Πέμπτη 13 Μάη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Να εμπιστευτούμε την εργατική τάξη για να μας αναγνωρίσει ως πρωτοπορία της

Το τρίτο κείμενο των Θέσεων, παρά τις όποιες, σε θετική κατεύθυνση, αλλαγές στην εργατική δουλειά, όπως την αποκατάσταση του ρόλου του ΠΑΜΕ μέσα στο εργατικό κίνημα, (Θέσεις 34, 35), δεν θέτει το δάχτυλο «επί τον τύπον των ήλων».

Κατά την άποψή μου, ο προσανατολισμός του Κόμματος σε τμήμα και όχι στο σύνολο της εργατικής τάξης και η συνακόλουθη στρέβλωση της σχέσης Κόμματος και συνδικάτων (Θέση 27) είναι το πρακτικό αποτέλεσμα του περιεχομένου που έδωσαν το 17ο και 18ο Συνέδριο στην «ανασύνταξη» του εργατικού κινήματος, για να υπηρετηθούν οι προγραμματικές επεξεργασίες που αποκρυσταλλώθηκαν στο 19ο Συνέδριο.

Η γενικότερη πολιτική πρόταση του Κόμματος πρακτικά μετέτρεψε το ΠΑΜΕ σε «κόκκινο συνδικάτο», μας απομάκρυνε από τη δουλειά μέσα στα σωματεία, έβαλε όρια και εμπόδια στην παρέμβασή μας όταν ξεσπούσαν κινητοποιήσεις ευρύτερων μαζών.

Θεωρώ ότι πρέπει άμεσα να ξεπεράσουμε βασικά προβλήματα:

Πρώτο: Η υποτίμηση του συνόλου των κοινωνικών αντιθέσεων μας εμποδίζει στην πράξη να οργανώσουμε μαζικούς αγώνες, προσανατολίζοντας έμπρακτα την εργατική πάλη σε κατεύθυνση επίλυσης της βασικής αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας.

Δεύτερο: Δεν αντιλαμβανόμαστε σωστά τον ρόλο του Κόμματος ως φορέα που εισάγει «απέξω» την ταξική συνείδηση στην εργατική τάξη. Το «απέξω» δεν σημαίνει γενικόλογη ιδεολογική διαφώτιση για τον καπιταλισμό και τον σοσιαλισμό. Πρωτίστως σημαίνει την οργάνωση τέτοιων αγώνων στους οποίους ο εργάτης που δρα για τα φλέγοντα προβλήματά του, μαθαίνει να παρατηρεί τον εαυτό του και τη σχέση του με τον καπιταλιστή μέσα από τις αμοιβαίες σχέσεις όλων των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Μόνο έτσι η εργατική τάξη μπορεί να αποκτά συνείδηση του ρόλου της στην κοινωνική εξέλιξη.

Το επαναδιατυπώνω σχηματικά: Το «απέξω» σημαίνει πέρα από τη σχέση εργοδότη - εργαζόμενου, αλλά μέσα στα συγκεκριμένα όρια διεξαγωγής της ταξικής πάλης εντός των οποίων τοποθετείται η σχέση εργοδότη - εργαζόμενου. Για να ηγεμονεύσουμε στο κίνημα χρειάζεται βαθύτερη κατανόηση των σχετικών υποδείξεων του Λένιν, προκειμένου να συγχωνευόμαστε λενινιστικά με την εργατική τάξη και να μας αναγνωρίζει ως πρωτοπορία της.

Τρίτο: Πρέπει να εγκαταλείψουμε λαθεμένες αντιλήψεις που αναθέτουν («ο λαός πρέπει να...») στην εργατική τάξη καθήκοντα, τα οποία αναλογούν στο ΚΚΕ ως πρωτοπορία της. Αυτές οι αντιλήψεις περιόριζαν πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν τον ρόλο του Κόμματος σε ιδεαλιστικά καλέσματα «να μη νομιμοποιήσει ο λαός στη συνείδησή του...» τη δραματική επιδείνωση των όρων ζωής του, όταν γνωρίζουμε ότι το Κοινωνικό Είναι καθορίζει τη Συνείδηση και όχι το αντίστροφο.

Στην κατεύθυνση αυτή, δεν μπορούμε να παραβλέπουμε ότι η ταξική πάλη διεξάγεται ταυτόχρονα σε τρία επίπεδα: Οικονομικό - συνδικαλιστικό, πολιτικό και ιδεολογικό. Με αυτήν την έννοια, η απώλεια της τρίτης θέσης του ΚΚΕ στις εκλογές του 2012 αποτελεί κυρίαρχο πολιτικό γεγονός. Χειροτέρευσε τους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης, συντελώντας στην αποδιοργάνωση της εργατικής τάξης (και) συνδικαλιστικά.

Ας μη γελιόμαστε: Σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης οι κοινωνικοί αγώνες σκόνταψαν κυρίως στο πολιτικό επίπεδο. Η διεκδίκηση καλύτερων όρων πώλησης της εργατικής δύναμης απαιτούσε και απαιτεί ξήλωμα των μνημονίων. Η ικανοποίηση βασικών αιτημάτων προϋποθέτει την αναίρεση των δεσμεύσεων που αναλάμβαναν οι αστικές κυβερνήσεις έναντι των δανειστών. Οι εργαζόμενοι βρίσκονταν διαρκώς αντιμέτωποι με εκβιασμούς που συνοψίζονταν στο αν υπάρχει άμεση πολιτική απάντηση στο δίλημμα «εντός ή εκτός ΕΕ». Αν δεν κατανοήσουμε τα κενά της δικής μας πολιτικής θα βρεθούμε μπροστά στο ίδιο πρόβλημα, με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης σε συνθήκες νέας κρίσης.

