Κυριακή 22 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ
Αναγνώριση της επιστημονικής κατάρτισης

Ο Παυσανίας στα "Ηλιακά" γράφει πώς φρόντιζαν οι αρχαίοι το άγαλμα του Δία στην Ολυμπία και της Αθηνάς στην Ακρόπολη:

"Το τμήμα του δαπέδου που είναι μπροστά στο άγαλμα είναι στρωμένο όχι με άσπρη, αλλά με μαύρη πέτρα. Γύρω στη μαύρη αυτή πέτρα εξέχει κυκλικά μία κρηπίδα από μάρμαρο της Πάρου για να συγκρατεί το χυνόμενο λάδι. Το λάδι είναι ωφέλιμο στο άγαλμα της Ολυμπίας, επειδή εμποδίζει το ελεφαντόδοντο να φθείρεται από την υγρασία που έχει το ελώδες έδαφος στην Αλτη. Στην Ακρόπολη, όμως, των Αθηνών για το ελεφαντόδοντο του αγάλματος του λεγόμενου της Παρθένου, είναι ωφέλιμο όχι το λάδι, αλλά το νερό. Η Ακρόπολη δηλαδή για το αρκετό της ύψος έχει μεγάλη ξηρασία και το άγαλμα που είναι καμωμένο από ελεφαντόδοντο χρειάζεται νερό ή δροσιά".

Εάν με την έννοια "συντήρηση" λογίζεται κάθε προσπάθεια διατήρησης των ανθρώπινων δημιουργημάτων στο χρόνο, τότε η συντήρηση αρχίζει από τη στιγμή της δημιουργίας και εξακολουθεί να ασκείται έως ότου το ίδιο το αντικείμενο εξαντλήσει τα όρια ζωής του ως φθαρτή ύλη.

Μιλώντας, όμως, για τη συντήρηση των αντικειμένων - κινητών και ακινήτων - της πολιτιστικής κληρονομιάς,διαπιστώνουμε ότι γίνεται μία αφαίρεση: πάντα εννοείται η σωστική επέμβαση μετά τη φθορά.Η αφαίρεση είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης ενέργειας ή καλύτερα της ανθρώπινης αδράνειας. Διότι αν κάποτε οι Αθηναίοι έβαζαν νερό γύρω από το άγαλμα της Αθηνάς για να το βοηθήσουν να υπάρχει, οι σύγχρονοι κληρονόμοι ουδόλως ασχολούνται με το περιβάλλον των μνημείων. Αναφέρονται σε αυτά και προβληματίζονται για την κατάστασή τους, όταν έχουν ήδη περάσει στο στάδιο της καταστροφής.

Τόσο νέα όσο παλιά

Η συζήτηση για τη συντήρηση της πολιτιστικής κληρονομιάς, κι ακόμα η ιστορία της συστηματικής - επαγγελματικής συντήρησης αρχίζει από τότε που τα μνημεία εμφανίζουν σημάδια θανάτου. Κι οι πρώτες πρώτες απόπειρες είναι κάτι σαν... μεταμοσχεύσεις. Εικόνες που επιζωγραφίστηκαν κι έγιναν άλλες εικόνες, γλυπτά των οποίων τα σπασμένα μέλη συμπληρώθηκαν κι έγιναν άλλα γλυπτά... Η συντήρηση ήταν ένα μέρος της καλλιτεχνικής δημιουργίας, πεδίο άσκησης της προσωπικής αισθητικής επί του αντικειμένου, το οποίο με τη σειρά του έπαυε να είναι φορέας ιστορικής μνήμης. Υποτασσόταν στο δημιουργικό οίστρο του καλλιτέχνη και καθοριζόταν από την επαναφορά του ιστορικού αντικειμένου στην πρώτη του κατάσταση, που δεν ήταν όμως η πρώτη, αλλά μία άλλη.Δηλαδή, η άσκησή της προερχόταν σχεδόν αποκλειστικά από ζωγράφους, γλύπτες, αγιογράφους κι αυτό κατατρέχει την ιστορία της συντήρησης έως τις μέρες μας.

