Κυριακή 21 Οχτώβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΔΙΕΘΝΗ
ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ
Το Παλαιστινιακό, και πάλι, ως «βαλβίδα αποσυμπίεσης»

Η ισραηλινή κατοχή στα παλαιστινιακά εδάφη πρέπει να τερματιστεί, για να δρομολογηθούν εξελίξεις προς όφελος του λαού της Παλαιστίνης

Associated Press

Η ισραηλινή κατοχή στα παλαιστινιακά εδάφη πρέπει να τερματιστεί, για να δρομολογηθούν εξελίξεις προς όφελος του λαού της Παλαιστίνης
«Ηρθε η ώρα για ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος» διακήρυττε έξω από τη Μουκάτα'α στη Ραμάλα, η Αμερικανίδα υπουργός Εξωτερικών στις αρχές της βδομάδας. Η αναγκαιότητα ενός ανεξάρτητου βιώσιμου παλαιστινιακού κράτους, βέβαια, εκτός από αυτονόητη αλήθεια, δεν προκύπτει σήμερα. Αλλωστε, αποτυπώνεται σε όλες τις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ, εδώ και αρκετές δεκαετίες.

Προφανώς, λοιπόν, η Κοντολίζα Ράις, με τη φράση αυτή, θέλησε να πείσει για την «αποφασιστικότητα» του Λευκού Οίκου να προωθήσει μια οριστική «λύση» στο Παλαιστινιακό, που έχει καταταχθεί στις «προτεραιότητες της προεδρίας Μπους», όπως συμπλήρωσε η ίδια. Γεγονός, πάντως, είναι ότι η αμερικανική διπλωματία δείχνει μιαν ιδιαίτερη ζέση για τις εξελίξεις στις ισραηλινο-παλαιστινιακές σχέσεις, κάτι που αποδεικνύεται και από τις επτά επισκέψεις της Ράις σε Τελ Αβίβ και Ραμάλα τους τελευταίους μήνες, μετά από χρόνια απουσίας.

Σε λεκτικό επίπεδο, η αναγκαιότητα παλαιστινιακής ανεξαρτησίας και επίτευξης οριστικής συμφωνίας έχει διατυπωθεί πολλάκις από αμερικανικά χείλη. Εντούτοις, η τωρινή στάση της Ουάσιγκτον, όντως, καταγράφει μιαν αλλαγή στάσης, τουλάχιστον ως προς την έκφραση ενδιαφέροντος και την άσκηση πιέσεων. Κατά πολλούς αναλυτές, ως συνήθως, η αλλαγή αυτή σχετίζεται άμεσα με τις εξελίξεις στη λεγόμενη ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.

Με την κατοχή στο Ιράκ να έχει τελματώσει και να έχει μετατραπεί σε κομβικό θέμα εσωτερικής αντιπαράθεσης στις ΗΠΑ, ενώ διογκώνεται και η σχετική λαϊκή δυσαρέσκεια, με τα σχέδια για την «ευρεία Μέση Ανατολή» να καρκινοβατούν, η προεδρία Μπους μοιάζει να προσπαθεί να βρει μια δικλείδα ασφαλείας που θα λειτουργήσει διττά: Από τη μία, θα αποφέρει ορισμένα απτά αποτελέσματα «προόδου» που θα αναζωογονήσουν τα σχέδια για την «ευρεία Μέση Ανατολή» (δεν πρέπει κανείς να ξεχνά και την αιματηρή πλην αποτυχημένη ισραηλινή εισβολή στο Λίβανο το καλοκαίρι του 2006) και, από την άλλη, θα ανακόψει την αυξανόμενη επιρροή του Ιράν, που αυτοπροβάλλεται, σταδιακά, ως «παράγοντας» στις εξελίξεις επιδρώντας ακόμη και σε μη σιιτικούς πληθυσμούς αξιοποιώντας τη λαϊκή οργή από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και παρεμβάσεις. Αν και στις επεμβάσεις αυτές ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν έδρασε μόνος, είναι αυτός που συγκεντρώνει τα περισσότερα βέλη.

Η διαμορφωθείσα κατάσταση και το υπάρχον κλίμα, υποστηρίζουν αναλυτές, δε συνεισφέρει στην προώθηση της «ευρείας Μέσης Ανατολής», ή αλλιώς στον αγώνα δρόμου για τον έλεγχο των ενεργειακών πηγών και δρόμων της γεωστρατηγικά πολύτιμης περιοχής, είτε αυτή η προώθηση περνά μέσα από μια στρατιωτική επιδρομή στο Ιράν, αυτή τη φορά, είτε όχι. Ο Λευκός Οίκος υπό την προεδρία Μπους δίνει, όντως, την αίσθηση ότι είναι διατεθειμένος να πιέσει για μια «οριστική» λύση στο Παλαιστινιακό, έτσι ώστε να «κλείσει» για μεγάλο χρονικό διάστημα την πιο χρονίζουσα αιμορραγούσα πληγή του αραβικού κόσμου που λειτουργεί ως μοχλός πυροδότησης αλυσιδωτών αντιδράσεων οργής. Το ζήτημα, βέβαια, είναι ότι μια τέτοια διευθέτηση θα πρέπει να ικανοποιεί και τα συμφέροντα του καλού συμμάχου Ισραήλ, που, επί χρόνια, διατέλεσε το ρόλο «χωροφύλακα» για τα αμερικανικά συμφέροντα, δημιουργώντας, όμως, ταυτόχρονα «δεδομένα» που παραβιάζουν τόσο τις σχετικές αποφάσεις του ΟΗΕ, αλλά και κάθε έννοια διεθνούς δικαίου στην καθημερινή πρακτική του.

