Κυριακή 4 Ιούλη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 42
ΔΙΕΘΝΗ

Τυνησία

Τα δημοκρατικά δικαιώματα στο βωμό του εκσυγχρονισμού

Η κοντινή μας Τυνησία είναι συνήθως γνωστή μόνο για την ευγένεια των κατοίκων της και για τη γεωφυσική ομορφιά της. Λίγες είναι οι πληροφορίες, που διοχετεύονται στην κοινή γνώμη της χώρας μας για τις πολιτικές και οικονομικές εξελίξεις στη χώρα αυτή. Κι ωστόσο, οι απλοί άνθρωποι εκεί, όπως παντού, εργάζονται, ζουν, αλλά και υποφέρουν.

Η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση έχει κάνει και εδώ αισθητή την παρουσία της. η χώρα κυβερνάται από την κατάκτηση της ανεξαρτησίας της από το μονοκομματικό καθεστώς της Συνταγματικής Δημοκρατικής Ενωσης. Τα λοιπά νόμιμα κόμματα αποτελούν σφραγίδες ελεγχόμενες από το καθεστώς, δεν έχουν μέλη ούτε δραστηριότητες. Η Τυνησία γνώρισε ουσιαστικά δύο προέδρους: Τον Μπουργκίμπα ως το 1987 και τον Μπεν Αλι από τότε μέχρι και σήμερα ακόμη.

Η φτώχεια ήταν πάντοτε εμφανής, πολύ περισσότερο που το καθεστώς βρισκόταν πάντοτε στη σκιά των συμφερόντων των ΗΠΑ. Ωστόσο, τις δεκαετίες του 1960 και '70, είχαν γίνει κάποιες επιμέρους παρεμβάσεις και υπήρχε ένας σχετικά σημαντικός δημόσιος τομέας της οικονομίας, που εγγυόταν σε ένα βαθμό ένα ελάχιστο επίπεδο ζωής. Σημαντικό ρόλο έπαιξε, επίσης, η ύπαρξη στη δεκαετία, κυρίως του 1960, ενός δυναμικού και αρκετά ανεξάρτητου από το καθεστώς συνδικαλιστικού κινήματος, που συνένωσε τους μισθωτούς (από εργάτες γης μέχρι γιατρούς) στη Γενική Ενωση Εργαζομένων Τυνησίας.

Η οικονομική πραγματικότητα

Η κατάσταση άρχισε να αλλάζει ραγδαία μετά το 1990. η μεταβολή του παγκόσμιου συσχετισμού των δυνάμεων άγγιξε και την Τυνησία, τόσο το εσωτερικό της, όσο και τις διεθνείς της σχέσεις. Εκτοτε, "παγκοσμιοποίηση" και "ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας" είναι οι λέξεις - κλειδιά για την αφαίρεση των όποιων κατακτήσεων είχε ο λαός στο βιοτικό του επίπεδο.

Και πραγματικά, οι αριθμητικοί δείκτες ευημερούν. Σύμφωνα με τα επίσημα δεδομένα, ο ρυθμός ανάπτυξης είναι περίπου 4% ετησίως. Παράλληλα, τα οικονομικά σύνορα πέφτουν. Η ιδιωτικοποίηση του κρατικού τομέα έχει λάβει ξέφρενους ρυθμούς. Ολη η προσπάθεια της κυβέρνησης συγκεντρώνεται στη δημιουργία ακόμη ευνοϊκότερων όρων για τη δράση των πολυεθνικών και της εγχώριας ολιγαρχίας, που συνεργάζεται μαζί τους, με το πρόσχημα της "προσέλκυσης επενδύσεων".

Η εγχώρια αγορά κατακλύζεται, σε μεγαλύτερο βαθμό από ό,τι πριν, από προϊόντα προερχόμενα από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτό, όπως είναι ευνόητο, έχει εξαιρετικά επώδυνες επιπτώσεις στην ντόπια οικονομία, που έτσι κι αλλιώς ήταν βαθιά εξαρτημένη και αδύναμη, και στους εργαζόμενους.

