Κυριακή 5 Νοέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 37
ΔΙΕΘΝΗ
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Λίγα μέτρα από την κόλαση;

Μόλις το 1997, κατά τη Σύνοδο της G7, που έγινε στο Ντένβερ του Κολοράντο, ο οικοδεσπότης της Συνόδου και Πρόεδρος της «ισχυρότερης» χώρας του πλανήτη, Μπιλ Κλίντον, καλούσε τους ηγέτες των υπολοίπων ισχυρών κρατών να ακολουθήσουν το οικονομικό παράδειγμα της χώρας του, προκειμένου να επιτύχουν και αυτοί το θαύμα!

Πράγματι, έχοντας εκλεγεί για να επαναφέρει την ευημερία, κυρίως στη... βομβαρδιζόμενη και δεινοπαθούσα μεσαία τάξη, ο Μπιλ Κλίντον επέλεξε ευθύς εξαρχής να αντιμετωπίσει προνομιακά τις δυνατότητες αλλά και αυτή καθεαυτή την υψηλή τεχνολογία ως μέσο για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η παγκόσμια χρηματιστηριακή και οικονομική κρίση, που ξέσπασε στα τέλη του 1997 στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας, για να εξαπλωθεί σαν γρίπη και για περισσότερο από ένα χρόνο να ταλανίσει όλες τις οικονομίες της υφηλίου, με τελευταίο κρούσμα την κρίση στη Λατινική Αμερική το Γενάρη του 1999, άφησε «ανέγγιχτες» τις Ηνωμένες Πολιτείες, που μάλιστα συνέχισαν να έχουν ένα σημαντικό βαθμό ανάπτυξης.

Σε καθαρά οικονομικούς δείκτες, δηλαδή σε ένα θεωρητικό και αποστειρωμένο επίπεδο, η αμερικανική οικονομία δείχνει να τα έχει καταφέρει και να εξακολουθεί να παράγει «θαύματα», χωρίς το τεράστιο δημόσιο έλλειμμα των ΗΠΑ - που αναμένεται να καλυφθεί ικανοποιητικώς το 2013 - να τους δημιουργεί προβλήματα, καθώς η πολιτική «ηγεμονία» - και όχι η οικονομική - τις έχει προσδώσει τα φόντα να δανείζεται για να αντεπεξέρχεται στις εγχώριες ανάγκες, επιβάλλοντας, μέσω των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, το δολάριο ως το σκληρό νόμισμα. Αν και το ιλιγγιώδες χρέος χαρακτηρίζεται η μελλοντική βόμβα που θα σκάσει στα θεμέλια της οικονομίας...

«Ερχεται βροχή, έρχεται κρύο»

Προς το παρόν εξακολουθήσει να παράγει θαύματα... για πόσο όμως; Πάνω από ένα χρόνο, αναλυτές και οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι το θαύμα μπορεί να γίνει κατάρα, που θα πέσει στα κεφάλια των... εύπιστων και αφελών Αμερικανών.

Αν λάβει κανείς υπόψη του τη σύντομη ιστορία των ΗΠΑ, μπορεί και να γίνει προληπτικός, καθώς οι πιο εμφανείς οικονομικές κρίσεις, που συνοδεύονται ενίοτε και από κατάρρευση του Χρηματιστηρίου, λαμβάνουν χώρα τη χρονιά κατά ή μετά τις προεδρικές εκλογές. Από το 1837 έως και το 1929 και από εκεί και πέρα στο 1981, η εικόνα είναι ίδια και απαράλλαχτη, λες και μία αόρατη αλλά πολύ ισχυρή κλωστή τις συνδέει. Ισως το γεγονός μίας επερχόμενης καταιγίδας, που γεννά πλείστες ανασφάλειες στα κονσένσιους (οικονομικά μεγάλα συμφέροντα), τα οποία ουσιαστικά διοικούν τις ΗΠΑ, εξηγεί το ότι οι υποψήφιοι που επιλέχτηκαν από τα δύο κόμματα για να διεκδικήσουν την είσοδό τους στο Λευκό Οίκο είναι επί της ουσίας «κληρονόμοι και συνεχιστές» παρά «αναδυόμενα και άσπιλα ταλέντα». Είναι οι επιλογές των στελεχών και των «διαδρόμων» των δύο κομμάτων, καθώς και των μεγάλων «δωρητών και επιχορηγητών», παρά το γεγονός ότι κανείς από τους δύο δε φαίνεται να είναι ικανός να αντεπεξέλθει σε μία πιθανή και ενδεχόμενη κρίση, αφού δε φαίνεται να διαθέτουν ούτε τις ελάχιστες δεξιότητες ώστε να μπορέσουν να χαρακτηριστούν «διαχειριστές εθνικής κρίσης».

Εξάλλου, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, το γεγονός που εντυπωσίασε ήταν η παντελής απουσία οποιασδήποτε νύξης για την άμεση οικονομική πορεία της χώρας, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει, τόσα που κάποιοι τολμούν να κάνουν τον τρομακτικό παραλληλισμό, βάσει των φαινομένων, ανάμεσα στην παρούσα οικονομική κατάσταση και αυτή που επικρατούσε τις χρονιές που προηγήθηκαν του μεγάλου κραχ του 1929. Τα φαινόμενα και τα αποτελέσματα μπορεί να μην είναι τα ίδια ή συγκρίσιμα ακριβώς, κρινόμενα βάσει των αριθμών των ρυθμιστικών σταθεροποιητών που έχουν ενσωματωθεί στο σύστημα, αλλά οι κίνδυνοι και τα ρίσκα ελλοχεύουν. Ενα ρίσκο εξ αυτών, μάλιστα, ίσως προκαλεί έκπληξη αλλά και παράλυση: Η σχέση της οικονομίας, του Χρηματιστηρίου, της Ομοσπονδιακής Τράπεζας, του προέδρου της, Αλαν Γκρίνσπαν, και των επιτοκίων.

