Κυριακή 1 Ιούλη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 32
ΔΙΕΘΝΗ
ΗΠΑ - ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ (CIA)
Μαύρα «κειμήλια» στη φόρα

Απόπειρες δολοφονίας, βασανιστήρια, χούντες, «παράνομες ενέργειες» και χιλιάδες εγκλήματα στα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα

Το κολαστήριο του Γκουαντάναμο. Από τα σύγχρονα εγκλήματα της CIA και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού

Associated Press

Το κολαστήριο του Γκουαντάναμο. Από τα σύγχρονα εγκλήματα της CIA και του αμερικανικού ιμπεριαλισμού
«Το παρελθόν δεν είναι νεκρό. Για την ακρίβεια δεν είναι καν παρελθόν»

Ουίλιαμ Φόκνερ

Τον Μάη του 1973, ο τότε διευθυντής της CIA, Τζέιμς Σλέσινγκερ, εξοργισμένος από τα συνεχή δημοσιεύματα των εφημερίδων που μετά τη σύλληψη των δύο πρακτόρων της CIA, του Ε. Χάουαρντ Χαντ και του Τζέιμς ΜακΚορντ, ανέφεραν ότι η υπηρεσία είχε αναμειχθεί στο σκάνδαλο Γουότεργκέιτ, διέταξε όλους τους υψηλόβαθμους πράκτορες να του αναφέρουν «όποιες δραστηριότητες μπορούν να ερμηνευτούν ως εκτός του νομοθετικού πλαισίου». Το αποτέλεσμα ήταν απόρρητες αναφορές που περιλαμβάνουν μερικά από τα μέχρι πρότινος χαρακτηριζόμενα «χειρότερα εγκλήματα και παράνομες πράξεις» που διέπραξαν πράκτορες της CIA. Στο εσωτερικό της υπηρεσίας οι φάκελοι αυτοί έγιναν αρχικά γνωστοί ως «σκελετοί» και στη συνέχεια ως «οικογενειακά κοσμήματα» ή μάλλον καλύτερα «οικογενειακά κειμήλια».

Αυτοί οι περίφημοι φάκελοι ή καλύτερα μέρος αυτών δημοσιοποιήθηκε την Τρίτη. Η CIA αναγκάστηκε να αποδεχτεί τα αιτήματα Αμερικανών και ξένων ερευνητών, ενώ καθοριστικό ρόλο έπαιξε το τμήμα των Εθνικών Αρχείων Ασφαλείας του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσιγκτον. Στις περίπου 11.000 σελίδες που καταλαμβάνουν, τελικά μόνο 693 σελίδες παραδόθηκαν ως «σύνοψη» στο National Security Archive, όπως ανέφερε ο ερευνητής Τζον Πράντος στην Αμι Γκούντμαν στο Democracy Now αλλά με λεπτομέρειες περιλαμβάνονται οι σχεδιασμοί δολοφονίας του Φιντέλ Κάστρο, η παρακολούθηση και οι υποκλοπές τηλεφωνημάτων των δημοσιογράφων Ρόμπερτ Αλεν, Πολ Σκοτ, Τζακ Αντερσον, Μάικ Γκέτλερ, Μπριτ Χιουμ, η περίπτωση του Γιούρι Ιβάνοβιτς Νοσένκο, Σοβιετικού λιποτάκτη που κρατήθηκε και βασανίστηκε επί 3 1/2 χρόνια, η απόπειρα δολοφονίας του ηγέτη του Κογκό Πατρίς Λουμούμπα, οι διαρρήξεις σε οικίες και διαμερίσματα πρώην πρακτόρων της CIA, όπως του Βίκτορ Μαρτσέτι, οι παρακολουθήσεις 9.900 ηγετικών στελεχών του αντιπολεμικού κινήματος των ΗΠΑ, το άνοιγμα και η φωτοτύπηση επιστολών από και προς τη Σοβιετική Ενωση και την Κίνα κ.ά. Κατά τον Πράντος πολλά από αυτά είναι ήδη εν πολλοίς γνωστά αλλά οι λεπτομέρειες εξακολουθούν να προκαλούν σοκ, παρά το γεγονός ότι ορισμένα σημεία έχουν αφαιρεθεί, αφαιρώντας λεπτομέρειες ίσως εξαιρετικά κρίσιμες και σημαντικές.

Εντούτοις ακόμη και αυτή η μικρή έκταση στα στοιχεία εμφανίζει ουκ ολίγες παραβάσεις και παράνομες ενέργειες της CIA, υπό την καθοδήγηση της πολιτικής ηγεσίας δηλαδή του Λευκού Οίκου, που αποτελεί τεκμήριο της αχαλίνωτης ιμπεριαλιστικής εγκληματικότητας της Ουάσιγκτον, μιας εγκληματικότητας που συνεχίζεται αδιαλείπτως μέχρι σήμερα.