Από την άλλη, οι άμεσοι φόροι τσακίζουν ό,τι έχει απομείνει από το λαϊκό εισόδημα. Το 81% των φορολογικών εσόδων προέρχεται από τους μισθωτούς, οι οποίοι αποτελούν το μισό περίπου του οικονομικά ενεργού πληθυσμού. Αύξηση γνωρίζουν και οι έμμεσοι φόροι, που συχνά φτάνουν το 29%. Η επίσημη ανεργία φτάνει το 17%. Το στοιχείο αυτό, ωστόσο, είναι του 1994, καθώς η κυβέρνηση του Μπεν Αλι αποκρύπτει μια σειρά στοιχεία, που έχουν συγκεντρώσει οι αρμόδιοι και τιμωρεί αυστηρά κάθε διοχέτευσή τους στη δημοσιότητα. Εξάλλου, σύμφωνα με επίσημα χείλη, πρόκειται στο επόμενο διάστημα να κλείσουν 2 χιλιάδες επιχειρήσεις και να προστεθούν 130 χιλιάδες άνεργοι.

Παράλληλα, κατεδαφίζεται η όποια κρατική πρόνοια υπήρχε. Τα σχετικά έξοδα του προϋπολογισμού έχουν ελαχιστοποιηθεί. Στη θέση των κοινωνικών δαπανών εμφανίστηκε ένα "ταμείο αλληλεγγύης", το οποίο στην πράξη σημαίνει πρόσθετη φορολογία, από την οποία καλύπτονται πρόχειρα και επιφανειακά τα κενά που αφήνει πίσω της η κατάργηση των όποιων κοινωνικών κατακτήσεων. Τελευταία, φαίνεται πως ετοιμάζεται μια γερή επίθεση στη δημόσια παιδεία κάτω από το μανδύα της παραχώρησης περισσότερων αρμοδιοτήτων και αυτονομίας στα περιφερειακά εκπαιδευτικά διοικητικά όργανα.

"Κοινωνική ειρήνη"

Το καθεστώς του Μπεν Αλι αντιμετώπισε στις αρχές της δεκαετίας του '90 ένα ανερχόμενο ισλαμικό κίνημα, το οποίο ήταν καρπός αφ' ενός της δυσαρέσκειας των μαζών που στρεφόταν σε σκοταδιστικές οδούς και αφ' ετέρου προϊόν των συγκρούσεων των μεγάλων δυνάμεων στην περιοχή. Ο πρόεδρος δε δίστασε. Χρησιμοποιώντας την τρομοκρατία, τις φυλακίσεις, ακόμη και τις καταδίκες σε θάνατο, έσπασε τη ραχοκοκαλιά του κινήματος, τουλάχιστον προσωρινά. Παράλληλα, παραχώρησε ευρύτατα για τα δεδομένα αραβικής χώρας δικαιώματα στις γυναίκες.

Μετά τους ισλαμιστές όμως, ήρθε η σειρά της δημοκρατικής και προοδευτικής αντιπολίτευσης. Το 1993 τροποποιήθηκε ο Ποινικός Κώδικας, ώστε να τιμωρείται αυστηρότερα η πολιτική δράση, που υπάγεται ουσιαστικά στις διατάξεις περί τρομοκρατίας.

Ενδεικτική της όλης κατάστασης είναι η δίκη ενάντια στην πολύ γνωστή στην Τυνησία δικηγόρο και συνδικαλίστρια Ράντια Νασράουι, η οποία δικάζεται μαζί με άλλους 17 φοιτητές. Οι κατηγορίες αφορούν διατάραξη της δημόσιας τάξης, διάδοση προκηρύξεων που μπορούν να διαταράξουν τη δημόσια τάξη, διάδοση ψευδών ειδήσεων με σκοπό τη διατάραξη της δημόσιας τάξης, συμμετοχή σε οργάνωση που διεγείρει το μίσος, έκκληση σε εξέγερση των πολιτών και σε ανυπακοή προς τους νόμους, οργάνωση συνάθροισης χωρίς την άδεια των αρχών. Οπως φαίνεται από τις κατηγορίες, πρόκειται για πολιτικές δίκες ενάντια σε αγωνιστές δημοκράτες. Οι κατηγορούμενοι, μάλιστα, κρατούνται παράνομα, αφού η δίκη έχει αναβληθεί δύο φορές και έχει ξεπεραστεί το ανώτατο όριο προφυλάκισης που ορίζει ο νόμος (14 μήνες), ενώ το δικαστήριο αρνείται χωρίς καν αιτιολογία να διατάξει την απόλυση των παρανόμως κρατουμένων. Οι περισσότεροι από αυτούς έχουν βασανιστεί κατά τη σύλληψή τους, με αποτέλεσμα τα σημάδια να είναι εμφανή ακόμη και μετά από τόσους μήνες. Ανάμεσα στους κρατούμενους βρίσκεται μάλιστα και μια ανάπηρη φοιτήτρια, που βασανίστηκε και επιχείρησε να αυτοκτονήσει δύο φορές.

