Μια δουλιά
ζητάει, μια θέση
κι απ' τα πόδια του
έχει πέσει,
κάλους έβγαλε,
φουσκάλες
ν' ανεβαίνει
αράδα σκάλες
*
Μια δουλιά
κλητήρα, εργάτη
πέντε φράγκα
να εισπράττει,
μήνες τρέχει,
φέρνει γύρες,
μα κλειστές,
παντού οι θύρες.
*
Μια δουλιά,
βρε, ό,τι να 'ναι,
τα παιδιά πίσω
πεινάνε,
τρέχουν έξοδα
και νοίκι,
πώς την έκαναν
οι λύκοι
τη ζωή ετούτη
φρίκη!