Κάπως έτσι σήμερα οδηγούμαστε σε μία άκρως παράδοξη παραδοχή: αν και στη δημιουργία ενυπάρχει η έννοια της διατήρησης, εντούτοις η Συντήρηση, ιδιαίτερο κομμάτι της διαφύλαξης της πολιτιστικής κληρονομιάς, θεωρείται νέα ως επιστήμη και το αίτημα για εκπαίδευση πανεπιστημιακού χαρακτήρα παραμένει ανικανοποίητο.

Δεν είναι τυχαίο που μόλις φέτος κατοχυρώθηκε νομοθετικά το επάγγελμα του Συντηρητή Αρχαιοτήτων και Εργων Τέχνης.Στο κείμενο του νόμου σημειώνεται, μεταξύ άλλων, ότι ο κάτοχος πτυχίου πανεπιστημιακού επιπέδου δικαιούται άδεια άσκησης επαγγέλματος εφόσον έχει συμπληρώσει δύο χρόνια εμπειρίας. Ομως, στην Ελλάδα δεν υπάρχει αντίστοιχη πανεπιστημιακή σχολή.Ολα δε τα στοιχεία της πραγματικότητας συνηγορούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: η πολιτεία δεν έχει επαρκώς κατανοήσει ότι η οποιαδήποτε ενασχόληση με κομμάτια της ιστορικής μνήμης επιβάλλεται να φέρει "πιστοποιητικά" εγκυρότητας, ασφάλειας, υπευθυνότητας.

Μπορεί λοιπόν από το 1985 οι μελλοντικοί συντηρητές να εκπαιδεύονται στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Εργων Τέχνης του ΤΕΙ,όμως άλλοι "συντηρητές" εκπαιδεύονται σε: Δημόσια Τεχνικά Επαγγελματικά Λύκεια (ΤΕΛ), Ινστιτούτα Ελευθέρων Σπουδών, που δεν παρέχουν αναγνωρισμένο δίπλωμα, Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης,τα λεγόμενα ΙΕΚ, που δεν εντάσσονται σε καμία εκπαιδευτική βαθμίδα, και Σεμινάρια Κατάρτισης Συντηρητών,που οργανώνουν φορείς όπως δήμοι, Εκκλησία κ.ά. και επιδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Εάν εξαιρέσουμε το ΤΕΙ, οι υπόλοιπες περιπτώσεις χαρακτηρίζονται από το υποβαθμισμένο επίπεδο σπουδών, την αμφίβολης ποιότητας παροχή γνώσεων που το αποτέλεσμά της φαίνεται ή θα φανεί στα μνημεία.

Μπορεί, επίσης, στη διοικητική πυραμίδα του υπουργείου Πολιτισμού να υπάρχει Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαιοτήτων,αλλά ο ισχύων Οργανισμός του ΥΠΠΟ προβλέπει ως επικεφαλής έφορο Αρχαιοτήτων.Τέλος, μπορεί εδώ και χρόνια να συστήνονται δεκάδες επιτροπές με έργο την αποκατάσταση, συντήρηση και ανάδειξη μεγάλων μνημείων, αλλά σπανίως εκπροσωπείται επίσημα η Συντήρηση.

Τίθενται τα όρια

Ολα αυτά συμβαίνουν, αν και από τις αρχές του αιώνα διεθνείς συναντήσεις, Οργανισμοί και Χάρτες θέτουν τους όρους άσκησης του επαγγέλματος, αλλά και τα όρια,αναγνωρίζεται ότι κάθε αντικείμενο παρέχει μοναδικές πληροφορίες, ιστορικές, αρχαιολογικές, καλλιτεχνικές, κοινωνικές, που πρέπει να διατηρούνται. Σημειώνοντας, όμως, ότι η φθορά ενυπάρχει στην ιστορία του μνημείου και αποτελεί από μόνη της μία πληροφορία. Το Συνέδριο της Ρώμης το 1930, η Χάρτα των Αθηνών το 1931, η Χάρτα της Βενετίας το 1964, το Μανιφέστο της Αμερικανικής Ομάδας του Διεθνούς Ινστιτούτου Συντήρησης (ΙΙC) το 1974, η Διακήρυξη του Αμστερνταμ το 1975, το Συνέδριο του ICOMOS στη Σρι Λάνκα το 1993, η Σύνοδος της Παβία το 1997, συμφωνούν σε κώδικες δεοντολογίας, σε κοινές αρχές και στη διεπιστημονική συνεργασία.

