ΚΥΡΙΑΚΙΔΗΣ |
Ο πρωθυπουργός Κ. Σημίτης βγήκε στο προεκλογικό μπαλκόνι, βγάζοντας το λαγό από το πακέτο του ταχυδακτυλουργού. Πακέτο -μαμούθ 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ, επαναλαμβάνουν σε όλους τους τόνους τα παπαγαλάκια του. Τα μαμούθ - κέρδη της εργοδοσίας δεν τα βλέπουν. Αυτά, είναι αλήθεια, δεν τα χωράει κανένα πακέτο.
Τα στοιχεία όμως είναι αμείλικτα. Από την ημέρα ανάληψης της πρωθυπουργίας του (1996) ο Κ. Σημίτης μέχρι το 2001 εξασφάλισε στους βιομηχάνους όχι ένα (1), αλλά έξι (6) χρυσοφόρα πακέτα. Σε 10 δισεκατομμύρια 358 εκατομμύρια ευρώ ανέρχονται τα καθαρά κέρδη των βιομηχανιών την περίοδο της βασιλείας του κ. Σημίτη. Πριν τα 2,5 εκατομμύρια αποδέκτες - όπως λέει η κυβέρνηση - πάρουν στα χέρια τους το 1,7 δισ. ευρώ του δήθεν κοινωνικού πακέτου, η πολιτική του ΠΑΣΟΚ είχε εξασφαλίσει έξι πακέτα -μαμούθ για τις μόλις 5.500 βιομηχανίες. Ειρήσθω εν παρόδω ότι από τα 1,7 έχουν λαμβάνειν και οι βιομήχανοι (επιδοτήσεις ασφαλίστρων κλπ.).
Την εφταετία 1996-2002 το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος μειώθηκε κατά 5%, την ίδια περίοδο η αύξηση της παραγωγικότητας στη χώρα μας ανήλθε στο 22,4%. Συνολικά, από το 1982 η μείωση του κόστους εργασίας έφτασε το 30%..! Να, πώς φτάσαμε ώστε το 1999 το 20% των πλουσιότερων Ελλήνων να διαθέτουν έξι (φορές) περισσότερα εισοδήματα από το 20% των φτωχότερων.
Να, πώς η κυβέρνηση Σημίτη το 1998 κατάφερε 590.000 φορολογούμενοι να διαβιούν με μηνιαίο εισόδημα 11.318 δραχμές..! Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών, το 1998 ένα εκατομμύριο φορολογούμενοι, ποσοστό 22%, είχαν συνολικά εισοδήματα 407 δισεκατομμύρια δραχμές. Την ίδια χρονιά τα επίσημα κέρδη 5.500 βιομηχάνων ήταν 526 δισεκατομμύρια δραχμές..!
Να, γιατί το Πανεργατικό Αγωνιστικό Μέτωπο καλεί τους εργαζόμενους να παλέψουν για μεροκάματα όχι με μέτρο τη μεζούρα του ΣΕΒ, του Σημίτη, του Καραμανλή και του Πολυζωγόπουλου, αλλά με κριτήριο τις δικές τους ανάγκες. Ο πλούτος υπάρχει και είναι άφθονος. Τι αντιπροσωπεύουν, άραγε, τα 3,13 δισεκατομμύρια ευρώ κέρδη του πρώτου εξαμήνου των εισηγμένων εταιριών στο χρηματιστήριο;
Ισχυρίστηκε η κυβέρνηση ότι με τα μέτρα αυτά ενισχύει την κοινωνική της πολιτική, ότι διαθέτει χρήματα για ειδικές ομάδες που χρήζουν κοινωνικής προστασίας. Ομως και εδώ τα επίσημα στοιχεία τη διαψεύδουν. Σύμφωνα με τα δεδομένα της Γιουροστάτ, οι δαπάνες για κοινωνική προστασία από 21,6% του ΑΕΠ το 1991 αυξήθηκαν στο 26,4% του ΑΕΠ το 2000, παραμένοντας βέβαια κάτω από τον μέσο όρο των 15 χωρών της ΕΕ που είναι 27,3%. Το σημαντικό, όμως, εδώ είναι άλλο. Οπως προκύπτει από την επεξεργασία των στοιχείων, η αύξηση αυτή καλύφθηκε εξ ολοκλήρου από τους εργαζόμενους. Ετσι ενώ η κρατική εισφορά (που και αυτή βεβαίως είναι χρήματα των φορολογουμένων) μειώθηκε από το 32,8% στο 29,1% επί του συνόλου των εισροών (-3,7 μονάδες), την ίδια στιγμή η χρηματοδότηση από τους εργαζόμενους ανέβηκε από το 20,3% στο 22,6% του συνόλου των εισροών. Επιβάρυνση κατά 2,3 μονάδες. Η αύξηση δεν επιβάρυνε καθόλου τους εργοδότες, η συμμετοχή των οποίων έμεινε σταθερή.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν, για άλλη μια φορά, ότι η όποια άσκηση «κοινωνικής πολιτικής» για τα στρώματα εκείνα που η ίδια έχει οδηγήσει στον «πάτο του βαρελιού», όχι μόνο είναι κάτω από τις ανάγκες τους, αλλά γίνεται αποκλειστικά με ανακατανομή σε βάρος συνολικά της εργατικής τάξης. Οι μισθωτοί είναι αυτοί που πληρώνουν και αυτό το πακέτο, για το οποίο επαίρεται η κυβέρνηση. Αντίθετα, κερδίζει ο προϋπολογισμός και οι εργοδότες.
Η συγκέντρωση διαμαρτυρίας έξω από τον ΟΑΕΔ την Πέμπτη 11 Σεπτέμβρη στην Αθήνα, τα συλλαλητήρια που ετοιμάζονται από τις ταξικές δυνάμεις την τελευταία εβδομάδα του Οκτώβρη σε πόλεις της Ελλάδας δείχνουν ότι η κυβέρνηση «πλανάται πλάνην», αν νομίζει ότι ξεμπερδεύει με κάποιες προεκλογικές εξαγγελίες. Οι εργαζόμενοι δε θα τσιμπήσουν. Συσπειρωμένοι γύρω από τα ταξικά τους συνδικάτα και το ΠΑΜΕ θα επιφυλάξουν για την κυβέρνηση, και όσους αδίστακτα εμπορεύονται τις ανάγκες τους, ένα θερμό φθινόπωρο.