Το ξεσκέπασμα της απάνθρωπης ουσίας του φασισμού στα άρθρα του Ερενμπουργκ, η στροφή στο ηρωικό παρελθόν της Σοβιετικής Ενωσης, στις εθνικές παραδόσεις και στις πηγές του εθνικού ρώσικου χαρακτήρα, στα έργα του Τολστόι καθώς και τα ποικίλα θέματα στο δημοσιογραφικό έργο των Σόλοχοφ, Λεόνοφ, Κόλας, Ντερμιτσιάν, κ.ά. συνέβαλαν αποφασιστικά στο να κινητοποιηθούν όλες οι πνευματικές δυνάμεις του λαού στην πάλη κατά του φασισμού.
Ο ιδιότυπος ύμνος του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου έγινε το τραγούδι του Κουμάτς «Ιερός πόλεμος» (1941). Κύριο θέμα της λογοτεχνίας έγινε ο πόλεμος, σαν παλλαϊκό πολεμικό κατόρθωμα. Μεγάλη κοινωνική απήχηση είχαν επίσης τα έντονα δραματικά και πολύ επίκαιρα θεατρικά έργα «Το μέτωπο» (1942) του Κορνεϊτσκούκ, «Εισβολή» (1942) του Λεόνοφ, «Οι Ρώσοι» (1942) του Σίμονοφ. Πίστη για τη νίκη διαπερνά τα έργα «Στους τοίχους του Λένινγκραντ» (1944) του Βισνέφσκι, «Οι υπερασπιστές του Στάλινγκραντ» (1944) του Τσερούριν, «Δοκιμασμένοι στη φωτιά» (1943) του Κραπιβά. Ο Τβαρντόφσκι στο βαθύτατα αληθινό, ποίημά του «Βασίλη Τιόρκιν» (1941 - 1945), έπλασε την αθάνατη μορφή του Σοβιετικού πολεμιστή, που ενσαρκώνει την υψηλή ανθρωπιά, τον πατριωτισμό και τη δύναμη της λαϊκής ψυχής.
Οι συγγραφείς περιέγραψαν στα έργα τους τον ηρωισμό του Σοβιετικού πολίτη, σαν φυσικό αποτέλεσμα επίδρασης στο χαρακτήρα των κοινωνικών συνθηκών που δημιούργησε ο μεγάλος Οκτώβρης. Τα πρώτα χρόνια, ύστερα από τον πόλεμο, πνευματικό υπόβαθρο της λογοτεχνίας ήταν μια κοσμοαντίληψη που την κατέκτησε ο νικητής λαός ύστερα από μεγάλο πόνο. Οι ιδεολογικές κατευθύνσεις της λογοτεχνίας αποσκοπούσαν να δημιουργήσουν μια ευχάριστη ψυχολογική και ηθική ατμόσφαιρα ενός παλλαϊκού ενθουσιασμού, για τη δουλιά που θα επούλωνε το γρηγορότερο τις πληγές του πολέμου.
Τα συναρπαστικά γεγονότα της ζωής με το πραγματικό δραματικό τους στοιχείο, έγιναν αφορμή να καλλιεργηθεί ένα είδος λογοτεχνίας που βασιζόταν σε πραγματικά γεγονότα, για να γίνουν γνωστά τα ασύγκριτα κατορθώματα των ηρώων παρτιζάνων τους. Τέτοια είναι: «Ανθρωποι με καθαρή συνείδηση» του Βερσιγκόρα, «Από το Πουντβίλ στα Καρπάθια» του Κοφπάκ, «Η παράνομη κομματική επιτροπή περιοχής δρα» του Φεόντοροφ, «Αυτό έγινε κοντά στο Ρόβνο» του Μεντβέντεφ, κ.ά.
Τεράστιο ρόλο, επίσης, έπαιξε η τέχνη της γραφικής. Η αφίσα, η πολιτική γελοιογραφία, η γραφική και χαρακτική γνώρισαν πολύμορφη ανάπτυξη και έδρασαν αποφασιστικά στον ιδεολογικό αγώνα κατά του φασισμού. Αυθύπαρκτο φαινόμενο της τέχνης των πολεμικών χρόνων ήταν οι σειρές των ιχνογραφιών και άλλων σχεδίων γραφικής και χαρακτικής, που ήταν αφιερωμένες στις δύσκολες αλλά ηρωικές ημέρες του μετώπου και των μετόπισθεν. Διάφορα πολεμικά γεγονότα παραστάθηκαν επίσης πιστά στα καλύτερα έργα ζωγραφικής της περιόδου εκείνης όπως των Μπογκορόντσκι, Γεράσιμοφ, Γκοντσαρόφ, Κονσταντίνοφ, κ.ά. Εκτός, όμως, από τη ζωγραφική, ο λαϊκός άθλος αποτυπώθηκε και στη γλυπτική (Μπελασόφ, Λίσεφ και Μάνιζερ).
