Κυριακή 20 Μάη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
Από τις μέρες της «Λευκής Βίβλου»

Από την προηγούμενη δεκαετία η ΕΕ εξυφαίνει την ανατροπή του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος

Τα συστήματα Κοινωνικής Ασφάλισης των εργαζομένων είχαν μπει στο στόχαστρο της οικονομικής ολιγαρχίας της ΕΕ από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας. Είναι εντυπωσιακό να παρακολουθήσει κανείς την αλληλουχία των πολιτικών, που εφαρμόστηκαν όλα αυτά τα χρόνια και μας έφεραν στο κατώφλι της πλήρους ανατροπής του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος. Τα πρώτα σπέρματα και η ιδεολογικοποίηση των αντιλαϊκών επιδιώξεων, υπάρχουν στα κείμενα στρατηγικής της ΕΕ και της ΟΝΕ. Αρχικά, στη «Συνθήκη του Μάαστριχτ» και ακόμα πιο ευκρινώς στη «Λευκή Βίβλο». Εκεί, με πρόσχημα την αντιμετώπιση της ανεργίας, τίθενται οι αρχές και οι μέθοδοι εξασφάλισης της... ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, που δεν είναι τίποτα άλλο από το γενικό μπούσουλα για τις, σε βάρος των λαών, αναδιαρθρώσεις σε όλους τους κοινωνικο -οικονομικούς τομείς των χωρών - μελών.

Η λογική της ΕΕ ήταν από την πρώτη στιγμή σαφέστατη: Στο κεφάλαιο «ανταγωνιστικότητα» της «Λευκής Βίβλου», σημειώνεται ότι «για να βελτιωθεί η κατάσταση της απασχόλησης πρέπει να καταστούν οι κοινοτικές επιχειρήσεις συνολικά ανταγωνιστικές στις διεθνείς αγορές». Σ' αυτά ακριβώς τα πλαίσια, «η Κοινότητα θα πρέπει να εξαλείψει τα μειονεκτήματα που συνέβαλαν στη διάβρωση της ανταγωνιστικής θέσης στο πλαίσιο εντός της τριάδας (Κοινότητα, Ηνωμένες Πολιτείες και Ιαπωνία) κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών». Από αυτή την άποψη - τονίζεται- «στις εθνικές οικονομίες και κοινοτικές αρχές εναπόκειται η ευθύνη να εξασφαλίσουν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τη βιομηχανία, να της δημιουργήσουν σαφείς και προβλέψιμες προοπτικές και να διευκολύνουν τη βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας». Προς αυτή την κατεύθυνση γίνεται λόγος για την ανάγκη αποκατάστασης των μακροοικονομικών ισορροπιών, δίνοντας έμφαση στην κριτική ότι «η κρατική πολιτική στους διάφορους τομείς έχει συχνά ιδιαίτερα αμυντικό χαρακτήρα και δεν ενσωματώνει επαρκώς τις νέες συνθήκες που επιβάλλει ο συνολικός ανταγωνισμός».( «Η ΛΕΥΚΗ ΒΙΒΛΟΣ», Ειδική έκδοση του «Ρ», 16 Γενάρη 1994, σελίδα 59).

Σαφέστατο μήνυμα

Το μήνυμα της «Λευκής Βίβλου» δε χωρά παρερμηνείες: Η απασχόληση είναι το πρόσχημα. Αυτό που ενδιαφέρει τους εμπνευστές του αντιλαϊκού πονήματος δεν είναι η εργασία για τους λαούς της Ευρώπης, αλλά η δυνατότητα των βιομηχάνων και του ευρωπαϊκού κεφαλαίου να επικρατούν στον ανταγωνισμό με τους βιομηχάνους και τα κεφάλαια που έχουν ορμητήριό τους τα δύο άλλα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Ετσι, εκείνο που απαιτεί η «Λευκή Βίβλος» από τις εθνικές οικονομίες, δεν είναι η προώθηση των όποιων παραγωγικών επενδύσεων που θα οδηγούσαν -έστω και σε πρόσκαιρη, στα πλαίσια του καπιταλισμού- αντιμετώπιση της ανεργίας, αισθητή αύξηση της απασχόλησης και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου ζωής των εργαζομένων. Αντίθετα, οριοθετεί το πλαίσιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν, στην εξασφάλιση του... ευνοϊκού περιβάλλοντος για τη βιομηχανία.

