Πέμπτη 11 Απρίλη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΤΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ ΤΟΥ ΔΙΚΟΜΜΑΤΙΣΜΟΥ

Οι συνεδριάσεις των ανώτερων οργάνων του δύο μεγάλων κομμάτων το περασμένο Σαββατοκύριακο - Εθνικό Συμβούλιο και ΚΕ του ΠΑΣΟΚ και ΚΟ της ΝΔ - έφεραν στην επιφάνεια και κατέδειξαν ορισμένες όψεις της κρίσης που διανύει ο δικομματισμός, ως σύστημα διακυβέρνησης και διαχείρισης των συμφερόντων του συστήματος.

Τα δύο μεγάλα κόμματα αρκετό καιρό τώρα βρίσκονται αντιμέτωπα με τη λαϊκή κατακραυγή και αγανάκτηση, η οποία καθημερινά διογκώνεται, ενώ είναι προφανές ότι τα όρια του δικομματισμού, να ενσωματώνει και να εξαπατά τις λαϊκές μάζες, έχουν αισθητά περιοριστεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και τα δικά τους γκάλοπ δείχνουν τα δύο μεγάλα κόμματα μαζί να συγκεντρώνουν κάτω από το 50% των ψηφοφόρων.

Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ διαπίστωσαν έντρομα το Σαββατοκύριακο ότι λαϊκά στρώματα που παραδοσιακά ψήφιζαν και στήριζαν το ΠΑΣΟΚ (αγρότες, μικρομεσαίοι κ.ά.) έχουν γυρίσει τις πλάτες τους και "απομακρύνονται" μαζικά από το κυβερνών κόμμα.

Από την άλλη, οι βουλευτές της ΝΔ, για ακόμη μια φορά, βλέπουν ότι το κόμμα τους δεν μπορεί να καρπωθεί τη δυσαρέσκεια από την αντιλαϊκές κυβερνητικές επιλογές και τα ποσοστά τους να μην ξεπερνούν στα γκάλοπ το 30%.

Είναι προφανές πως όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, αγρότες, μικρομεσαίοι, νέοι, κ.ά., αντιλαμβάνονται ότι τα δύο μεγάλα κόμματα δεν μπορούν, ούτε και θέλουν, να εκφράσουν τα συμφέροντά τους. Ακόμα περισσότερο, όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται καθημερινά ότι τα δύο μεγάλα κόμματα στρέφονται κατά των συμφερόντων τους. Ανεξαρτήτως αν η συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης οδηγεί σήμερα και σε αντίστοιχες αγωνιστικές εκφράσεις ή σε συγκεκριμένες πολιτικές μετατοπίσεις, γεγονός είναι ότι τα δύο μεγάλα κόμματα σταδιακά απομονώνονται από τις λαϊκές μάζες. Οι παλιές δόξες του δικομματισμού, όπου η συντριπτική πλειοψηφία συσπειρωνόταν γύρω από τους δύο πυλώνες του, φαντάζουν πλέον "περασμένα μεγαλεία, διηγώντας τα να κλαις".

***

Η αίσθηση αυτής της ασφυξίας από την κοινωνία δεν αφήνει ανεπηρέαστες τόσο τα στελέχη όσο και τις ηγεσίες των κομμάτων. Οι τελευταίες, όμως, δεν είναι σε θέση να διακρίνουν τις αιτίες, να αντλήσουν τα αναγκαία συμπεράσματα και να δώσουν τις σωστές ερμηνείες. Πιο σωστά είναι καταδικασμένες να τις παραβλέπουν και επιδεικτικά να τις περιφρονούν.

Είναι επόμενο, βέβαια, να μην μπορούν να καταλογίσουν στην πολιτική που εφαρμόζουν την κύρια ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση. Πολύ περισσότερο, που είναι κοινή πολιτική και για τα δύο μεγάλα κόμματα και θεωρείται "μονόδρομος". Ετσι οι ηγεσίες των δύο μεγάλων κομμάτων βυθίζονται όλο και πιο βαθιά στην ίδια νεοφιλελεύθερη και αντιλαϊκή πολιτική. Επιδίδονται σε μια "ευγενή άμιλλα" για το ποιος θα προτείνει και θα εφαρμόσει "καλύτερες" και πιο "αποτελεσματικές" μορφές για την εφαρμογή αυτής της πολιτικής.