Επιδιώξεις προσκηνίου και παρασκηνίου

Προαναγγέλλοντας τη διενέργεια διεθνούς συνόδου για το Μεσανατολικό, η Ουάσιγκτον γνώριζε ότι θέτει τον πήχη πολύ ψηλά. Γιατί, όπως ακριβώς τονίζουν τόσο η Παλαιστινιακή Αρχή όσο και πολλές αραβικές ηγεσίες, μετά από τόσα χρόνια «ειρηνευτικής διαδικασίας», αλλεπάλληλων αποτυχημένων συναντήσεων και πισωγυρισμάτων, απλώς η διενέργεια μιας συνόδου δε λύνει τίποτε. Επιπλέον, οι εσωτερικές παλαιστινιακές εξελίξεις (ο έλεγχος της Γάζας από τη «Χαμάς» και η ενδο-παλαιστινιακή ένταση) δεν αφήνουν περιθώρια στον Πρόεδρο Αμπάς να συμμετάσχει σε μια σύνοδο μόνο για «τις εντυπώσεις».

Για την πολιτική επιβίωση του ίδιου, αλλά και τη διαφύλαξη, στοιχειωδώς, της ενότητας του παλαιστινιακού λαού, θα πρέπει η σύνοδος αυτή να έχει «σαφή ατζέντα διαπραγμάτευσης και ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης». Η παλαιστινιακή πλευρά επιδιώκει να τεθούν επί τάπητος όλα τα κομβικά ζητήματα: σύνορα, επιστροφή προσφύγων, εποικισμοί, υδάτινοι πόροι, καθεστώς της Ιερουσαλήμ. Ο Αμπάς άφησε να εννοηθεί ότι θα μπορούσε να δεχτεί ορισμένα εδάφη της Δυτικής Οχθης, όπου βρίσκονται μεγάλα εποικιστικά μπλοκ, να παραμείνουν υπό την ισραηλινή κυριαρχία, αρκεί να ανταλλαχτούν με αντίστοιχης έκτασης ισραηλινά εδάφη.

Τη θέση περί αναγκαιότητας «σαφούς ατζέντας για τα κομβικά ζητήματα με ορισμό χρονοδιαγράμματος» συμμερίζονται και οι αραβικές ηγεσίες, συμπεριλαμβανομένων των συμμάχων των ΗΠΑ. Αίγυπτος, Ιορδανία και Σαουδική Αραβία γνωρίζουν πολύ καλά ότι άλλο ένα ευχολόγιο όχι μόνο δε θα καταλαγιάσει τη λαϊκή οργή, αλλά πιθανώς να προκαλέσει έκρηξη αγανάκτησης, που πολύ δύσκολα σήμερα να μπορεί να ελεγχθεί με το αίμα στο Ιράκ και στην Παλαιστίνη να ρέει άφθονο και την αιματηρή εμπειρία του Λιβάνου το 2006.

Από την άλλη, Ισραηλινοί αξιωματούχοι, όπως ο πρωθυπουργός Ολμέρτ και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Χαΐμ Ραμόν, άρχισαν να καλλιεργούν την ιδέα περί «μερικής αποχώρησης» από την ανατολική αραβική Ιερουσαλήμ. Η πρότασή τους, όμως (που προκάλεσε ούτως ή άλλως αντιδράσεις) είναι πολύ μακριά από αυτό που ο Αμπάς, επί της ουσίας, ζητά, όταν αναφέρεται στα σύνορα του 1967: εφαρμογή των σχετικών αποφάσεων του ΟΗΕ. Η ισραηλινή πλευρά, αντίθετα από τους Παλαιστινίους, επιδιώκει, και από αυτή τη σύνοδο, την επίτευξη μιας «γενικόλογης συμφωνίας αρχών», που θα αφήνει το περιθώριο για «διαπραγματεύσεις» (πιθανώς επ' αόριστον, ενώ διαμορφώνονται δεδομένα στο έδαφος).

