο, να λειτουργήσουν ως άλλη ενδοχώρα για τα ελληνικά συμφέροντα και μαζί να προσφέρουν ασφαλή και ελεύθερη δίοδο από και προς την Ελλάδα για τα προϊόντα, τις υπηρεσίες και τους ταξιδιώτες».

Σε άλλες αναλύσεις σημειωνόταν ότι «η Βόρεια Ελλάδα πάντα είχε μια φυσική ενδοχώρα που ήταν τα Βαλκάνια (...)», ενώ καταγράφονταν και στοιχεία που αποδεικνύουν τα ισχυρά οικονομικά συμφέροντα της Ελλάδας στην ΠΓΔΜ και τις προοπτικές αυτά να επεκταθούν, μέσα από τη διαδικασία της ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης, κυρίως στους τομείς των Μεταφορών και της Ενέργειας.

Οδηγός η νέα Στρατηγική της ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια

Ολα αυτά έρχονται να «κουμπώσουν» με τη νέα «Στρατηγική της ΕΕ για τα Δυτικά Βαλκάνια», που ιεραρχεί ψηλά στις προτεραιότητες την επέκταση της διασυνδεσιμότητας των μεταφορικών και ενεργειακών δικτύων, με μεγαλεπήβολα έργα και χρήμα, που αναμένεται να αυξηθεί κι άλλο τη διετία 2019 - 2020, όσο προχωρά η διαδικασία ένταξης μιας ακόμα ομάδας κρατών των Δυτικών Βαλκανίων στην ιμπεριαλιστική Ενωση.

«Τα Δυτικά Βαλκάνια περιβάλλονται γεωγραφικά από τα κράτη - μέλη της ΕΕ και αποτελεί πολιτική προτεραιότητα να συνδεθούν οι υποδομές μεταξύ της ΕΕ και των Δυτικών Βαλκανίων και να επιταχυνθεί η ανάπτυξη διασυνδεδεμένων διευρωπαϊκών δικτύων στους τομείς των Μεταφορών, της Ενέργειας και των ψηφιακών υπηρεσιών», αναφέρεται στο κείμενο της νέας Στρατηγικής.

Ομοίως, το Συμβούλιο των υπουργών Μεταφορών της ΕΕ τον περασμένο Δεκέμβρη σημείωνε με έμφαση ότι «ο ενοποιημένος χαρακτήρας των διεθνών μεταφορών οδηγεί τα κράτη στην επιθυμία να δημιουργήσουν μια Κοινότητα Μεταφορών μεταξύ της ΕΕ και των συμβαλλομένων μερών της Νοτιοανατολικής Ευρώπης (Αλβανίας, Βοσνίας - Ερζεγοβίνης, ΠΓΔΜ, Κοσσυφοπεδίου, Μαυροβουνίου, Σερβίας), με βάση τη σταδιακή ενοποίηση της αγοράς μεταφορών στα συμβαλλόμενα μέρη».

Ο στόχος που μπαίνει είναι η «προώθηση ολοκληρωμένων οδικών και σιδηροδρομικών σχεδίων», καθώς βαίνει προς υλοποίηση και «μια νέα σιδηροδρομική στρατηγική, για να φέρει τα Δυτικά Βαλκάνια στο κύριο δίκτυο και την αγορά της ΕΕ και να προωθήσει το άνοιγμα της περιφερειακής σιδηροδρομικής αγοράς». Παράλληλα, στο παράρτημα της Στρατηγικής δίνεται ένα σφιχτό χρονοδιάγραμμα «δράσεων» προς υλοποίηση έως το 2020, που βαθαίνει τους οικονομικούς και άλλους δεσμούς με την ΕΕ και βοηθάει τα μονοπώλιά της να κατοχυρώσουν θέσεις.

Για παράδειγμα, το διάστημα 2019 - 2020, προβλέπεται να επεκταθεί η Ενεργειακή Ενωση της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, ώστε να διασφαλιστούν η ενεργειακή ασφάλεια (η απρόσκοπτη ροή Ενέργειας), το «άνοιγμα των αγορών». Το 2018 - 2019, να ολοκληρωθεί η Περιφερειακή Αγορά ηλεκτρικής ενέργειας στα Δυτικά Βαλκάνια και να διασφαλιστεί η ενσωμάτωση της αγοράς των Δυτικών Βαλκανίων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ. Το 2018, να υποστηριχθεί μια νέα σιδηροδρομική στρατηγική, που θα φέρει τα Δυτικά Βαλκάνια στο κύριο δίκτυο της ΕΕ μέσω της προοδευτικής ένταξής τους στους ανατολικοευρωπαϊκούς και μεσογειακούς διαδρόμους.

Αντίστοιχα, η βουλγαρική προεδρία του Συμβουλίου της ΕΕ, για το τρέχον εξάμηνο, εξαγγέλλει ότι «η περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων συγκαταλέγεται στις πρωταρχικές προτεραιότητες» και για το λόγο αυτό θα επιδιώξει «να εμβαθύνει τη συνεργασία στην περιοχή, όπου ένας από τους κύριους στόχους είναι να δημιουργηθεί και να συνδεθεί η μεταφορική υποδομή (...) Θα επιδιώξει τη συνδεσιμότητα των δικτύων των Δυτικών Βαλκανίων, η οποία θα διασφαλίζει την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της περιοχής».

