Το σχέδιο του Χίτλερ για την εξόντωση της πολωνικής διανόησης. Τα εγκλήματα των ειδικών ναζιστικών ταγμάτων. Η ομαδική εκτέλεση καθηγητών και φοιτητών του Λβοφ. Η προπαγάνδα του Γκαίμπελς. Η αποκάλυψη της αλήθειας. Η επιβράβευση των εγκληματιών
Μια από τις πρώτες πόλεις που κατελήφθησαν από τις δυνάμεις της Βέρμαχτ ήταν το Λβοφ. Την αμέσως επόμενη μέρα οι εφημερίδες και το ραδιόφωνο στη Γερμανία και στις κατεχόμενες χώρες της Ευρώπης άρχισαν μια θορυβώδη εκστρατεία, με την οποία προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι στην πόλη αυτή οι σοβιετικές δυνάμεις, πριν υποχωρήσουν, προέβησαν σε ομαδικές εκτελέσεις Πολωνών διανοούμενων. Το έναυσμα έδωσε ο ίδιος ο Γιόζεφ Γκαίμπελς, ο επικεφαλής της ναζιστικής προπαγάνδας, ο οποίος «κατήγγειλε» ότι οι σοβιετικές δυνάμεις ευθύνονται για το θάνατο δεκάδων καθηγητών και φοιτητών του Πανεπιστημίου του Λβοφ. Η απάντηση της σοβιετικής κυβέρνησης είναι άμεση. Με ανακοίνωσή της καταγγέλλει ότι για τη σφαγή του Λβοφ ευθύνονται τα ειδικά τάγματα του γερμανικού στρατού και αποδίδει την προπαγανδιστική εκστρατεία των ναζί στην προσπάθειά τους να στρέψουν τον πολωνικό πληθυσμό, αλλά και την κοινή γνώμη σ' όλο τον κόσμο εναντίον της Σοβιετικής Ενωσης.
Οι μακρόχρονες έρευνες Γερμανών και Πολωνών αντιφασιστών απέδειξαν αναμφισβήτητα ότι το ειδικό τάγμα «Νάχτιγκαλ» της γερμανικής Μεραρχίας «Μπράντεμπουργκ» κατέσφαξε χιλιάδες πολίτες του Λβοφ, αμέσως μετά την εισβολή στην πόλη. Η δολοφονική μανία των ανδρών του «Νάχτιγκαλ» στράφηκε κυρίως κατά των Εβραίων και της πολωνικής διανόησης, ιδιαίτερα κατά των καθηγητών και των πρυτάνεων των πανεπιστημιακών σχολών.
Ο διοικητής του τάγματος «Νάχτιγκαλ», δρ. Ομπερλέντερ, διέταξε να συνταχτεί ονομαστική κατάσταση πολλών λογίων και διαπρεπών επιστημόνων, που έπρεπε να τουφεκιστούν. Ανάμεσά τους και ο δρ. Καζιμίρ Μπάρτελ, καθηγητής Ανώτατης Σχολής, που είχε χρηματίσει τρεις φορές πρωθυπουργός της πολωνικής κυβέρνησης. Η χήρα του Μπάρτελ κατέθεσε αργότερα ότι ο άντρας της είχε συλληφθεί από Γερμανούς φασίστες.
Σε διάσκεψη Τύπου, που έγινε τον Οκτώβρη του 1959 στο Βερολίνο, ο Γερμανός ιστορικός Αλμπερτ Νόρντεν παρουσίασε μια κατάσταση με τα ονόματα και τις διευθύνσεις πολλών καθηγητών του Πανεπιστημίου του Λβοφ που δολοφονήθηκαν από τα ναζιστικά αποσπάσματα. Μεταξύ τους, ο διάσημος συγγραφέας Μπόι Τσελίνσκι και ο πρύτανης του Πανεπιστημίου της Λέμπεργκ, καθηγητής Λόνγκσαμπς ντε Μπεριέρ.
Η υπόθεση της «σφαγής του Λβοφ», όμως, έχει και μια άλλη ενδιαφέρουσα πλευρά. Αυτή αφορά στην πορεία του δρ. Ομπερλέντερ, στο πρόσωπο του οποίου συναντούσε κανείς τον θεωρητικό υποστηρικτή της εκκαθάρισης των Εβραίων και των Σλάβων, αλλά και τον εκτελεστή αυτών των σχεδίων. Αφού κατάφερε να αποφύγει τη σύλληψη και την παραπομπή του σε δίκη μαζί με τους άλλους ναζί εγκληματίες, έθεσε τις υπηρεσίες του στη διάθεση της νέας κυβέρνησης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας (ΟΔΓ). Επιμένοντας στις ρεβανσιστικές του θέσεις, ονομάστηκε το 1953 από το Γερμανό καγκελάριο Κόνραντ Αντενάουερ υπουργός αρμόδιος για τους «πρόσφυγες». Με το αξίωμα αυτό, παρουσιάστηκε επανειλημμένα ως αντιπρόσωπος της σοβινιστικής ομάδας του γερμανικού ιμπεριαλισμού. Ξεσήκωνε και ερέθιζε τον πληθυσμό της Δυτικής Γερμανίας για «να φέρει τη Δύση πιο μέσα στην Ανατολή. Δεν επιτρέπεται, έλεγε, να ονειρεύεται κανείς την επιστροφή, πρέπει να τη σχεδιάζει και μια μέρα να ξαναδώσει στην Ανατολή τη λευτεριά».
Το διεθνές σκάνδαλο, που προκάλεσαν οι αποκαλύψεις της διάσκεψης του Βερολίνου, πήρε μεγάλες διαστάσεις. Ο Αντενάουερ υποχρεώθηκε να απολύσει από την κυβέρνηση τον Ομπερλέντερ. Παρ' όλα αυτά, ο αμετανόητος εγκληματίας ούτε μηνύθηκε, ούτε συνελήφθη, ούτε τιμωρήθηκε. Απεναντίας, το 1958, τιμήθηκε με το ανώτατο βραβείο της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, το Μεγαλόσταυρο του Παράσημου Υπηρεσιών της ΟΔΓ. Και δεν ήταν ο μόνος...