Η Ουάσιγκτον, την ίδια ώρα, δεν έχει κομίσει δικές της προτάσεις. Σε αντίθεση με άλλες φορές, η Ράις, στις αλλεπάλληλες επισκέψεις της, πίεσε απλώς για την έναρξη «διαλόγου». Επισήμως, η αμερικανική διπλωματία διατείνεται ότι «δε θέλει να επιβάλει λύσεις». Με δεδομένη, όμως, τη διεθνοποίηση του Παλαιστινιακού (δεν μπορεί κανείς να παραβλέψει ότι όλες αυτές τις δεκαετίες οι ισραηλινές ηγεσίες ασκούν τη συγκεκριμένη πολιτική γιατί υποστηρίζονται από την Ουάσιγκτον, που αντιμετώπισε το ζήτημα ανάλογα με τα ευρύτερα συμφέροντά της), η δικαιολογία ακούγεται φτηνή.

Για πολλούς, η «σιωπή» της Ράις οφείλεται στο ότι η αμερικανική διπλωματία δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο «επίλυσης» και προσπαθεί να ισορροπήσει, ασκώντας λελογισμένες πιέσεις τόσο σε Ισραηλινούς όσο και σε Παλαιστινίους, σε μια «μέση οδό» που θα ικανοποιούσε κάπως τις εμπλεκόμενες πλευρές και κυρίως θα απάλλασσε την ίδια από τον πονοκέφαλο. Γιατί, φυσικά, δεν προτίθεται να εφαρμόσει τις αποφάσεις του ΟΗΕ, ούτε ο στόχος της είναι όντως ένα ανεξάρτητο βιώσιμο παλαιστινιακό κράτος στη βάση μιας «δίκαιης οριστικής διευθέτησης».

Το «στοίχημα» της Συνόδου

Το ότι η Ουάσιγκτον «επείγεται» για «μια κάποια λύση» φαίνεται, σύμφωνα με ορισμένες απόψεις, και από τη βιασύνη της να αναγγείλει μια σύνοδο, για την οποία δεν έχει καταληχθεί, μέχρι σήμερα, ούτε καν το περιεχόμενο και οι συμμετέχοντες.Διπλωμάτες και αξιωματούχοι (πρώην και νυν), όπως ο Ζμπίγκνιου Μπρεζίνσκι, επισημαίνουν με επιστολές τους προς την Ράις αλλά και τον Μπους, αντιστοίχως, ότι ο κίνδυνος συνολικής βίαιης ανάφλεξης της περιοχής από μιαν ενδεχόμενη αποτυχία της συνόδου είναι εξαιρετικά μεγάλος. Καλούν, δε, την ηγεσία του Λευκού Οίκου να θέσει ως βάση διαλόγου την αραβική «ειρηνευτική πρωτοβουλία», δηλαδή το σχέδιο που έχουν αποδεχτεί όλες οι αραβικές ηγεσίες και προτείνει συμφωνίες ειρήνης στο Ισραήλ σε αντάλλαγμα με την ολική και άνευ όρων αποχώρησή του από όλα τα κατεχόμενα αραβικά εδάφη (Παλαιστίνη, Λίβανος, Συρία).

Επιπλέον, κάποιοι, όπως ο Μπρεζίνσκι, προτείνουν να συμπεριληφθεί στους συνομιλητές η «Χαμάς» και η Δαμασκός εκτιμώντας ότι έτσι «ελέγχεται περισσότερο η αντίδρασή τους, η επιρροή που τους ασκείται από άλλα κέντρα ισορροπείται και διασφαλίζεται η εφαρμογή της όποιας απόφασης». Το ζήτημα, όμως, είναι ότι η ισραηλινή πλευρά δεν έχει δεχτεί την «αραβική πρωτοβουλία», πόσο μάλλον να συναινέσει σε διάλογο με τη «Χαμάς», που, μέχρι σήμερα, τη χρησιμοποιεί κατά κόρον ως «άλλοθι» για τις πράξεις της. Προς το παρόν, η Ράις όχι μόνο δεν «ανοίγει τα χαρτιά της», αλλά δεν επιβεβαιώνει ούτε την ημερομηνία πραγματοποίησης της συνόδου.

Διπλωματικοί κύκλοι στην Ουάσιγκτον, πάντως, εκτιμούν ότι το ζήτημα είναι κρίσιμο για τα αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή. Θεωρούν ότι μια πολιτική απόφαση του Λευκού Οίκου να ικανοποιήσει κάποια σημαντικά αιτήματα των Παλαιστινίων, έστω και αν δεν είναι όλα, πιέζοντας και δυσαρεστώντας, για πρώτη φορά, τους Ισραηλινούς συμμάχους του, είναι ίσως ένας από τους λίγους τρόπους που απομένουν να «απομονωθεί» η Τεχεράνη, να κατευναστεί η λαϊκή οργή στην περιοχή και, τελικά, να διαφυλαχτεί και η ισραηλινή παρουσία και ο ρόλος της προς μελλοντική αξιοποίηση στην «ευρεία Μέση Ανατολή».


Ελένη ΜΑΥΡΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