Από τα προπολεμικά ακόμη χρόνια, δημιουργήθηκαν μνημειώδη έργα στο είδος του ορατόριου - καντάτας, αφιερωμένα στο ιδιαίτερα επίκαιρο για την περίοδο εκείνη θέμα της πάλης του λαού ενάντια στους ξένους κατακτητές. Τα έργα αυτά εγκαινίασαν την ηρωικοεπική κατεύθυνση στη σοβιετική φωνητική συμφωνική μουσική. Η καντάτα «Αλεξάντερ Νέφσκι» του Προκόφιεφ και η συμφωνία - καντάτα «Στον κάμπο του Κουλίκοβο» του Σαπόριν είναι χαρακτηριστικές στην κατεύθυνση αυτή.
Στα χρόνια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου και οι Σοβιετικοί μουσικοί συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα. Οι μουσικοσυνθέτες και οι εκτελεστές στο στρατό ανέπτυξαν συνεχή και δημιουργική δραστηριότητα. Συνέχιζαν να λειτουργούν τα μεγάλα μουσικά ιδρύματα και παράλληλα και νέα. Το θέμα της Πατρίδας και ο παλλαϊκός αγώνας κατέλαβαν την πρώτη θέση και στη μουσική δημιουργία και μάλιστα για πρώτη φορά πάνω σε σύγχρονο και συχνά ντοκουμενταρισμένο υλικό εκείνης της εποχής.
Οι μουσικοσυνθέτες συχνά κατέφευγαν στις συμφωνίες. Ηδη από τον Ιούλη του 1941, ο Σοστακόβιτς άρχισε στο Λένινγκραντ τη σύνθεση της «Εβδομης συμφωνίας του Λένινγκραντ» που έμεινε αθάνατο μνημείο. Η εκτέλεσή της στη διάρκεια του πολέμου στις πόλεις της ΕΣΣΔ και στο εξωτερικό ήταν μια εντυπωσιακή προβολή του πατριωτισμού και της ανδρείας του σοβιετικού λαού και της συσπείρωσης των αντιφασιστικών δυνάμεων.
Λαμπρά παραδείγματα ανάπτυξης των επικών παραδόσεων της ρωσικής μουσικής είναι η όπερα «Πόλεμος και Ειρήνη» του Προκόφιεφ, η μουσική από το πρώτο μέρος της ταινίας «Ιβάν ο τρομερός» και η 7η σονάτα για πιανοφόρτε του ίδιου συνθέτη.
Αλλά και οι θίασοι μπαλέτου και οι χορογραφικές σχολές δεν έπαψαν να λειτουργούν. Μάλιστα δημιουργήθηκαν και νέα έργα. Το θέατρο όπερας και μπαλέτου «Κίροφ» του Λένινγκραντ (είχε μεταφερθεί στην πόλη Περμ) ανέβασε το χορόδραμα «Γκαγιανέ» του Χατσατουριάν, το Μουσικό Θέατρο Στανισλάφσκι και Νεμίροβιτς - Νταντσένσκο, το χορόδραμα «Λόλα» του Οράνσκι, το θέατρο Μπολσόι (είχε μεταφερθεί στην πόλη Κουίμπισεφ) ανέβασε «Τα κόκκινα πανιά» του Γιουρόφσκι.
Αλλά και τα πολυεθνικά σοβιετικά θέατρα προσανατόλιζαν τις δημιουργικές τους δυνάμεις στον αγώνα εναντίον των φασιστών επιδρομέων. Συγκροτήθηκαν θέατρα του Μετώπου και ομάδες που έδιναν θεατρικές παραστάσεις και κονσέρτα στην πρώτη γραμμή. Στις παραστάσεις της πολεμικής εποχής εκδηλώθηκαν με ξεχωριστή δύναμη τα χαρακτηριστικά του σοβιετικού θεάτρου, το ηρωικό πάθος, ο πατριωτισμός και η στενή σύνδεση με το λαό. Εργα με τέτοια χαρακτηριστικά ήταν «Η εισβολή» του Λέονοφ, «Ανθρωποι της Ρωσίας» του Σίμονοφ, «Το μέτωπο» του Κορνεϊτσκούκ, κ.ά.
Το σοβιετικό επίσης τσίρκο που έχει ιστορία πολλών αιώνων, έδωσε το δικό του αγώνα. Πολλοί παράγοντες του τσίρκου κατατάχθηκαν στον Κόκκινο Στρατό, ενώ οργανώθηκαν θίασοι που έκαναν περιοδείες σε στρατιωτικές μονάδες. Αλλά και τα μόνιμα τσίρκα συνέχιζαν τις παραστάσεις χωρίς διακοπή.