Κυριακή 13 Σεπτέμβρη 2009
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΑΖΑΝΤΖΙΔΗΣ
Τραγούδησε καημούς, πίκρες κι αδικίες

Οκτώ χρόνια από το θάνατο του μεγάλου λαϊκού βάρδου

Στο πελώριο «α» της ερμηνείας του, στο μοναδικό ηχόχρωμα της φωνής του με τις τεράστιες εκφραστικές δυνατότητες, συμπυκνωνόταν η αγωνία των μεροκαματιάρηδων για επιβίωση, το κοινό παράπονο ενάντια στην κοινωνική αδικία, η πίκρα της ξενιτιάς...Τραγούδησε για τα παλικάρια με τα «Μουτζουρωμένα χέρια», που μοχθούσαν καθημερινά για το μεροκάματο στις «Φάμπρικες», γι' αυτούς που αναγκάζονταν να «γευτούν» το «ψωμί της ξενιτιάς», «Στον Καναδά, στη Βραζιλία», ή στου «Βελγίου τις στοές»... Τα τραγούδια του έγιναν κομμάτι ενός λαού που πάσχιζε, δούλευε, ερωτευόταν, αγωνιούσε, ονειρευόταν στις φτωχογειτονιές, την ίδια ώρα που μαστιζόταν από τις μετεμφυλιακές διώξεις, τη φτώχεια, τις σκληρές οικονομικοκοινωνικές συνθήκες, τη μετανάστευση...Γέννημα - θρέμμα και ο ίδιος μιας τέτοιας φτωχογειτονιάς, της προσφυγούπολης Νέας Ιωνίας, ο Στέλιος Καζαντζίδης (γεννήθηκε τον Αύγουστο του 1931), από νωρίς ξεκίνησε το δύσκολο αγώνα της επιβίωσης, βιώνοντας στο πετσί του όλα αυτά, που αργότερα τραγούδησε. Ορφανός από πατέρα, στην αρχή της εφηβείας του, αναγκάζεται να κάνει όλες τις δουλειές του ποδαριού, προκειμένου να ζήσει τη μητέρα του και το νεογέννητο αδελφό του: Αχθοφόρος και μικροπωλητής στις αγορές και λίγο αργότερα, κάτω από αντίξοες συνθήκες σε οικοδομές και εργοστάσια της Ν. Ιωνίας...

Θρυλική διαδρομή

Οκτώ χρόνια κλείνουν αύριο από το θάνατο (14/9/2001) του μεγάλου λαϊκού βάρδου, με τις δύο χιλιάδες δίσκους και τα τεσσεράμισι χιλιάδες τραγούδια. Ο μόχθος του εργάτη, ο καημός και ο θυμός του μετανάστη, η αγωνία και οι πόθοι των απλών ανθρώπων της δουλειάς μπόλιασαν εκατοντάδες τραγούδια που μέσα από την ερμηνεία του Καζαντζίδη έμειναν αθάνατα και συνεχίζουν να μας συντροφεύουν. «Δυο πόρτες έχει η ζωή», «Η κοινωνία με κατακρίνει», «Απόκληρος της κοινωνίας», «Φεύγω με πίκρα στα ξένα», «Στις φάμπρικες της Γερμανίας», «Το ψωμί της ξενιτιάς», είναι κάποια απ' αυτά... Στην 50χρονη πορεία του, ερμήνευσε τραγούδια όλων των μεγάλων δημιουργών: Τσιτσάνη, Παπαϊωάννου, Χιώτη, Μητσάκη, Καλδάρα, Παπαγιαννοπούλου, Δερβενιώτη, Βίρβου, Κολοκοτρώνη, Καραπατάκη, Μπακάλη κ.ά., ενώ έγραψε και δικά του τραγούδια. Κι αν σε πολλά απ' αυτά δεν υπήρχαν ή δεν ήταν εμφανείς οι πολιτικές ανησυχίες, τα περισσότερα είχαν άμεσους προβληματισμούς και μιλούσαν εύκολα στις καρδιές. Σταθμοί στην πορεία του Στέλιου Καζαντζίδη υπήρξαν οι συνεργασίες του με τους «έντεχνους» δημιουργούς Μίκη Θεοδωράκη, Χρήστο Λεοντή, Μάνο Χατζιδάκι, Μάνο Λοΐζο, Σταύρο Ξαρχάκο - πολλές μαζί με τη Μαρινέλλα. Μοναδικές είναι οι ερμηνείες του στην «Καταχνιά», το πρώτο ολοκληρωμένο έργο τού - πολύ νέου τότε - συνθέτη Χρήστου Λεοντή, βασισμένο στους στίχους του Κώστα Βίρβου, που είχε ως θέμα του το τρίπτυχο «Κατοχή - Αντίσταση - Απελευθέρωση». Ο δίσκος κυκλοφόρησε το 1964 με ερμηνευτές τον Στέλιο Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα, καθώς και τη χορωδία Κορίνθου. Ανάμεσα στα τραγούδια το συγκλονιστικό «Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια/ τον ήλιο π' ανατέλλει να χαρώ/ κι αν κάνετε τα στήθια μου κομμάτια/ εσείς πεθαίνετε κι όχι εγώ...». Ανάλογες είναι και οι ερμηνείες του στην «Πολιτεία» του Μ. Θεοδωράκη, με τα αθάνατα «Βράχο βράχο», «Καημός», «Παράπονο», «Μετανάστης», «Σαββατόβραδο», «Εχω μια αγάπη», καθώς και στις συνθέσεις του Μ. Χατζιδάκι «Αθήνα», «Κυρ - Αντώνης», «Κουρασμένο παλικάρι», «Το πέλαγο είναι βαθύ».

