Κυριακή 17 Δεκέμβρη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΒΙΒΛΙΟ
Στη φορολογική... «πυρά»

Μπροστά στο φάσμα της εξαφάνισης βρίσκονται οι μικρομεσαίες εκδοτικές επιχειρήσεις με το νέο φορολογικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης  

Η αφίσα της ΠΟΕΒ «μιλά» από μόνη της
Η αφίσα της ΠΟΕΒ «μιλά» από μόνη της
Μετά τους θερινούς κινηματογράφους, οι οποίοι, όπως γράψαμε πρόσφατα, κινδυνεύουν με αφανισμό, λόγω του νόμου περί εμπορικών μισθώσεων, σειρά στο «πολιτιστικό έργο» της κυβέρνησης έχει το βιβλίο.

Αυτή τη φορά, η επιχείρηση για το τελειωτικό χτύπημα κάθε απόπειρας, αλλά και σκέψης, για φθηνό και ποιοτικό βιβλίο, περνάει μέσα από το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, στο οποίο, το βιβλίο αντιμετωπίζεται όπως κάθε άλλο εμπορικό προϊόν, με αποτέλεσμα να καταργούνται στην πράξη ακόμη και τα ελάχιστα μέτρα προστασίας του, που είχε θεσπίσει το κράτος, μετά βέβαια από μακροχρόνιους αγώνες του κόσμου του βιβλίου και που καμία, μέχρι σήμερα, κυβέρνηση, δεν είχε τολμήσει να πειράξει.

Φορολογώντας... το χαρτοπολτό!

Οι εκδότες θα φορολογούνται πλέον με βάση και τα αποθέματα στις αποθήκες τους. Δηλαδή, με βάση το «μεγάλο και αδιέξοδο πρόβλημά τους» όπως το χαρακτηρίζουν, αφού η έννοια του αποθέματος για το βιβλίο είναι τελείως διαφορετική από κάθε άλλο προϊόν. Η συντριπτική πλειοψηφία των αποθεμάτων πολτοποιείται, δηλαδή δεν είναι εμπορεύσιμα. Η εξίσωση, δε, του βιβλίου με τα άλλα προϊόντα είναι τουλάχιστον άδικη, αφού αυτά παράγονται σε πολλαπλάσια ποσότητα από αυτή του βιβλίου, το οποίο «καταναλώνεται» σε μεγάλο βάθος χρόνου και συνήθως όχι όλα τα αντίτυπά του. Να προστεθεί εδώ, ότι το 7% του συντελεστή φορολόγησης για το βιβλίο έφτασε το 9,1% πέρυσι και αναμένεται νέα αύξηση, ενώ το «χαριστικό» 4% ΦΠΑ για τα βιβλία είναι ακόμη πίσω και από την Ευρωπαϊκή Ενωση που, όπως υπογράμμισαν οι εκδότες, το ΦΠΑ για το βιβλίο είναι μηδενικό.

Οι συνδικαλιστικοί φορείς του βιβλίου, μέσω της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εκδοτών Βιβλιοχαρτοπωλών (ΠΟΕΒ), έκαναν πρόσφατα λόγο περί διωγμού του βιβλίου, με αφορμή αυτό το φορολογικό νομοσχέδιο, αφού τα παραπάνω θα σημάνουν το τελειωτικό χτύπημα των μικρομεσαίων, ειδικά, εκδοτών. Η διαδικασία αυτή έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό, αλλά το νομοσχέδιο θα της δώσει νέα ώθηση. Για παράδειγμα, ο πρόεδρος της ΠΟΕΒ, Γ. Δαρδανός, μας είπε, πως από τους εκδότες που είχαν υπογράψει προ 20ετίας ένα κείμενο διαμαρτυρίας με αφορμή ένα μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων σε βιβλιοπωλεία και εκδοτικά, η πλειοψηφία τους πλέον δεν υπάρχει.

Πώς θα είναι οι εκθέσεις βιβλίου του μέλλοντος χωρίς τα μικρά εκδοτικά;
Πώς θα είναι οι εκθέσεις βιβλίου του μέλλοντος χωρίς τα μικρά εκδοτικά;
Αντίθετα, η ΠΟΕΒ εκτιμά, ότι για τα μεγάλα εκδοτικά, η μη εξαίρεση του βιβλίου από το φορολογικό νομοσχέδιο και η «εξίσωσή του με τον μπακαλιάρο», δε θα σημάνει παρά την αύξηση των κερδών τους προοπτικά, αφού διαθέτουν τεράστιους μηχανισμούς έκδοσης, διακίνησης και διαφήμισης χιλιάδων τίτλων, απολαμβάνοντας το μεγαλύτερο κομμάτι του ετήσιου τζίρου της βιλιοαγοράς.