Οι διαφορές των δύο μεγάλων κομμάτων, μετά από αυτή την κοινή πορεία πλεύσης, εξαντλούνται στο ζήτημα της κατάληψης της εξουσίας και εναλλαγής σε αυτήν. Το "πρόβλημα" αυτό διαπερνά και τις εσωτερικές αντιθέσεις στα δύο μεγάλα κόμματα: Ποιος, ποια ομάδα, θα γίνει κυρίαρχη, ώστε να αναλάβει τη διαχείριση της εξουσίας από κυβερνητικές θέσεις.

Στην πραγματικά άγρια αυτή διαπάλη χρησιμοποιούνται όλα τα μέσα. Οι αντιπολιτευόμενοι τις ηγεσίες δε διστάζουν, προκειμένου να ενισχύσουν τις θέσεις του να επικαλούνται τα λαϊκά προβλήματα και βέβαια να δημαγωγούν. Την τακτική αυτή ακολουθούν οι εσωκομματικοί αντίπαλοι του Κ. Σημίτης όπως οι Α. Τσοχατζόπουλος και Γ. Αρσένης, ενώ οι αντίπαλοι του Μ. Εβερτ, όπως οι Κ. Μητσοτάκης, Γ. Σουφλιάς, Στ. Μάνος προτιμούν να ασκούν κριτική από "ακραίες" νεοφιλελεύθερες θέσεις.

Αυτό που πραγματικά είναι "εκπληκτικό" είναι ότι δύσκολα μπορεί κάποιος σημερινός παρατηρητής των πολιτικών πραγμάτων να ξεχωρίσει σε ποιο κόμμα ανήκει η κάθε ομάδα, αφού παρουσιάζουν μεταξύ τους καταπληκτική συγγένεια και ομοιότητα. Τα δύο μεγάλα κόμματα παρουσιάζουν αξιοσημείωτη ομοιογένεια, ενώ οι διαφορές τους στα μάτια του απλού πολίτη, έχουν καταστεί πλέον δυσδιάκριτες έως ανύπαρκτες.

Ταυτόχρονα, δεν μπορεί να υποτιμηθεί η επιχείρηση του δικομματισμού, η οποία όσο χάνει έδαφος γίνεται περισσότερο οργανωμένη και λυσσαλέα, να εμφανιστεί ως η "σύγχρονη" απάντηση στις ανάγκες της εποχής και να φορέσει το προσωπείο του "εκσυγχρονισμού". Παράλληλα, κυρίως το κόμμα που βρίσκεται στην αντιπολίτευση, αλλά και οι "διαφωνούντες" στο εκάστοτε κυβερνών κόμμα, επιχειρούν να δημαγωγήσουν και να εμφανίσουν "φιλολαϊκό προσωπείο", ώστε να εγκλωβίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερα τμήματα των λαϊκών μαζών.

***

Ετσι παίζεται σήμερα το παιχνίδι από τις δυνάμεις του δικομματισμού. Και η απάντηση των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων δεν μπορεί να είναι η αδιαφορία και η αποχή. Γιατί αυτό τους βολεύει, όπως βολεύει και την εφαρμογή της πολιτικής τους. Είναι "αποκαλυπτική" η δήλωση του Μ. Εβερτ, μετά τις φοιτητικές εκλογές: "Δε μας ενδιαφέρει η αποχή" (!).

Εκείνο, όμως, που τους ενοχλεί και τους καίει είναι οι οργανωμένοι, ενωτικοί και αποφασιστικοί αγώνες και η ενίσχυση εκείνων των πολιτικών δυνάμεων, που εκφράζουν τα συμφέροντα των εργαζομένων, δηλαδή του ΚΚΕ.

Οι εργαζόμενοι, πάντως, σε κάθε περίπτωση δεν μπορούν να νομιμοποιούν και με την ψήφο τους την αντιλαϊκή πολιτική του δικομματισμού.

Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ

Η συνολική και συνεχώς ενισχυόμενη φθορά του δικομματισμού και των μεθόδων του εγκλωβισμού των λαϊκών μαζών, είναι ο πραγματικός και βασικός πονοκέφαλος των ηγεσιών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