Ειδικότερα για τη συντήρηση στη Χάρτα της Βενετίας σημειώνεται: "Η συντήρηση και η αποκατάσταση αποσκοπούν πλέον να διασώσουν τα μνημεία, τόσο ως έργα τέχνης όσο και ως ιστορικές μαρτυρίες. Η διαδικασία της αποκατάστασης έχει ως στόχο να διατηρήσει και να αποκαλύψει τις ιστορικές και αισθητικές αξίες του μνημείου και βασίζεται στο σεβασμό προς την αρχική του υπόσταση και τα αισθητικά του στοιχεία".

Στον ορισμό του επαγγέλματος του συντηρητή τονίζεται: "Η επέμβαση σε ένα ιστορικό ή καλλιτεχνικό αντικείμενο πρέπει να ακολουθεί μία σειρά κοινή σε κάθε επιστημονική μεθοδολογία, δηλαδή έρευνα των πηγών, ανάλυση, ερμηνεία, σύνθεση. Μόνο τότε μπορεί η αποπερατωμένη θεραπεία να διατηρήσει τη φυσική ακεραιότητα του αντικειμένου και να κάνει τη σπουδαιότητά του προσιτή. Το πιο σπουδαίο είναι ότι αυτή η προσέγγιση ενισχύει την ικανότητά μας να αποκρυπτογραφήσουμε το επιστημονικό μήνυμα του αντικειμένου κι έτσι να συνεισφέρουμε με νέες γνώσεις".

Οσο για την επαγγελματική διάκριση αναφέφεται: "Οι επαγγελματικές δραστηριότητες του συντηρητή διακρίνονται από αυτές των καλλιτεχνών ή τεχνικών επαγγελμάτων. Ενα βασικό κριτήριο αυτής της διάκρισης είναι ότι οι συντηρητές με τις δραστηριότητές τους δε δημιουργούν νέα πολιτιστικά αντικείμενα. Αυτή την ευθύνη την έχει ο τομέας των καλλιτεχνικών και τεχνικών επαγγελμάτων (όπως του μεταλλοτεχνίτη, του χρυσωτή, του επιπλοποιού, του διακοσμητή κλπ.), που μπορούν να κατασκευάσουν ό,τι πια δεν υπάρχει ή δεν μπορεί να διατηρηθεί. Πάντως, οι επαγγελματίες αυτοί μπορούν να ωφεληθούν σε μεγάλο βαθμό από τα πορίσματα των συντηρητών και από την καθοδήγησή τους".

Ολα τα παραπάνω αποτελούν σίγουρα παρακαταθήκη και δικλείδα ασφαλείας για το μέλλον της συντήρησης, εφόσον στο παρόν η υπάρχουσα κατάσταση είναι η ακόλουθη: το επάγγελμα του συντηρητή αρχαιοτήτων και έργων τέχνης ασκούν όσοι έχουν ολοκληρώσει την υποχρεωτική εκπαίδευση ή τη μέση και είναι εμπειρικοί συντηρητές, όσοι έχουν φοιτήσει σε σχολές του εσωτερικού ή εξωτερικού, που παρέχουν αδιαβάθμητα πτυχία, καλλιτέχνες (ζωγράφοι, γλύπτες κ.ά.), αλλά εμπειρικοί συντηρητές, λίγοι απόφοιτοι του ΤΕΙ και ελάχιστοι με ανώτατη εκπαίδευση συντηρητή σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.

Είναι φανερό ότι ακόμα κι αν η πολιτιστική κληρονομιά αντιμετωπίζεται ενιαία (νομοθετικά τουλάχιστον) από την πολιτεία, αν και υπάρχουν διεθνείς κανόνες και όρια, στον τομέα της συντήρησης δεν υπάρχει μία κοινή γλώσσα.Αντανακλάσεις αυτής της κατάστασης βλέπουμε πρωτίστως στην εικόνα των μνημείων.

Στο μεταξύ, η συντήρηση πανεπιστημιακού επιπέδου αναγνωρίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με την ίδρυση σχετικών σχολών, ντοκουμέντα και διακηρύξεις.