Οταν «ευημερούν» οι αριθμοί

Η εκτίμηση ότι το βιβλίο βρίσκεται πλέον υπό διωγμό, ανακοινώθηκε από την ΠΟΕΒ ένα, μόλις, 24ωρο μετά τους πανηγυρισμούς του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου (ΕΚΕΒΙ), λόγω της αύξησης του ποσοστού που καταλαμβάνει η αγορά βιβλίου από τα ελληνικά νοικοκυριά, με βάση τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας για το 1999.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε το ΕΚΕΒΙ, το συνολικό ύψος της αγοράς των βιβλίων το 1999 έφτασε τα 148 δισ. έναντι 86 δισ. το 1994 ή αλλιώς αυξήθηκε κατά 72% σε τρέχουσες και 29% σε σταθερές τιμές.

Οι δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών για αγορά σχολικών βιβλίων αυξήθηκαν το 1999 κατά 21% σε σχέση με το 1994 και έφτασαν τα 54,7 δισ., από 45,2 δισ. Σε σταθερές τιμές όμως, δηλαδή σε τιμές του '94, το 1999 δαπανήθηκαν 40,9 δισ., δηλαδή υπάρχει μείωση κατά 9,3%.

Συνολικά, η δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για βιβλία στο σύνολο των δαπανών τους ανέβηκε στο 0,71% το 1999 από 0,66% το 1994 και 0,26% το 1988. Εδώ όμως θα πρέπει να συνυπολογιστεί, ότι η αύξηση του ποσοστού του '94 οφείλεται στην τρομακτική αύξηση των οικογενειακών δαπανών για σχολικά βιβλία την ίδια περίοδο. Αναλυτικά, από τα 5,7 δισ. που έδωσαν οι ελληνικές οικογένειες για σχολικά βιβλία το 1988, φτάσαμε στα 45,2 δισ. το 1994!

Η Ελλάδα, παραμένει χώρα εισαγωγής βιβλίου. Το 1999 η αξία των εισαγωγών έφτασε τις 17,4 δισ. δραχμές έναντι των εξαγωγών. Παρά τις αυξητικές τάσεις των εξαγωγών που παρατηρούνται στην έρευνα, το εισαγωγικό «προφίλ» της χώρας δεν αλλάζει. Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός, ότι ενώ οι κυριότερες χώρες από τις οποίες εισάγουμε είναι η Μ. Βρετανία, η Γερμανία και η Ολλανδία, το μεγαλύτερο δικό μας ποσοστό εξαγωγής πάει στην Κύπρο και εκτός ΕΕ. Από την έρευνα προκύπτει επίσης, ότι το βιβλίο υπερίσχυσε το 1999 ως καταναλωτική προτίμηση σε σχέση με τις εφημερίδες, τα περιοδικά, το θέατρο, τον κινηματογράφο και τα τυχερά παιχνίδια που μειώνονται. Για τα τελευταία βέβαια ουδείς ανησυχεί. Αλλά τι είδους πολιτιστικό πρότυπο είναι αυτό που πανηγυρίζει επειδή οι Ελληνες βλέπουν λιγότερο κινηματογράφο και θέατρο;

Ο «διάβολος» των «λεπτομερειών»

Το ζήτημα είναι όμως, πως από μόνοι τους αυτοί οι αριθμοί δεν αποδίδουν την πραγματική εικόνα της κατάστασης του βιβλίου στη χώρα. Δεν περιλαμβάνονται στοιχεία για τον πραγματικό τζίρο των εκδοτών - βιβλιοπωλών, που, όπως παραδέχτηκε και ο σύμβουλος του ΕΚΕΒΙ Σ. Καμπουράκης, είναι ασφαλέστερη μέθοδος εξαγωγής συμπερασμάτων. Δε δίνονται παράμετροι, όπως εισόδημα σε σχέση με την αγορά βιβλίων, αλλά και σε σχέση με το είδος του βιβλίου. Αλλά ούτε και αναλυτική παρουσίαση της συμμετοχής των «μπεστ σέλερ» στα στατιστικά στοιχεία. Πολύ περισσότερο, δε λαμβάνεται υπόψη η «λεπτομέρεια» που αναφέρθηκε από εκδότη κατά την παρουσίαση των στοιχείων του ΕΚΕΒΙ, ότι η εκπαιδευτική «μεταρρύθμιση» σημαίνει νέα αύξηση τίτλων σχολικού βιβλίου, συμπεριλαμβανομένου και του ξενόγλωσσου, το οποίο βέβαια θα καταναλωθεί από τις φτωχές οικογένειες με μεγάλες θυσίες και κόβοντας από αλλού, ανεβάζοντας τα ποσοστά της αγοράς βιβλίου από τη μια, αλλά με τρόπο που δεν πρέπει να χαροποιεί κανέναν από την άλλη. Οι δε εκδότες αναρωτήθηκαν ανοιχτά για το πού πήγαν πραγματικά οι κρατικές δαπάνες για το βιβλίο.

