Ενδειξη νέας τακτικής των μεγάλων μουσείων διεθνώς, για να διασφαλίσουν την πληρότητα και ποιότητα των συλλογών τους, αλλά και να «διασκεδάσουν» το εντεινόμενο «κύμα» απαιτήσεων για επιστροφή κλεμμένων έργων τέχνης στις χώρες καταγωγής τους ή στις χώρες από όπου κλάπηκαν, αποτελεί η αναμενόμενη επιστροφή του κρατήρα του Ευφρόνιου, από το Μητροπολιτικό Μουσείο Ν. Υόρκης, στην Ιταλία.
Ο κρατήρας του Ευφρόνιου, εκπροσώπου του πρόωρου ερυθρόμορφου ρυθμού, που εργάστηκε στην Αττική μεταξύ 510 - 470 π.Χ., αγοράστηκε το 1972 από τον Αμερικανό έμπορο έργων τέχνης Ρόμπερτ Χεκτ, ο οποίος διώχτηκε ποινικά στην Ιταλία, με την κατηγορία ότι μεσολάβησε σε παράνομες συναλλαγές και βοήθησε να μεταφερθούν στις ΗΠΑ κλεμμένα έργα τέχνης. Σημειώνουμε ότι ο κρατήρας πωλήθηκε από τον λαθρανασκαφέα για 8.800 δολάρια και το Μητροπολιτικό Μουσείο πλήρωσε στον «ενδιάμεσο» 1 εκατ. δολάρια...
Κατά τον διευθυντή, «ο κόσμος αλλάζει και πρέπει να σεβόμαστε τους κανόνες». «Τώρα φαίνεται ότι αυτά τα κομμάτια έφτασαν σε εμάς ύστερα από δολοπλοκίες, ψέματα και παράνομες νυχτερινές εφόδους. Και ως εκπρόσωπος ενός ευυπόληπτου θεσμού, είμαι υποχρεωμένος να πω: όχι, αυτό δεν είναι σωστό».
Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται ακριβώς για επιστροφή, αλλά για ανταλλαγή. Δηλαδή, το Μουσείο επιστρέφει τα αρχαία έργα στους αιτούντες και οι τελευταίοι το «τροφοδοτούν» με άλλα, υποτίθεται ισάξια, με τη μορφή περιοδικών εκθέσεων. Η Ιταλία, πάντως, διεκδικεί νομικά και άλλες αρχαιότητές της.
Αυτός ο «συμβιβασμός» κάθε άλλο παρά ενισχύει αυτές τις διεκδικήσεις. Ανάλογη πρόταση έκανε και ο πρώην υπουργός Πολιτισμού, Ε. Βενιζέλος, στο Βρετανικό Μουσείο, για τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Γιατί, όμως, να «βολεύονται» τα ξένα μουσεία ακόμη και σε «καραμπινάτες» περιπτώσεις αρχαιοκαπηλίας; Ποιος εγγυάται την πλήρη ασφάλεια των δανειζομένων, επίσης σημαντικών αρχαιοτήτων, που θα ταξιδεύουν ως ανταλλάγματα; Και ποιος εγγυάται ότι αυτό δε θα αποτελέσει νέα «φάμπρικα» των μεγάλων μουσείων, που έτσι θα διαφημίζουν και το «κοινωνικό» προφίλ τους;