Από τη Σύνοδο της Παβία,τον Οκτώβρη του 1997, προέκυψε το πιο πρόσφατο ντοκουμέντο, που συνηγορεί στην παραπάνω επιταγή, συνιστώντας: την αναγνώριση και προαγωγή της συντήρησης ως επιστημονικού κλάδου, που διδάσκεται σε πανεπιστημιακό επίπεδο με τη δυνατότητα εκπόνησης διδακτορικής διατριβής. Την ανάπτυξη της διεπιστημονικής συνεργασίας στην εκπαίδευση και την έρευνα, την επαγρύπνηση ως προς την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων που δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του επαγγέλματος, καθώς και την προαγωγή της έρευνας.

Στην Ελλάδα το αίτημα για ίδρυση Ανώτατης Σχολής αρχίζει να συνεπικουρείται από ενέργειες που γίνονται για μεταπτυχιακές σπουδές στο Πολυτεχνείο (ΕΜΠ, ΑΠΘ). Χρειάζεται όμως να συνεξεταστεί με τις δυνατότητες που παρέχει το υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα, τις σύγχρονες ανάγκες των μνημείων και πώς θα εκφραστούν στα προγράμματα σπουδών τα οποία χρειάζεται να βρίσκουν τόπους συνάντησης της επιδεξιότητας και της γνώσης.

Οι νέοι συντηρητές που αποφοιτούν από το ΤΕΙ συναντούν μάλλον μισάνοιχτες πόρτες. Από το 1991 έχουν αποφοιτήσει 301 σπουδαστές,αλλά μόλις 31 απασχολούνται ως μόνιμοι στο υπουργείο Πολιτισμού, ενώ κάθε χρόνο απορροφούνται 100 ωρομίσθιοι. Αίτημα του Συλλόγου των Πτυχιούχων Συντηρητών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης είναι να προκηρυχτούν κατ' αρχήν 130 νέες θέσεις και στο νέο Οργανισμό να προβλεφτούν τουλάχιστον 500 θέσεις συντηρητών ΤΕ πανελλαδικά.

Δεδομένου ότι η ευαίσθητη φύση της πολιτιστικής κληρονομιάς απαιτεί την ανάλογη ευαισθησία στο πεδίο της εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατοχύρωσης, ο Σύλλογος με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες προσπαθεί να θέσει τα όρια της επαγγελματικής κατάρτισης. Με αφορμή επικείμενη υπογραφή από τον υπουργό Πολιτισμού ΠΔ για την κατοχύρωση αποφοίτων των ΙΕΚ, ο Σύλλογος ζήτησε "να εξαιρεθεί ο τομέας της συντήρησης, αφού η υπογραφή του θα σημάνει ουσιαστικά την κατοχύρωση των αποφοίτων των ΙΕΚ ως "βοηθών συντηρητών" στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα. Αυτό θα οδηγεί στην παραγκώνιση των αποφοίτων των ΤΕΙ από την αγορά εργασίας". Για τους ήδη απόφοιτους ή φοιτούντες σε αυτές τις σχολές προτείνεται "η διεξαγωγή κατατακτήριων εξετάσεων προκειμένου να εισέλθουν στη σχολή των ΤΕΙ".

Τόσο ο Σύλλογος των Πτυχιούχων όσο και η Πανελλήνια Ενωση Συντηρητών Αρχαιοτήτων (ΠΕΣΑ) συνηγορούν στο αίτημα αναβάθμισης των σπουδών σε πανεπιστημιακό επίπεδο. Προτείνουν όμως και συγκεκριμένους τρόπους βελτίωσης του επιπέδου των παρεχόμενων σπουδών. Η ΠΕΣΑ επανειλημμένως έχει εισηγηθεί "τη δημιουργία μεταπτυχιακού κύκλου σπουδών στα ΤΕΙ, την επιμόρφωση του υπάρχοντος διδακτικού προσωπικού, τη διατήρηση των ΤΕΛ μόνο ως προπαρασκευαστικού σταδίου εισαγωγής στα ΤΕΙ, την κατάργηση του Τμήματος Συντήρησης των ΙΕΚ και την κατάργηση των επιδοτούμενων από την Ευρωπαϊκή Ενωση σεμιναρίων".Για όλα αυτά, τονίζει η ΠΕΣΑ, χρειάζεται πολιτική βούληση.

Δήμητρα ΜΥΡΙΛΛΑ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