Παρόλ' αυτά, το ΕΚΕΒΙ, διά του διευθυντή του, Χρ. Λάζου, επέλεξε το ρόλο του απολογητή της κυβερνητικής πολιτικής. Ο διευθυντής του ΕΚΕΒΙ είπε ότι «είναι άδικος ο χαρακτηρισμός "διωγμός" του βιβλίου». Η εκτίμησή του ότι η βιβλιοαγορά «πάει καλά», προκάλεσε την αγανάκτηση των εκδοτών, οι οποίοι αποκάλεσαν το ΕΚΕΒΙ «απολογητή της κυβέρνησης», τονίζοντας ότι «δεν έχει πάρει θέση» στα προβλήματά τους.

Αυτή η ισοπεδωτική και, φασιστικά, εξισωτική αντίληψη της κυβέρνησης για το κατεξοχήν πολιτιστικό αγαθό της νεότερης ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού, δεν είναι καθόλου τυχαία. Η σημερινή κυβέρνηση έχει αναλάβει να επιταχύνει την εφαρμογή των καπιταλιστικών «κριτηρίων σύγκλισης» στην Ελλάδα, όχι μόνο στο βασικό επίπεδο της οικονομίας, αλλά και στο εποικοδόμημα της κοινωνίας. Η μη εξαίρεση των μικρομεσαίων εκδοτικών επιχειρήσεων από το φορολογικό νομοσχέδιο και η αντιμετώπισή τους ως κάθε άλλης επιχείρησης δεν είναι ούτε «λάθος» - όπως αντιμετωπίζεται σε ένα βαθμό ακόμη και από τους συλλογικούς φορείς του βιβλίου - ούτε, πολύ περισσότερο, μια απλή νομική διάταξη που δεν αποτελεί διωγμό του βιβλίου, όπως επιχείρησε να υποβαθμίσει το θέμα ο διευθυντής του ΕΚΕΒΙ.

Αντίθετα, αποτελεί μέρος της νομοτελειακής ανάγκης του συστήματος να επεκτείνει και να εκσυγχρονίζει τη δράση του στον τομέα του πολιτισμού με τρεις γενικούς στόχους: το κέρδος, την επιβολή της ιδεολογίας του και τη χρησιμοποίηση του πολιτισμού σαν ένα ακόμη μέσο για να αποκρύβεται, να δικαιολογείται ή να παραμορφώνεται (ανάλογα με τις ανάγκες) η παράλληλη, οικονομική επίθεση στην εργατική τάξη.

Διαδικασία μονοπωλιοποίησης

Η συγκεκριμένη στιγμή που επιλέχθηκε για αυτό το χτύπημα στο βιβλίο δεν είναι τυχαία και για έναν ακόμη λόγο: Ο πρόεδρος της ΠΟΕΒ τονίζει πως παρατηρείται μεγάλη συρρίκνωση των μικρών και μεσαίων εκδοτικών οίκων προς όφελος των μεγάλων, που μέσω των εξαγορών, ενίοτε για ένα κομμάτι ψωμί, γιγαντώνονται και καταλαμβάνουν όλο και μεγαλύτερα ποσοστά στην αγορά. Συγχρόνως, αυτή η διαδικασία δημιουργεί και νέους «κανόνες» στις σχέσεις μεταξύ των συγγραφέων, των εκδοτών και του κοινού, που αναπτύσσονται όλο και περισσότερο στη βάση του κέρδους. Η διαδικασία μονοπωλιοποίησης του βιβλίου δεν πρόκειται να βγει σε όφελος του αναγνώστη, αλλά ούτε και του συγγραφέα, αφού ήδη κυριαρχεί η αντίληψη του «μπεστ σέλερ», που με τη σειρά του δημιουργεί «συνταγές» εμπορικής επιτυχίας, από την οποία κανένα μονοπώλιο δε θα πει «όχι». Οσο για την ποιότητα του «προϊόντος», είναι φανερό πως πρόκειται για μία παράμετρο που ελάχιστα ενδιαφέρει αυτόν τον τρόπο παραγωγής.

Ο αφανισμός όμως των μικρομεσαίων εκδοτικών επιχειρήσεων σημαίνει πιο πολλά πράγματα από το κλείσιμο μιας επιχείρησης, με τον ίδιο τρόπο που, όπως είχαμε πει και για τους κινηματογράφους, σημαίνουν πιο πολλά πράγματα από μια αίθουσα με ένα πανί... Η μικρομεσαία εκδοτική επιχείρηση, είτε από παράδοση, είτε γιατί δεν μπορεί να ανταγωνιστεί στο δικό της «γήπεδο» τη μεγάλη, εξακολουθεί να προσφέρει ποιοτικό βιβλίο και σε τιμές που κρατούνται σε ένα, σχετικά λογικό, επίπεδο με μεγάλες προσπάθειες και θυσίες εκ μέρους της. Οι κινητοποιήσεις που εξήγγειλαν οι μικρομεσαίοι εκδότες, αν δεν εξαιρεθούν από το φορολογικό νομοσχέδιο, αποτελούν λοιπόν, κάτι παραπάνω από μια απλή συνδικαλιστική διεκδίκηση: αποτελούν μια πράξη πολιτισμού.


Γρηγόρης ΤΡΑΓΓΑΝΙΔΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