«Στόχος της αποστολής, ο Φιντέλ Κάστρο»

Μεταξύ των διαφόρων «παρανομιών» που διέπραξαν τη δεκαετία του '60 οι πράκτορες της CIA και που μέχρι σήμερα η αμερικανική κυβέρνηση επισήμως εξακολουθεί να αρνείται, ήταν ότι προσέλαβαν δύο από τους πλέον καταζητούμενους νονούς της μαφίας για να δολοφονήσουν τον Φιντέλ Κάστρο. Τον Αύγουστο του 1960, ο πράκτορας Ρίτσαρντ Μπίσελ πλησίασε τον συνταγματάρχη Σέφιλντ Εντουαρντς της Υπηρεσίας Ασφαλείας της CIA ζητώντας του χρήματα για μια «ευαίσθητη επιχείρηση που απαιτεί την ανάληψη γκανγκστερικού τύπου δράσης», σύμφωνα με τα αρχεία. «Στόχος της αποστολής ήταν ο Φιντέλ Κάστρο».

Στη συνέχεια οι πράκτορες της CIA, μέσω του πρώην πράκτορα του FBI Ρόμπερτ Α. Μάχεου, προσέγγισαν τον μαφιόζο Τζόνι Ροσέλι. «Πρέπει να καταστεί σαφές στον Ροσέλι ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έχει και δεν πρέπει να λάβει γνώση της επιχείρησης», αναφέρει άλλο έγγραφο. Τελικά ο Ροσέλι κανόνισε συνάντηση στο ξενοδοχείο Φοντενεμπλό του Μαϊάμι με τον «Σαμ Γκολντ» και τον «Τζο» και κατόπιν αλλεπάλληλων συναντήσεων οι μαφιόζοι αποφάνθηκαν ότι είναι δύσκολο να χρησιμοποιηθούν πυροβόλα όπλα και πρότειναν να βάλουν δηλητήριο στο φαγητό του Φιντέλ Κάστρο. Οπως αναφέρει η Ουάσιγκτον Ποστ, ο Μάχεου σοκαρίστηκε όταν ανακάλυψε ότι ο «Σαμ Γκολντ» και ο «Τζο», δεν ήταν άλλοι από το Μόμο Σαλβατόρε Τζιανκάνα, διάδοχο του Αλ Καπόνε στην ηγεσία της μαφίας του Σικάγο και τον Σάντο Τραφικάντε Τζούνιορ, αρχηγό της κουβανικής μαφίας του Μαϊάμι. Ενημέρωσε τη CIA αλλά οι εντολές ήταν το σχέδιο να προχωρήσει, όπως αναφέρει στην έκθεσή του ο τότε επικεφαλής του γραφείου Χάουαρντ Τζ. Οσμπορν. Ετσι, έξι θανατηφόρα χάπια δόθηκαν στον Χουάν Ορτα, Κουβανό αξιωματούχο με πρόσβαση στον Φιντέλ. «Υστερα από αρκετές βδομάδες προσπαθειών, ο Ορτα απογοητεύτηκε και ζήτησε να βγει από την αποστολή. Πρότεινε έναν άλλο υποψήφιο που προσπάθησε αρκετές φορές, χωρίς επιτυχία», αναφέρεται σε μια έκθεση.

Εννοείται ότι μέχρι σήμερα όλες οι αμερικανικές κυβερνήσεις επισήμως αρνούνται οποιεσδήποτε απόπειρες - ενώ τη Δευτέρα, σε άρθρο του στην «Γκράνμα», ο ηγέτης της Κούβας έκανε λόγο για το ότι ο Τζορτζ Ου. Μπους «εξουσιοδότησε και διέταξε» τη δολοφονία του. Αξιοσημείωτο επίσης είναι η ανάμειξη των Τζιανκάνα και Τραφικάντε, οι οποίοι πολλάκις ανακρίθηκαν και για την ενδεχόμενη ανάμειξή τους στη δολοφονία του Τζ. Φ. Κένεντι. Μια δολοφονία που ακόμη παγιδεύει τη μνήμη των Αμερικανών, για την οποία οι Αμερικανοί αξιωματούχοι μέχρι σήμερα, προσπαθούν να εμπλέξουν την Κούβα..!

Με ανάλογες εξονυχιστικές λεπτομέρειες, που πάντα κατά τον Πράντος είναι σοκαριστικές, περιγράφεται και η απόπειρα δολοφονίας του Πατρίς Λουμούμπα, επιχείρηση που την είχε αναλάβει ο αξιωματούχος της CIA, Σίντνεϊ Γκοτλίεμπ, ο οποίος παρέδωσε στο «σταθμάρχη» της CIA στο Κογκό, ειδικά κατασκευασμένες δηλητηριώδεις ουσίες. Η απόπειρα δεν προχώρησε καθώς ο «σταθμάρχης» δε δέχτηκε την αποστολή και τελικά πέταξε τις ουσίες στον ποταμό Κογκό.