Αυτό θα πρέπει να διαβαστεί σε συνδυασμό και με άλλους στόχους που έχει χρεωθεί να «τρέξει» η βουλγαρική προεδρία. Για παράδειγμα, στο κεφάλαιο «Ενέργεια», «θα προσπαθήσει να επιτύχει μια σταθερή Ενεργειακή Ενωση και να αυξήσει τις δυνατότητες περιφερειακής συνεργασίας, προωθώντας την κατασκευή των απαραίτητων υποδομών (βλ. σταθμούς αποθήκευσης, αγωγούς και δίκτυα), προκειμένου να τεθεί τέλος στην απομόνωση ορισμένων κρατών - μελών από τα ευρωπαϊκά δίκτυα φυσικού αερίου και ηλεκτρικής ενέργειας (σ.σ.: άρα της εξάρτησής τους από τις εισαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου).

Η εξασφάλιση της ασφάλειας του εφοδιασμού με φυσικό αέριο μέσω της διαφοροποίησης των πηγών και των διαδρομών, η προστασία των κρίσιμων ενεργειακών υποδομών (σ.σ.: με τις ΝΑΤΟικές δυνάμεις) καθώς και τα μέτρα που σχετίζονται με την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης ως συμβολή στη μείωση της κατανάλωσης Ενέργειας συγκαταλέγονται μεταξύ των βασικών θεμάτων με τα οποία θα ασχοληθεί η βουλγαρική προεδρία με σκοπό την εξεύρεση βιώσιμων λύσεων».

Ο αμερικανικός σχεδιασμός

Είναι φανερό επομένως από ποια γωνία θέασης βλέπουν τις εξελίξεις στα Βαλκάνια η ελληνική αστική τάξη και το πολιτικό σύστημα στην Ελλάδα, αφού με τους στόχους της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» και τα «αναπτυξιακά» οράματα του κεφαλαίου δεν διαφωνεί κανένα από τα αστικά κόμματα, που κατά τ' άλλα ασκούν κριτική στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς της στο ονοματολογικό.

Το ίδιο ισχύει και με τους σχεδιασμούς των ΗΠΑ στην περιοχή, όπου επίσης η κυβέρνηση θέλει να παίξει ρόλο. Είναι χαρακτηριστικές οι παρεμβάσεις του Αμερικανού πρέσβη, που αναδεικνύουν τη «σύγκλιση» της αμερικανικής ατζέντας στην Ευρώπη «με το έργο» της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, δίνοντας έμφαση στο ρόλο που μπορεί να παίξει η Ελλάδα ως «ενεργειακός κόμβος» για τη στήριξη της «ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας» και της διαφοροποίησης των πηγών ενεργειακού εφοδιασμού, την απεξάρτηση δηλαδή από τις εισαγωγές ρωσικού καυσίμου.

«Η Ελλάδα αποτελεί κρίσιμο μέρος αυτής της ατζέντας», είχε πει σε μια από τις παρεμβάσεις του ο Τζ. Πάιατ, αναφερόμενος σε έργα όπως ο TAP, ο IGB Interconnector (αγωγός Ελλάδας - Βουλγαρίας), η FSRU (η πλωτή μονάδα παραλαβής, αποθήκευσης και αεριοποίησης) στην Αλεξανδρούπολη, «όπου ελπίζουμε να δούμε έναν επενδυτή από την Αμερική».

«Ολα αυτά είναι βήματα που απεικονίζουν τον αναδυόμενο ρόλο της Ελλάδας ως ευρωπαϊκού ενεργειακού κόμβου, αλλά και τη σύγκλιση της αμερικανικής ατζέντας ενεργειακής διπλωματίας στην Ευρώπη με το έργο που έχουν κάνει ο πρωθυπουργός Τσίπρας και η ελληνική κυβέρνηση», ανέφερε ο Αμερικανός πρέσβης, δίνοντας ανάγλυφα όλο το παρασκήνιο της συζήτησης και των διεργασιών που «τρέχουν» πίσω από τη διαπραγμάτευση για το όνομα της ΠΓΔΜ.

Μετά απ' αυτά, γίνεται καλύτερα αντιληπτή η δήλωση του Αλ. Τσίπρα μετά τη συνάντηση με τον Ζ. Ζάεφ στο Νταβός, ότι «η επίλυση των διαφορών μας με την ΠΓΔΜ δεν αποτελεί υποχρέωσή μας έναντι τρίτων, αλλά έχει να κάνει με την εξυπηρέτηση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων εθνικών μας συμφερόντων» και ότι η μη επίλυση του Σκοπιανού «θα αποβεί τελικά σε βάρος της Ελλάδας». Κρίνοντας από τη σκοπιά της αστικής τάξης, η κυβέρνηση εμφανίζεται συνεπής στην προώθηση των συμφερόντων της και στο ζήτημα της ΠΓΔΜ, που συνδέεται άμεσα με το στόχο της «ευρωατλαντικής ολοκλήρωσης» και βάζει το λαό μπροστά σε νέες περιπέτειες και κινδύνους...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