Και τι να πω για κείνους, που δε σήκωσαν κεφάλι στον ήλιο και δε σκούπισαν με την άκρη του μανικιού τους καυτούς κόμπους ιδρώτα!
Και τι να πω για κείνους, που δεν ένιωσαν τη φλόγα τ' αναμμένου λυχναριού, δεν πήρανε την πένα και δε σκύψανε μ' αγάπη πάνω στο γραφτό της δημιουργίας! Για κείνους, που δεν πήρανε ταγάρι ζητιανιάς, για τους υποκριτές και φαρισαίους, τι να πω!
Τι να πω για κείνους, που δε στάθηκαν απεργώντας σε κλειστές αμπάρες, για κείνους που δεν πήραν το μαύρο χαρτί της απόλυσης, που δε στήθηκαν στην ουρά του ΙΚΑ και του ταμείου ανεργίας!
Τι να πω για κείνους, που δεν έπαιξαν αμάδες και ξυλόκοτα, που δεν έτρεξαν ξυπόλυτοι σ' αγκάθια και σε φρύγανα, κυνηγώντας πεταλούδες και χίμαιρες! Για κείνους, που δεν παραπλανήθηκαν στα χερσοχώραφα μαζεύοντας σαλιγκάρια, μανιτάρια κι άγρια χόρτα του βουνού!
Και τι να πω για κείνους, που δεν ταπεινώθηκαν, δεν παρακάλεσαν, δε 'σκυψαν με λυγμό και πίκρα το κεφάλι! Τι να πω για κείνους, που δεν πληγώθηκαν από ανάρμοστες συμπεριφορές και δεν περιφρονήθηκαν από ανάξιους κι αποτυχημένους έρωτες! Για κείνους, που δεν καταπιέστηκαν και δεν ένιωσαν στο πετσί τους την εκμετάλλευση!
Τι να πω για κείνους, που δε σφιχταγκάλιασαν θλιμμένους ξενιτεμούς και δε σήκωσαν μαντίλι αποχαιρετισμού!
Για κείνους, που δεν απάντησαν στην «καλημέρα», στην «καλησπέρα», στο «αντίο», δεν έσφιξαν θερμή χειραψία και δεν έδωσαν φιλί αγάπης!
Τι να πω για κείνους, που έζησαν με ανθρώπους και δεν εξανθρωπίστηκαν, που δεν πόνεσαν από τον πόνο τ' αλλουνού και δε μοιράστηκαν τη χαρά τους, για κείνους που δεν έκοψαν το ψωμί και το κρεμμύδι στα δύο! Για κείνους, που άδειασαν από συναισθήματα και δεν ονειρευτήκανε ποτέ!
Για τους βολεμένους, τους συμβιβασμένους, τους ατσαλάκωτους και τους άκαπνους, τι να πω!
Τι να πω και τι λογαριασμό να ζητήσω, μια και είδαν, μια και πέρασε η ζωή από μπροστά, χωρίς να την αγγίξουν!
Και ποια η τραγωδία, όταν ετοιμοθάνατοι ανακαλύψουν πως δεν υπήρξαν, πως δε γεννήθηκαν, πως δεν έζησαν ποτέ. Και τι να πω!