Επίσης, στα αποχαρακτηρισθέντα έγγραφα, γνωστά και ως CAESAR-POLO-ESAU, περιλαμβάνονται αναλύσεις για τη σοβιετική και κινεζική πολιτική ζωή με λεπτομέρειες. Ειδικής μνείας χρήζει η ενδελεχής ανάλυση της σοβιετικής ηγεσίας, τέσσερις μόλις μήνες μετά το θάνατο του ηγέτη της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν, δηλαδή το Μάρτη του 1953.

Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια

Τα αποχαρακτηρισθέντα έγγραφα χρήζουν μελέτης και διασταύρωσης των πληροφοριών και οι 11.000 σελίδες τους είναι αδύνατον σήμερα να αξιολογηθούν επαρκώς και φυσικά να καταγραφούν με σαφήνεια.

Εντούτοις, ουκ ολίγα αμερικανικά και διεθνή ΜΜΕ δε διστάζουν να κάνουν συγκρίσεις με τη σημερινή πολιτική που ακολουθεί η αμερικανική ηγεσία και αναφέρουν ως παραδείγματα την περίπτωση του Γιούρι Ιβάνοβιτς Νοσένκο, Σοβιετικού λιποτάκτη που κρατήθηκε και βασανίστηκε επί 3 1/2 χρόνια. Περίπτωση που αν και καταλαμβάνει ελάχιστο χώρο, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η εφημερίδα "San Fransisco Chronicle", οι αναλογίες είναι «χτυπητές» με τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται σήμερα στις διάφορες μυστικές φυλακές της CIA ανά τον πλανήτη και φυσικά και στο κολαστήριο του Γκουαντάναμο, στο όνομα «του πολέμου κατά της τρομοκρατίας».

Αντιστοίχως, αναλογίες καταγράφει και η «Ουάσιγκτον Ποστ», όσον αφορά όμως τις περίφημες παρακολουθήσεις των 9.900 μελών και στελεχών του κινήματος κατά του πολέμου του Βιετνάμ με το παράνομο πρόγραμμα για την εγχώρια παρακολούθηση των τηλεφωνικών συνδιαλέξεων και της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας Αμερικανών υπόπτων για τρομοκρατία που με διαταγή του Μπους ξεκίνησε μετά την 11η Σεπτεμβρίου και αποκαλύφθηκε το 2005. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις την Τετάρτη, η αρμόδια επιτροπή της αμερικανικής Γερουσίας επέδωσε κλητεύσεις στο Λευκό Οίκο, στο γραφείο του Αμερικανού αντιπροέδρου Ντικ Τσένι, στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας και στο υπουργείο Δικαιοσύνης, καλώντας την κυβέρνηση Μπους να παραδώσει έγγραφα στο πλαίσιο των ερευνών της για το μυστικό πρόγραμμα εσωτερικής κατασκοπίας.

Τέλος, οι «New York Times» στο ειδικό τους αφιέρωμα για τα «οικογενειακά κειμήλια», έχουν και χρονολόγιο και φωτογραφίες για το ιστορικό τους και τους δημιουργούς τους. Ανάμεσά τους ο σημερινός αντιπρόεδρος Ντικ Τσένι, ο διαβόητος πρώην υπουργός Αμύνης Ντόναλντ Ράμσφελντ, προσωπάρχης του Λευκού Οίκου το 1975, ο πρώην πρόεδρος Τζορτζ Μπους, πατέρας του σημερινού προέδρου που είχε γίνει αρχηγός της CIA εκείνη την περίοδο, ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ, αναμεμειγμένος στα πραξικοπήματα της Ινδονησίας και της Χιλής αλλά και στην εισβολή στην Κύπρο το 1974 και σύμφωνα με τις πληροφορίες σύμβουλος της σημερινής αμερικανικής κυβέρνησης.

Αναμφισβήτητα, ο αναγκαστικός αποχαρακτηρισμός και η δημοσιοποίηση αυτών των εγγράφων μετά από 15 χρόνια, επιχειρείται να χρησιμοποιηθεί από την αμερικανική κυβέρνηση ως μία ακόμη προσπάθεια να θεωρηθούν ως «παρελθόν» και να αποπροσανατολιστεί η κοινή γνώμη από τα σημερινά εγκλήματα.

Στην πραγματικότητα όμως συμβαίνει το εντελώς αντίθετο, καθώς δεν πρόκειται μόνο για τη CIA, αλλά και για τα δύο πολιτικά κόμματα, Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικάνους, που νέμονται την πολιτική εξουσία, και συνεχίζουν τα αχαλίνωτα εγκλήματα εναντίον των λαών.


Χριστίνα ΜΑΥΡΟΠΟΥΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