Η αρχή της μεγάλης πορείας του Στ. Καζαντζίδη στο τραγούδι ξεκίνησε το 1950. Πρωτοτραγουδά επαγγελματικά στις ταβέρνες του «Μπόκαρη», στην Κηφισιά και στο «Βουτσά», στην Καλογρέζα, όμως ο πρώτος του δίσκος με το τραγούδι του Απ. Καλδάρα «Για μπάνιο πάω κι αν θέλεις έλα» δεν είχε επιτυχία. Αυτή έρχεται με το δεύτερο δίσκο του, τις «Βαλίτσες» του Γιάννη Παπαϊωάννου, ο οποίος τον στηρίζει και στη συνέχεια. Εμφανίζεται σε διάφορα λαϊκά κέντρα της εποχής, γνωρίζεται με την Καίτη Γκρέυ, με την οποία ερμήνευσαν και το «Απόψε φίλα με» του Μανώλη Χιώτη (1956), ενώ από τα τέλη του ίδιου χρόνου συνεργάζεται με τη Μαρινέλλα. Μαζί καθιερώνουν ένα νέο στιλ στο πάλκο και τη δισκογραφία και στα χρόνια που ακολουθούν μέχρι το 1965 βρίσκονται στο προσκήνιο του τραγουδιού. Οι επιτυχίες εκατοντάδες, οι προτάσεις έρχονταν από παντού. Τραγουδούν μαζί σε δίσκους, κέντρα, θέατρα, στην Ελλάδα και το εξωτερικό: Από την «Τριάνα» στο «Κάρνεγκι Χολ» της Ν. Υόρκης και από τον «Κουλουριώτη» στην Οπερα της Φραγκφούρτης. Στη δισκογραφία η επιτυχία του, πολύ μεγάλη. Μέσα σε μια χρονιά, το 1959, το δισκάκι 45 στροφών με τη «Μαντουμπάλα» στη μια πλευρά και το «Δυο πόρτες έχει η ζωή», στην άλλη, πούλησε 96 χιλιάδες αντίτυπα, σπάζοντας το ρεκόρ των 45.000 που είχε ως τότε το «Γαρίφαλο στ' αυτί» των Χατζιδάκι - Σακελλάριου. Οι πωλήσεις, μάλιστα, παρέμειναν σε υψηλό επίπεδο για ακόμα 7 - 8 χρόνια. Απόλυτος κυρίαρχος στο λαϊκό τραγούδι μέχρι το '65, ο Στ. Καζαντζίδης ερμηνεύει κοινωνικά τραγούδια, τα περισσότερα από τα οποία αναφέρονταν στη μάστιγα της μετανάστευσης. Παράλληλα, συμμετέχοντας στο «τοπίο» του εξωτισμού, σε μια εποχή που κυριαρχούσαν οι ινδικές ταινίες, και ακολουθώντας το παράδειγμα του Μανώλη Αγγελόπουλου, τραγουδά για εξωτικές γυναίκες με παράξενα ονόματα: Μαντουμπάλα, Ζιγκουάλα, Μανώλια...Το 1962, για τις ανάγκες της παράστασης «Ομορφη πόλη» του Μ. Θεοδωράκη, σε κείμενα Μποστ, στο Θέατρο «Παρκ» της λεωφόρου Αλεξάνδρας, σμίγουν για πρώτη και τελευταία φορά στο ίδιο μικρόφωνο οι φωνές του Στ. Καζαντζίδη και του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Το 1974 ηχογράφησε το έργο του Μίκη Θεοδωράκη «Στην Ανατολή», ένας δίσκος σημαντικός, που όμως θάφτηκε κυριολεκτικά από το μάρκετινγκ.