Αυτό το ζήτημα θα σφραγίσει τη δουλειά με επίκεντρο την «πρωτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση» (Θέση 29), το πρόβλημα της «συνέχειας» και «κλιμάκωσης» των πρωτοβουλιών συσπείρωσης (Θέση 31), τα κριτήρια ανάδειξης των «αιχμών» στα διεκδικητικά πλαίσια (Θέση 30).

Το Συνέδριο οφείλει να δώσει αυτό τον τόνο και τον προσανατολισμό. Διαφορετικά, πώς τα κατώτερα Κομματικά Οργανα θα σχεδιάσουν τοπικά και κλαδικά τη δράση για τη συσπείρωση και κινητοποίηση μαζών στο πλαίσιο των φορέων του μαζικού κινήματος όπου «είναι πιθανό να συμμετέχουν και άλλες πολιτικές δυνάμεις»; (Θέση 42).

Από την άποψη αυτή, το «ιστορικά χαμηλό σημείο» (Θέση 21) οργάνωσης της εργατικής τάξης είμαστε υποχρεωμένοι να το εκλάβουμε και ως απάντησή της στο Κόμμα της. Η εργατική τάξη μάς κρίνει με βάση τα ζέοντα προβλήματά της και όχι τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά της. Αν συνέβαινε το αντίθετο, τα Κομμουνιστικά Κόμματα δεν θα είχαν λόγο ύπαρξης. Θεωρώ ότι οι Θέσεις αποφεύγουν να δώσουν γενναία εξήγηση για τη «γενική αποδυνάμωση των συνδικάτων» (Θέση 22).

Πρέπει να παραδεχτούμε ότι στα χρόνια της προηγούμενης κρίσης η πλειοψηφία της εργατικής τάξης έκανε βήματα πολιτικής ωρίμανσης στη συνείδησή της, παρά την αντιφατικότητα και τη στρεβλή έκφραση αυτών των βημάτων. Το 2015 στο δημοψήφισμα, η εργατική τάξη, χωρίς τη δική μας βοήθεια, διαχωρίστηκε από την αστική τάξη και τις ηγεσίες των ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, απορρίπτοντας την πρόταση της ΕΕ. Η πολιτική μας δεν μας επέτρεψε να αξιοποιήσουμε αυτά τα βήματα για να ανεβάσουμε τον βαθμό οργάνωσης της εργατικής τάξης.

Ο εργοδοτικός - κυβερνητικός συνδικαλισμός θωρακίζεται παραπέρα από τη σύνδεσή του με την ΕΕ, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την αστική τάξη. Σε αυτό το συμπέρασμα οδηγούν οι Θέσεις 24, 25, 37.

Γι' αυτό και τα προβλήματα που μετέφερε στην εργατική δουλειά η συνολική πολιτική πρόταση του Κόμματος, η αναπροσαρμογή της θέσης μας για την αποδέσμευση από την ΕΕ, αντανακλώνται στην πληρέστερη μορφή τους στους στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας. Εκεί όπου «εκφράζεται το σύνολο των προβλημάτων για το πώς δουλεύουμε από θέσεις μειοψηφίας» και αντλεί τις δυνάμεις του ο κυβερνητικός - εργοδοτικός συνδικαλισμός στη ΓΣΕΕ (Θέση 35).

Μπορώ να επιβεβαιώσω το ίδιο ακριβώς πρόβλημα, ως εργαζόμενος στα αστικά ΜΜΕ, σε έναν κλάδο που αναπαράγει μέρος του αστικού πολιτικού προσωπικού (βουλευτές και υπουργούς), ενώ η πλειοψηφία των δημοσιογράφων δουλεύει με ατομικές συμβάσεις και μισθούς 650 - 800 ευρώ.

Τέλος, δύο ερωτήματα προς το Συνέδριο:

Διεκδικούμε από μια αστική κυβέρνηση την επίταξη του ιδιωτικού τομέα Υγείας. Είναι μια προσωρινή μορφή κρατικοποίησης. Τότε, γιατί τις κρατικοποιήσεις στο πλαίσιο του καπιταλισμού τις απαξιώνουμε ως αστική διαχείριση και έχουμε εγκαταλείψει τη διεκδίκηση ενιαίων κρατικών φορέων στους στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας; Και γιατί ταυτόχρονα στη ΛΑΡΚΟ προτείνουμε κρατικοποίηση;

Για το ζήτημα της γυναικείας ανισοτιμίας: Το αστυνομικό δελτίο είναι γεμάτο με δολοφονίες γυναικών από άντρες. Πρόσφατα ξέσπασε μπαράζ καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης στον καλλιτεχνικό χώρο. Πώς θα παρέμβουμε αναδεικνύοντας τον ρόλο του εργατικού κινήματος κόντρα στην αστική τάξη και κινήματα τύπου «MeToo», όταν στον κομματικό Τύπο απουσιάζει το επίκαιρο ρεπορτάζ καταγραφής των γεγονότων;


Θοδωρής Λαπαναΐτης
Δημοσιογράφος, μέλος της ΚΟΒ Κέντρου Βύρωνα του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