Με παρόμοιο κατηγορητήριο, έχουν καταδικαστεί αρκετοί συνδικαλιστές εργάτες, φοιτητές και άλλοι αγωνιστές της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ενας, μάλιστα, από τους πολιτικούς κρατούμενους, ο Χ. Κσίλα κρατείται εδώ και μήνες στην απομόνωση, ενώ η υγεία του έχει υποστεί σοβαρές βλάβες.

Παράλληλα, ανθεί η χρήση παρακρατικών μεθόδων. Σε όσους τολμούν να αγωνίζονται, καταστρέφονται τα αυτοκίνητα, κάποτε και τα σπίτια, κόβονται τα τηλέφωνα, αφαιρούνται παράνομα τα διαβατήριά τους, ξυλοκοπούνται βάναυσα, απολύονται, εμποδίζονται οι δικηγόροι και οι συγγενείς να έρθουν σε επαφή με τους κρατούμενους. Η μυστική ασφάλεια βρίσκεται παντού. Από αυτήν δε γλιτώνουν ούτε οι ξένοι παρατηρητές διαφόρων οργανώσεων αλληλεγγύης, που προσέρχονται κατά δεκάδες κάθε φορά που υπάρχει μια μεγάλη πολιτική δίκη στην Τυνησία.

Η κυβέρνηση, βέβαια, της χώρας προσπαθεί να δίνει προς τα έξω την εικόνα ενός ευνομούμενου κράτους και σε ένα βαθμό το καταφέρνει. Οι εφημερίδες, που ελέγχονται από το καθεστώς, κάνουν λόγο για πολιτική σταθερότητα, ασφάλεια και κοινωνική ειρήνη. Το σύγχρονο αεροδρόμιο, ο τουρισμός, η σχετική ανανέωση του οδικού δικτύου είναι η πολυδιαφημισμένη βιτρίνα του.

Η ωραία Ελένη

Κι όμως, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Τυνησία μοιάζει αρκετά με την ομηρική Ελένη. Οχι μόνο γιατί είναι όμορφη ή γιατί έχει γερή προίκα, αλλά και γιατί τη διεκδικούν οι δύο ανταγωνιστές της Αφρικής: Οι ΗΠΑ και η Γαλλία και κοντά σε αυτούς και άλλοι μικρότεροι. Οι ΗΠΑ ηγεμονεύουν στην περιοχή, γεγονός που εκφράστηκε με την υποστήριξη που παρείχε το καθεστώς στις αμερικανόπνευστες λύσεις της Ουάσιγκτον στο Παλαιστινιακό. Μέχρι πρόσφατα, η έδρα της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης βρισκόταν στην Τύνιδα και ο Μπεν Αλι διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο.

Από την άλλη, η Γαλλία προσπαθεί να αξιοποιήσει την επιρροή και τους δεσμούς, που είχε ως η πρώην αποικιακή δύναμη.

Ας μην ξεχνάμε ότι το σύνολο σχεδόν του πληθυσμού στην Τυνησία μιλά τα γαλλικά. Είναι γνωστές, εξάλλου, οι βλέψεις των γαλλικών πολυεθνικών για ηγεμονία στο χώρο της Μεσογείου και πολύ θα το επιθυμούσαν, γενικότερα στον αραβικό κόσμο. Αυτό εκφράστηκε και μέσα από την ευρω-μεσογειακή συνδιάσκεψη το Νοέμβρη του 1995, στη Βαρκελώνη.

Ποιος θα επικρατήσει; Αγνωστο προς το παρόν. Πάντως και οι δύο ανταγωνιστές φροντίζουν να τα έχουν καλά με την κυβέρνηση και, παράλληλα, να την πιέζουν με το πρόσχημα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ ταυτόχρονα επιχειρούν να ελέγξουν και την αντιπολίτευση.

Το δυσάρεστο είναι ότι προς το παρόν τουλάχιστον είναι παραπάνω από ορατή η αδυναμία συγκρότησης (ή μήπως η έλλειψη;) αντιπολίτευσης, που θα έχει αξιόπιστο εναλλακτικό λόγο, που θα θίγει την αιτία της οικονομικής και πολιτικής κακοδαιμονίας: Την κυριαρχία των πολυεθνικών. Το βέβαιο, πάντως, είναι ότι ο λαός της Τυνησίας έχει ανάγκη την αλληλεγγύη μας στο δύσκολο αγώνα του.

Δημήτρης ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