Για να κάνουν πιο ελκτικά τα προϊόντα τους, ορισμένες εταιρείες ενσωμάτωσαν στις φωτογραφικές τους μηχανές συστήματα σταθεροποίησης της εικόνας, που αντιμετωπίζουν σε μεγάλο βαθμό το πρόβλημα της «κουνημένης» φωτογραφίας. Σχεδόν όλες οι φωτογραφικές μηχανές, αλλά και οι βιντεοκάμερες που πωλούνται σήμερα διαθέτουν κάποιο μηχανισμό σταθεροποίησης της εικόνας. Δε θα μπορούσε άλλωστε να είναι διαφορετικά, καθώς η αύξηση της ανάλυσης της εικόνας (εκατομμύρια εικονοστοιχεία ή μεγαπίξελ), το μικρότερο μέγεθος της μηχανής και οι ισχυρότεροι φακοί ζουμ εντείνουν το πρόβλημα της «κουνημένης» εικόνας.
Για τις ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές υπάρχουν δύο διαφορετικά μοντέλα σταθεροποίησης της εικόνας. Το ένα προβλέπει μετακίνηση του φακού (για την ακρίβεια ενός εσωτερικού στοιχείου του φακού), ώστε να εξισορροπηθεί το τρέμουλο της μηχανής, ενώ το δεύτερο μοντέλο προβλέπει κατάλληλη μετακίνηση του φωτοαισθητήρα (CCD), ο οποίος αποτυπώνει (καταγράφει ψηφιακά) την εικόνα. Η δεύτερη τεχνική πλεονεκτεί κατά το ότι μπορεί να χρησιμοποιηθεί με οποιονδήποτε φακό διαθέτει ο κάτοχος της μηχανής, ενώ η πρώτη τεχνική πετυχαίνει με απλούστερο τρόπο την καταγραφή ευδιάκριτων εικόνων όταν χρησιμοποιείται και φλας.
Δύο τεχνικές υπάρχουν για τη σταθεροποίηση εικόνας και στις ψηφιακές βιντεοκάμερες. Η μία απ' αυτές χρησιμοποιεί ένα πρίσμα σε μορφή φυσούνας για την προσαρμογή της γωνίας διάθλασης των εισερχόμενων ακτίνων ανάλογα με το τρεμούλιασμα της κάμερας, ενώ η δεύτερη ρυθμίζει το «παράθυρο» της εικόνας πάνω στον φωτοαισθητήρα. Η δεύτερη τεχνική είναι απλούστερη και φτηνότερη, αλλά μειώνει το οπτικό πεδίο της κάμερας κατά 10 έως 20%.