«Με βασάνιζαν οι εταιρείες...»

Πολλά έχουν γραφτεί για τον μεθοδευμένο και εξουθενωτικό πόλεμο που έκαναν εναντίον του λαϊκού τραγουδιστή οι δισκογραφικές εταιρείες, με αποτέλεσμα να μείνει έξω από τα στούντιο για πολλά χρόνια, στην πιο ώριμη περίοδο της καριέρας του. Από τη δεκαετία του '60 ακόμη, ο Στ. Καζαντζίδης συγκρούστηκε με το κατεστημένο των δισκογραφικών εταιρειών και τη νύχτα. Ουσιαστική αφορμή της αποχώρησής του από το πάλκο, υπήρξε η αλλαγή των συνθηκών στα νυχτερινά κέντρα, που ήταν άμεσα συνδεδεμένη με τον νεοπλουτισμό. Από το 1965 που αποχώρησε από το «Φαληρικόν», η επαφή του με τον κόσμο γίνεται μόνο μέσα από μικρούς δίσκους 45 στροφών που κυκλοφορούν τακτικά, με μεγάλη επιτυχία. Προσπαθώντας να φύγει από την «Odeon - Parlophone - Megaphone» του Μάτσα (κατοπινή «Μίνως»), στην οποία πήγε αφήνοντας την «Κολούμπια», δημιούργησε τη δική του εταιρεία, την «Standard», που έκλεισε μετά από μικρό διάστημα λειτουργίας, ενώ ηχογράφησε και λίγα τραγούδια στη μικρή τότε «Philips». Αναγκάζεται να γυρίσει στη «Μίνως» κι όλες του οι ηχογραφήσεις στη δεκαετία του '70 γίνονται εκεί. Το 1976 κι ενώ έχει γνωρίσει μεγάλη επιτυχία με το δίσκο «Υπάρχω», η φωνή του Καζαντζίδη μπαίνει σε καραντίνα εντεκάμισι χρόνων, με δικαστικές αποφάσεις. «Χρόνια ολόκληρα με βασάνιζαν οι εταιρίες. Μου τσάκισαν την ψυχολογία», έλεγε αργότερα. Το δεσμευτικό συμβόλαιό του λύθηκε μόλις το 1987, με νόμο που εισηγήθηκε ο Αντώνης Τρίτσης. Από τότε επέστρεψε στη δισκογραφία, ερμηνεύοντας τραγούδια σε ποντιακή γλώσσα, αλλά και κομμάτια όπως «Στην Ελλάς του 2000» του Αντώνη Βαρδή, με τους Χ. και Π. Κατσιμίχα.

Με αφορμή τη συμπλήρωση των οκτώ χρόνων από το θάνατο του Στέλιου Καζαντζίδη, τις επόμενες μέρες πραγματοποιούνται δύο μεγάλες συναυλίες, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, με πρωτοβουλία της Μαρινέλλας και με τη συμμετοχή γνωστών ερμηνευτών. Στις 18/9 στο Καλλιμάρμαρο και τις 23/9 στο Καυτατζόγλειο Θεσσαλονίκης, οι Μαρινέλλα, Χάρις Αλεξίου, Γλυκερία, Δημήτρης Μητροπάνος, Γιώργος Νταλάρας και Πασχάλης Τερζής, θα ερμηνεύσουν τραγούδια, που στιγμάτισε με τη φωνή του ο λαϊκός βάρδος, ενώ θα παρεμβληθούν οπτικά και ηχητικά ντοκουμέντα με τον Στέλιο Καζαντζίδη. Γενική είσοδος: 15 ευρώ. Προπώληση από τα «Μετρόπολις» Αθήνας, Θεσσαλονίκης.


Ρουμπίνη ΣΟΥΛΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