Ο Γκρίνσπαν έχει επανειλημμένως προειδοποιήσει για την ξέφρενη κούρσα του αμερικανικού Χρηματιστηρίου, τη «φούσκα» της Γουόλ Στριτ, που μία σοβαρή κάμψη ή κατάρρευση θα έχει σφοδρές συνέπειες στην αμερικανική οικονομία. Η αγωνία του Γκρίνσπαν δεν είναι απλά μία πρόσφατα αποκτηθείσα εμμονή λόγω ηλικίας, αλλά βασίζεται στις αναλύσεις του, όπου έβλεπε και εξακολουθεί να βλέπει τη διόγκωση του χρηματιστηρίου και τη συνεχόμενη παράλληλη μείωση των επιτοκίων. Η μοναδική φορά στην αμερικανική ιστορία που μία ανάλογη παράλογη κούρσα είχε σημειωθεί αλλά και μία πολύ προσεκτική και φοβισμένη πορεία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας είχε πραγματωθεί, ήταν το διάστημα από το 1925 έως το 1929. Μέχρι πρότινος και ο Γκρίνσπαν χαρακτηριζόταν επιρρεπής της ανάγνωσης και μελέτης της οικονομικής ιστορίας και των στατιστικών στοιχείων, καθώς υποχρεούτο να επαναλάβει ακριβώς τον ίδιο δρόμο. Από τον Οκτώβρη του 1987, όταν για πρώτη φορά η αγορά είχε την πρώτη μεγάλη της κρίση, από τη «μαύρη Δευτέρα του Χρηματιστηρίου» το 1989, από την περίοδο του 1989-'92 που σημαδεύτηκε από την κρίση των δανείων-αποταμιεύσεων έως το 1998 που εμφανίστηκε η ασιατική κρίση, και μεταδόθηκε παγκοσμίως. Κατά το 1999, ο Γκρίνσπαν προχώρησε σε τρεις μειώσεις των επιτοκίων, ενώ μόλις την προηγούμενη βδομάδα η Ομοσπονδιακή Τράπεζα ανακοίνωσε την πρώτη αύξηση των επιτοκίων της.

Καταχρεωμένοι πολίτες

Μέχρι που εισηγήθηκε την αύξηση των επιτοκίων, εξαναγκάστηκε δηλαδή να «ξορκίσει» το μοιραίο. Ομως, η αύξηση των επιτοκίων, στις οποίες προέβη η «Φέντεραλ Ριζέρβ» τον τελευταίο χρόνο για να παγώσει τη ζήτηση, έχει βαριές επιπτώσεις στη βιομηχανία. Η αμερικανική βιομηχανία δείχνει ότι πρώτη πληρώνει το βαρύ τίμημα από τις αυξήσεις των επιτοκίων της «Φέντεραλ Ριζέρβ». Συγκεκριμένα, μόλις την Τετάρτη ανακοινώθηκε ότι η βιομηχανική δραστηριότητα μειώθηκε τον Οκτώβρη για τρίτο συνεχή μήνα, δίνοντας άλλη μια ένδειξη ότι η αμερικανική οικονομία συνεχίζει να κατεβάζει τους ρυθμούς της καθώς ο δείκτης βιομηχανικής δραστηριότητας των Αμερικανών επιχειρηματιών NAPM έπεσε στο 48,3 τον Οκτώβρη από το 49,9 το Σεπτέμβρη, ενώ οι προβλέψεις των οικονομολόγων ήταν 49,5, φυσικά κάτω από το 50, που σημαίνει συρρίκνωση. Συνεπώς, αφού θεωρείται δεδομένο ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα θα διατηρήσει την ίδια πολιτική, τότε οι βιομηχανικές επιχειρήσεις είναι πιθανόν να επιβραδύνουν ακόμη περισσότερο την παραγωγή τους τους επόμενους μήνες.

Ο Γκρίνσπαν προσπάθησε επίσης να καθυποτάξει το διογκούμενο «καταναλωτικό χρέος», που αγγίζει τη συντριπτική πλειοψηφία των Αμερικανών, καθώς στο μεγαλύτερο βαθμό το «οικονομικό θαύμα» στηρίχτηκε στη χρέωση των πιστωτικών καρτών αλλά και στη χορήγηση δανείων, προκειμένου να είναι σε θέση να καταναλώσουν τα προϊόντα που εισέρχονταν στην αγορά. Αυτό που εδώ και μία δεκαετία οι Αμερικανοί κάνουν είναι να δαπανούν πολύ περισσότερα από όσα εισπράττουν, αφού εξαιτίας της νέας τεχνολογίας παρουσιάστηκε μία εκπληκτική πρόοδος του επιπέδου και της ποιότητας παραγωγικότητας, η οποία όμως δε συνοδεύτηκε από την αντίστοιχη βελτίωση των εισοδημάτων των εργαζομένων.

Και πάλι εδώ, οι συγκρίσεις με το κραχ του '29 είναι αναπόφευκτες. Τότε ήταν ο ηλεκτρισμός και ο σιδηρόδρομος, σήμερα η νέα τεχνολογία. Υπέρμετρες φοβίες ή δεισιδαιμονίες; Ο δείκτης NASDAQ, ο δείκτης των νέων τεχνολογιών, μετά την εκτίναξή του ακολουθεί μία επικίνδυνα φθίνουσα πορεία, που παρά τα ξεσπάσματά του δε δείχνει να είναι σε θέση να «αναρρώσει»...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