Τετάρτη 11 Μάρτη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΔΙΕΘΝΗ
Ανεπίτρεπτος ο περιορισμός του κοινοβουλευτικού ελέγχου

Ο Αρειος Πάγος αποφάνθηκε ότι "ο κοινοβουλευτικός έλεγχος σε δικαστικές αποφάσεις είναι ανεπίτρεπτος" ("Βήμα" 1/3/98). Στην απόφαση αυτή υπήρξε άμεση απάντηση και σε σωστή κατεύθυνση από τον πρόεδρο της Βουλής Απόστολο Κακλαμάνη.

Στη συνέχεια όμως έχουμε τη διατύπωση μιας σειράς απόψεων που υποστηρίζουν την απόφαση του Αρείου Πάγου.

Πρώτος, ο οποίος έδωσε και τη γραμμή, ήταν ο καθηγητής Γεώργιος Κουμάντος, που υποστήριξε ότι ο κοινοβουλευτικός έλεγχος των δικαστικών αποφάσεων είναι αντίθετος με την αρχή της ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης από τις άλλες εξουσίες και γι' αυτό ο οποιοσδήποτε κοινοβουλευτικός έλεγχος "δεν πρέπει να γίνεται κάτω από συνθήκες που δίνουν την εντύπωση ότι παραβιάζουν τη συνταγματικά κατοχυρωμένη ανεξαρτησία της δικαιοσύνης" ("Καθημερινή" 1/3/98).

Στη συνέχεια ο Π. Παυλόπουλος, βουλευτής της ΝΔ και καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών (αλήθεια αμείβεται και ως καθηγητής, χωρίς να ασκεί, όπως προβλέπει το Σύνταγμα, άρθρο 56 αρ. 4, τα καθήκοντά του;), υποστήριξε ότι "δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτός ο οποιοσδήποτε ευθύς και άμεσος έλεγχος της νομοθετικής εξουσίας, συμπεριλαμβανομένου του κοινοβουλευτικού ελέγχου... επί των αποφάσεων που συνιστούν... άσκηση δικαιοδοτικού λειτουργήματος" ("Νέα" 3/3/98). Δηλαδή υποστήριξε ότι δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα ο κοινοβουλευτικός έλεγχος δικαστικών αποφάσεων.

Σειρά πήρε η καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Αννα Ψαρούδα - Μπενάκη (υπάρχουν και γι' αυτήν ερωτηματικά για το αν πληρώνεται από το Πανεπιστήμιο, χωρίς να ασκεί τα καθήκοντά της, από τότε που πρωτοεκλέχτηκε βουλευτής), υποστήριξε σε συνέντευξή της στην ΕΡΑ-1, ότι "αν ήμουν υπουργός Δικαιοσύνης και δεχόμουν επερώτηση βουλευτή για την υπόθεση Πουρσανίδη, θα απαντούσα ότι η ερώτηση δεν έχει αντικείμενο, δεδομένου ότι άπτεται της δικαιοδοτικής κρίσης και της ελεύθερης στάθμισης των δεδομένων συγκεκριμένης υπόθεσης, συγκεκριμένου δικαστηρίου".

Με κάποια καθυστέρηση ο δικηγόρος Αντώνης Βγόντσας, αποφαίνεται: "Το δικαίωμα των δικαστικών αποφάσεων ανήκει από τη φύση του στο νομικό μοναχά κόσμο. Αυτός γνωρίζει τους δαιδάλους των κανόνων του Δικαίου. Αυτός πρέπει και δικαιούται να κρίνει" ("Βήμα" 8/3/98).

Δε θέλουμε αναφερθούμε - αν και προκαλούμαστε - σε αποφάσεις της δικαιοσύνης του τύπου: ο κατηγορούμενος σκότωσε "σε άγνωστο τόπο, σε άγνωστο χρόνο, άγνωστο αριθμό ανθρώπων". Η στην καταδίκη δεκάδων κομμουνιστών, στα 1950 - 1960, ως κατασκόπων για την πολιτική τους δράση, και την εκτέλεση ορισμένων, όπως του Νίκου Μπελογιάννη. Η ότι η ηγεσία του Αρείου Πάγου, στελέχωσε σε σημαντικό βαθμό την πρώτη κυβέρνηση της χούντας.

Ολα αυτά σημαίνουν, όμως, ότι η δικαιοσύνη, παρά τις διακηρύξεις, δεν είναι ανεξάρτητη. Αλλά πώς να είναι ανεξάρτητη, αφού οι πρόεδροι και αντιπρόεδροι των ανωτάτων δικαστηρίων (Αρείου Πάγου, Συμβουλίου Επικρατείας, Ελεγκτικού Συνεδρίου) εκλέγονται από την κυβέρνηση; Δηλαδή οι ανώτατοι δικαστικοί ή έχουν προαχθεί από την κυβέρνηση ή περιμένουν να προαχθούν από αυτήν. Αυτοί με τη σειρά τους ουσιαστικά συγκροτούν τα ανώτατα όργανα για τις προαγωγές, τις μεταθέσεις, τις πειθαρχικές διώξεις δικαστών. Είναι φανερό λοιπόν ότι ελέγχεται απόλυτα η δικαιοσύνη από την κυβέρνηση.

Αλλά πέρα απ' αυτό, υπάρχει ένα ουσιαστικότερο ζήτημα. Το Σύνταγμα ορίζει ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν απ' το λαό (άρθρο 1 παρ. 2). Και το ερώτημα είναι: Πώς πηγάζει η δικαστική εξουσία απ' το λαό; Μη μου πείτε ότι επειδή οι αποφάσεις εκτελούνται στο όνομα του ελληνικού λαού! (άρθρο 26 παρ.3). Αυτό θα ήταν αστείο.

Κατά συνέπεια η Βουλή, ως όργανο έκφρασης, στο βαθμό που εκφράζει τη λαϊκή κυριαρχία, που τα μέλη της είναι αιρετά και λογοδοτούν στο λαό, έχει δικαίωμα να κρίνει απεριόριστα τη δικαιοσύνη μαζί και τις δικαστικές αποφάσεις.

Γι' αυτό μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η φιλολογία για το απαράδεκτο άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου στις δικαστικές αποφάσεις απ' τη Βουλή, είναι ανεπίτρεπτη.

Κώστας ΚΑΠΠΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