Ο Ουίλιαμς δεν είχε ψευδαισθήσεις. Ηξερε ότι ο «Νέος Κόσμος» δε «θεμελιώθηκε» από αθώα πλάσματα τύπου Δον Κιχώτη, από απελευθερωτές σκλάβων σαν τον Μπάυρον, από «μυθικούς» ρομαντικούς εραστές σαν τον Καζανόβα και τη Μαργαρίτα Γκωτιέ, και βέβαια δεν κυβερνιέται από τίμιους, καλοκάγαθους ανθρώπους, όπως ο Βορειοαμερικάνος Κίλροϊ. Ο «Νέος Κόσμος» φτιάχτηκε από φονιάδες, κατακτητές και εκπορνευτές των γηγενών κατοίκων της Αμερικής, τους Κονκισταδόρους, και τους «διαδόχους» τους, φεουδάρχες, αριστοκράτες και καπιταλιστές. Η αποικιοκρατική εξουσία των βάρβαρων κατακτητών «οικοδομήθηκε» με την εξολόθρευση των γηγενών και του πολιτισμού τους. Συνεχίστηκε από νέους εποίκους και εμπόρους σκλάβων από τη Μαύρη Ηπειρο. «Εξωραΐστηκε» πολιτισμικά με «δάνεια», απόηχους, αποφόρια της ευρωπαϊκής κουλτούρας. Επεκτάθηκε, με διάφορες μορφές και αφορμές, και «εκπολίτισε» την Κεντρική και Νότια Αμερική, ανεβάζοντας στην εξουσία «υπηρέτες» της, ντόπιους δικτάτορες, λαοπλάνους και τυράννους του λαού, εξουθενωτές κάθε αδυνάτου και αντιστεκόμενου, καταστροφείς πολιτιστικών συμβόλων και αξιών.
Προς αυτή την κατεύθυνση έγειραν, λίγο - πολύ και οι ερμηνείες. Από τις ερμηνείες η πιο σημαντική, ρεαλιστική και άμεση είναι του Κώστα Τριανταφυλλόπουλου. Αξιόλογες, «ευανάγνωστες», ισόρροπες μεταξύ έργου και σκηνοθεσίας είναι των Γιάννη Κρανά (Κιχώτης), Λάμπρου Αποστόλου (Σάντσο Πάντσα), Γιώργου Κέντρου (Μπάυρον), Χρήστου Πάρλα (Καζανόβα), Σμαράγδας Σμυρναίου (Γκωτιέ), Σοφίας Μυρμηγκίδου (Πρυντάνς). Αλεξάνδρας Διαμαντοπούλου (Γύφτισσα), Μαρίας Αναστασίου (παραμάνα), Ηλιάνας Παναγιωτούνη (λαίδη Μάλιγκαν). Ευθύνη και της σκηνοθεσίας είναι η υπερβολικά σχηματική, ρητορικού, ναρκισσιστικά τραγουδιστού, μονότονου λόγου που φτάνει στο αυτί δύσκολα και ενοχλητικά απόδοση του Πάνου Ξενάκη.
Δε χρειάζονται συστάσεις για την πασίγνωστη, και στα σημερινά παιδιά από τις τηλεοπτικές μεταδόσεις της, κωμωδία «Ενας ήρως με παντούφλες» των Αλέκου Σακελλάριου - Χρήστου Γιαννακόπουλου, του παλιού, σπουδαίου και παραγωγικότατου συγγραφικού διδύμου. Την κωμωδία αυτή ανέβασε στη Νέα Σκηνή του το Εθνικό Θέατρο, τιμώντας τη μνήμη του μεγάλου θεατρίνου και πρώτου διδάξαντα το ρόλο του στρατηγού Δεκαβάλα, Βασίλη Λογοθετίδη, αλλά και του δαιμόνιου κωμωδιογράφου Α. Σακελλάριου. Το κωμωδιογραφικό δίδυμο με αυτό το έργο είπε, με ανάλαφρο τρόπο, αλλά και χωρίς αίσιο τέλος, μερικές πικρές αλήθειες για τη μεταπολεμική Ελλάδα. Για την Ελλάδα που δεν έτρωγε μόνο τα καλύτερα παιδιά της, τα υποψιασμένα και αντιστεκόμενα στο καθεστώς της καταπίεσης, της πολιτικής και ηθικής φαυλότητας και της οικονομικής ρεμούλας. Ετρωγε και τα ανυποψίαστα, αφελή και αμέτοχα στα βρώμικα πολιτικά και οικονομικά παιχνίδια της άκαπνης άρχουσας τάξης, παιδιά της. Κι ας είχαν υπηρετήσει την πατρίδα, έτοιμα για κάθε θυσία προς χάρη της και χωρίς ανταλλάγματα, όπως ο ήρωας της κωμωδίας αυτής. Ο απόστρατος στρατηγός Δεκαβάλας, όχι μόνο ψευτοζεί με σύνταξη πείνας, αλλά και γίνεται, ο ίδιος και η μοναχοκόρη του, παίγνιο για τον πλουτισμό δυο «τρωκτικών» της κυβέρνησης και της άρχουσας τάξης.
Την κωμωδία σκηνοθέτησε με σεβασμό, ευαισθησία και ηθογραφικό μέτρο ο Γιάννης Ιορδανίδης, στηριζόμενος στο καλαίσθητο, ρεαλιστικά λιτό σκηνικό και τα κοστούμια εποχής του Γιάννη Μετζικώφ, στη διακριτική μουσική του Φίλιππου Τσαλαχούρη και στις καλές ερμηνείες έμπειρων και άξιων ηθοποιών, αλλά και μερικών ελπιδοφόρων νέων. Η Μπέτυ Βαλάση πλάθει με εσωτερικότητα, αλήθεια, αμεσότητα, μητρική γλυκύτητα και συζυγική τρυφερότητα τη γυναίκα του στρατηγού. Ο Νίκος Μποσδούκος δεν είναι βέβαια Λογοθετίδης, αλλά αναδεικνύει και ισορροπεί εύστοχα την περηφάνια, την κωμική αφέλεια και τη δραματική πικρία του στρατηγού. «Διαμαντάκι» η ερμηνεία του Γιώργου Βελέντζα σε ένα μικρό ρόλο. Ο Δημήτρης Τσούτσης έπλασε με εξαιρετική ακρίβεια, με υποδόρια καυστικότητα, τον υποκριτή, ύπουλο και αρπακτικό αστό. Παρόμοιο υποκείμενο, ερμηνεύει εύστοχα ο Γιάννης Δεγαΐτης, όπως και Πέπη Μεταλλίδου τη γυναικεία εκδοχή του. Ο Σταμάτης Τσελέπης, με το κωμικό του ένστικτο μορφοποιεί τον πεινασμένο καλλιτέχνη, συνένοχο, αλλά και θύμα των τσαρλατάνων. Ελπιδοφόρες είναι οι ερμηνείες τριών νέων ηθοποιών. Της αισθαντικής Παναγιώτας Βλαντή, του στέρεου Στέλιου Καλαθά και του σπινθηροβόλου (παρότι σε ρόλο μιας στιγμής) Τάσου Κοντραφούρη.