Με 67 δισ. ευρώ θα ενισχύσει τις ...αναξιοπαθούσες εταιρείες της Ενέργειας το γερμανικό κράτος για να αντεπεξέλθουν στις υψηλές τιμές αγοράς του φυσικού αερίου, το οποίο στη συνέχεια θα πωλούν πανάκριβα στα λαϊκά νοικοκυριά. Αλλά και η ολλανδική κυβέρνηση ετοιμάζεται να διαθέσει άλλα 150 εκατ. ευρώ για τη «στήριξη» νοικοκυριών που αδυνατούν να πληρώσουν τους λογαριασμούς του ρεύματος, όχι από συμπόνια γι' αυτά, αλλά για τις εταιρείες - παρόχους, που κινδυνεύουν να «βυθιστούν» στα χρέη των πελατών τους. Η κρατική στήριξη στους ομίλους της Ενέργειας, με άμεσες επιδοτήσεις, εγγυήσεις για δάνεια, ακόμα και με σχέδια επανακρατικοποίησης, είναι η άλλη όψη της πολιτικής «απελευθέρωσης» της Ενέργειας, της ενιαίας αγοράς, του Χρηματιστηρίου Ενέργειας και της «πράσινης ανάπτυξης», που είναι η αιτία της ακρίβειας στο ρεύμα και στα καύσιμα. Τα κονδύλια που ρίχνουν οι κυβερνήσεις και τα κράτη στην ποδιά τους είναι δυσθεώρητα. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι οι συνολικές «έκτακτες δαπάνες» για τη διαχείριση της πανδημίας από τα κράτη - μέλη της ΕΕ και διάφορους χρηματοπιστωτικούς ομίλους ήταν γύρω στα 53 δισ. ευρώ μέσα σε δύο χρόνια, με το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος να καταλήγει και εδώ στα μονοπώλια του Φαρμάκου, των Μεταφορών και της ιδιωτικής Υγείας, και όχι σε μέτρα για την προστασία της υγείας των λαών. Σε αυτούς καταλήγει πάντα ο λογαριασμός. Και είναι βέβαιο ότι θα καταφτάσει ξανά «βαρύς κι ασήκωτος», ενσωματώνοντας τις τεράστιες αυξήσεις στην Ενέργεια και τη «λυπητερή» από τα μέτρα ενίσχυσης των μεγαλοεπιχειρήσεων απέναντι στη νέα κρίση που πλησιάζει.