Κραυγή αγωνίας από κατοίκους για όσα αντιμετωπίζουν, τώρα, στη φάση της λεγόμενης «αποκατάστασης» μέσω των μέτρων της κυβέρνησης
Γύρω - γύρω χιλιάδες πεύκα κείτονται όρθια και νεκρά. Κάποτε δίναν οξυγόνο και δροσιά στους κατοίκους στο Μάτι, στο Κόκκινο Λιμανάκι, στον Ν. Βουτζά. Οι δρόμοι της περιοχής που κάποτε «λούζονταν» στο πράσινο, τώρα είναι μαύροι από τα καμένα δέντρα.
Ο «Ριζοσπάστης» βρέθηκε την Παρασκευή στο Μάτι και μίλησε με κατοίκους που βρίσκονται στην περιοχή, ζώντας την τραγική πραγματικότητα στον απόηχο των εξαγγελιών της κυβέρνησης για τα «μέτρα αποκατάστασης»...
Στην τοποθεσία Κιούπη η κυρία Κυριακή με τον αδερφό της και τον γιο της ψάχνουν στις στάχτες μήπως και βρεθεί κάτι γερό από τα αντικείμενα του σπιτιού. «Οι μηχανικοί χαρακτήρισαν το σπίτι "κόκκινο". Το σπίτι είναι εξοχικό. Οι γονείς μου είχαν πάρει άδεια για την οικοδομή πριν από τη μεταπολίτευση», θα μας πει. «Φανταστείτε πως η άδεια ήταν για 48 τετραγωνικά μέτρα και το σπίτι κτίστηκε σταδιακά. Εδώ μεγάλωσα τα καλοκαίρια. Μετά τα παιδιά μου. Ολη η οικογένεια μαζεύονταν εδώ. Το Πάσχα, την Πρωτομαγιά, ακόμα και τον χειμώνα», συνεχίζει. Οσον αφορά την αποκατάσταση των πυρόπληκτων αναφέρει πως «κανείς δεν λέει πώς θα γίνει αυτό. Με δάνεια; Να χρωστάμε πάλι; Τόσα πληρώνουμε με τα μνημόνια. Μας κλέβουν. Στο δρόμο μας οι άνθρωποι έφυγαν. Αλλωστε, δεν έχουν πού να μείνουν. Ακόμα είναι παραζαλισμένοι. Ποιος θα γυρίσει εδώ; Πώς και πότε θα ξαναγίνουν τα σπίτια;».
Στη σειρά περιμένει ο Δημήτρης, για να καταθέσει τα δικαιολογητικά για τον φίλο του που νοσηλεύεται στο «Θριάσιο» με 40% εγκαύματα στο σώμα του. «Στα δικαιολογητικά για επίδομα αναπηρίας από την πυρκαγιά χρειάζεται και γνωμάτευση πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής για το είδος της πάθησης, το ποσοστό αναπηρίας και τη διάρκειά της. Αυτό, όμως, εκδίδεται μετά από έξι μήνες, ενώ θα ήταν αρκετή η γνωμάτευση του νοσοκομείου», θα μας πει. «Επίσης, δεν θα έπρεπε να προβλεφθεί βοήθεια για όσους τραυματίστηκαν βαριά;», προσθέτει.
Λίγο πιο κάτω από την τοποθεσία Κιούπη βρίσκεται η στρογγυλή πλατεία, οι δρόμοι της οποίας συνδέουν τον Ν. Βουτζά με το Κόκκινο Λιμανάκι και τη Ραφήνα. Εκεί βρέθηκε το μοιραίο απόγευμα μαζί με κατοίκους της περιοχής ο Νίκος Στεφανίδης, δημοτικός σύμβουλος του δήμου Μαραθώνα, εκλεγμένος με το ψηφοδέλτιο της «Λαϊκής Συσπείρωσης». Η Αστυνομία ήρθε στο σημείο περίπου τρία τέταρτα μετά τους κατοίκους, οι οποίοι έδιωχναν, ήδη, τα αυτοκίνητα προς τη Ραφήνα. Ηταν αστυνομικοί της Ασφάλειας. «Η Αστυνομία έστελνε τους οδηγούς προς Μάτι - Κόκκινο Λιμανάκι. Είχα καταλάβει από την πείρα μου, αφού ξέρω την περιοχή και έχω έρθει σε φωτιές που έχουν εκδηλωθεί παλιότερα, ότι η πυρκαγιά έπρεπε να είχε περάσει τη λεωφόρο Μαραθώνος. Μάλλον οι αστυνομικοί δεν το γνώριζαν», λέει ο Ν. Στεφανίδης.
Σε έναν από τους δρόμους που καταλήγουν στην πλατεία, βρίσκεται ό,τι έχει απομείνει από το εξοχικό της Κατερίνας Κατσίκη. «Πενήντα χρόνια ήταν εδώ αυτό το σπίτι. Γέρασα εδώ», θα μας πει. «Ερχόμαστε πολύ συχνά για να ξεκουραστούμε. Τη μέρα της καταστροφής ο γιος μου ήταν στο Μάτι. Ισα που πρόλαβε και πήρε το μωρό του και σώθηκαν. Τι αποζημίωση θα πάρουμε άραγε;», αναρωτιέται. «Τα περισσότερα σπίτια τριγύρω έχουν ζημιές ή είναι κατεστραμμένα. Πολλοί έρχονται και ψάχνουν στα απομεινάρια. Φεύγουν με κατεβασμένο το κεφάλι. Δεν μπορούν να αντικρίσουν τους κόπους μιας ζωής καμένους», προσθέτει.
Στη συνέχεια, ο Νίκος δίνει άλλη μια μαρτυρία επιβίωσης, περιγράφοντας το πώς διασώθηκε, αφού βρέθηκε στην περιοχή, όπου είχε πάει για μπάνιο με τα δυο του παιδιά και το ανιψάκι του. Στη διαδρομή η Αστυνομία τους «έσπρωξε» στο Μάτι, από την Ποσειδώνος. «Παίρνει φωτιά το αυτοκίνητο, το οδηγώ σε ένα χωράφι. Το όχημά μου είχε οροφή. Βγαίνω από εκεί, μετά σπάω τα τζάμια, βγάζω τα παιδιά έξω, του ενός παιδιού είχαν πάρει φωτιά τα παπούτσια. Τα παιδιά είχαν εγκαύματα στα πόδια. Εσπασα την τζαμαρία πολυκατοικίας και μπήκα μέσα σε αυτήν, έσπασα και μια δεύτερη για να βγω με τα παιδιά σε ένα αίθριο, όπου τα κατάβρεξα με νερό. Οταν έφτασε κι εκεί η φωτιά, προχώρησα προς την παραλία, όπου είχε πολύ καπνό και η κατάσταση ήταν αφόρητη. Εκεί ήταν ένα καΐκι, το οποίο δεν μπορούσε να πλησιάσει γιατί ήταν αβαθή τα νερά. Κολύμπησαν και μου πέταξαν σκοινί με σωσίβια. Σε λίγο χρόνο ήρθε η ΕΜΑΚ και μας απεγκλώβισε. Είχα εγκαύματα στο πρόσωπο».