Μ' άλλα λόγια, μέτρα που θα εγγυώνται τα κέρδη των βιομηχάνων, με τέτοιο μάλιστα τρόπο, ώστε να μπορούν να τα φέρνουν βόλτα στο διεθνή ανταγωνισμό. Κι όχι μόνο αυτό. Οι διατυπώσεις για την «αμυντικού χαρακτήρα κρατική πολιτική» και η μομφή για μη επαρκή «ενσωμάτωση των νέων συνθηκών που επιβάλλει ο συνολικός ανταγωνισμός», χτυπούν ακριβώς στο κέντρο του στόχου που έχει η οικονομική ολιγαρχία της ΕΕ. Την αμφισβήτηση των ισορροπιών που υπάρχουν στον τομέα των λαϊκών και εργατικών καταχτήσεων. Δεν είναι δυνατόν για παράδειγμα, σου λέει το κείμενο της «Λευκής Βίβλου», ο Αμερικανός βιομήχανος να πληρώνει χαμηλούς φόρους για τα κέρδη, και την ίδια στιγμή στα κράτη- μέλη να ισχύει μεγαλύτερη φορολογία. `Η, με την ίδια λογική, είναι άμυνα (και άρα απαράδεκτο) να υποκύπτει το κράτος στη λαϊκή αντίδραση ενάντια στη διεύρυνση των ελαστικών εργασιακών σχέσεων, όταν το ιαπωνικό κεφάλαιο θεωρεί την ιδέα του «απασχολήσιμου» ως ένα το κρατούμενο, όχι μόνο στα πλαίσια της Ιαπωνίας, αλλά και στις γειτονικές χώρες όπου παράγει σημαντικό τμήμα των εμπορευμάτων του.

Οι... υποχρεωτικοί φόροι

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στον τομέα της Κοινωνικής Ασφάλισης, όπου η διεθνής οικονομική ολιγαρχία ανταγωνίζεται πόσο μεγαλύτερο μπορεί να είναι το πλήγμα που θα καταφερθεί σε βάρος των εργαζομένων, ώστε ακόμα ένα κομμάτι από την υπεραξία να περιέλθει στην κατοχή της. Προς τα εκεί κινούνται και οι επιχειρούμενες ρυθμίσεις-ανατροπές για την Κοινωνική Ασφάλιση. Ο στόχος της «ανταγωνιστικότητας» και «μια συντονισμένη στρατηγική σε κοινοτικό επίπεδο, με σκοπό την ανάκαμψη και την έξοδο από τη διαρθρωτική κρίση δεν μπορεί να αγνοήσει τη σημασία και τη διάρθρωση των υποχρεωτικών φόρων».(«Λευκή Βίβλος», σελίδα 131). Ετσι ακριβώς ξεκινά το κεφάλαιο «υποχρεωτικές φορολογικές επιβαρύνσεις επί της εργασίας» της «Λευκής Βίβλου» και το τι εννοεί είναι κατανοητό στον καθένα. Μαζί με τα άλλα συντονισμένα μέτρα για την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, το 8ωρου κλπ., στα πλαίσια των αναδιαρθρώσεων έμπαινε στόχος να αλλάξουν τα ισχύοντα για τους «υποχρεωτικούς φόρους». Δηλαδή, απαιτούν νέες μειώσεις και απαλλαγές. Οταν, όμως, τα ντοκουμέντα της ΕΕ αναφέρονται σε φόρους δεν εννοούν μόνο τους φόρους. Συνυπολογίζουν και τους φόρους που πληρώνουν οι επιχειρήσεις για τα κέρδη τους και τις εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές. Παρουσιάζουν δηλαδή, αθροιστικά και τα δύο κονδύλια -στο μέτρο που ισχύουν και καταβάλλονται- επειδή τις θεωρούν ως υποχρεωτικές καταβολές που επιδρούν στο γενικό επίπεδο κερδοφορίας των επιχειρήσεων.

Για το κεφάλαιο, είναι εντελώς αδιάφορο πώς συγκεντρώνονται οι πόροι για τον κρατικό προϋπολογισμό, ή πώς συγκροτούνται τα κονδύλια που προορίζονται για τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων. Προβάλλοντας την ιδέα της ανταγωνιστικότητας και της μείωσης του κόστους παραγωγής, οι εκπρόσωποί του ενδιαφέρονται αποκλειστικά και μόνο για το μέγεθος της υπεραξίας -και τα κέρδη- που καρπώνονται. Είναι φανερό πως αυτό που θα τους ικανοποιούσε, σε τελευταία ανάλυση και με τον όρο ότι θα εκπληρώνονται οι ελάχιστες προϋποθέσεις για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, θα ήταν να μην είχαν καμιά άλλη οικονομική υποχρέωση, πέρα από τους μισθούς που αναγκαστικά καταβάλλουν στους εργαζόμενους. Είναι βέβαιο, πως θα προτιμούσαν ένα καθεστώς πλήρους απαλλαγής και από εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές και από φόρους. Επειδή, όμως, κατανοούν πως στις σημερινές συνθήκες κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατόν, επιδιώκουν και αξιώνουν να μειώνονται συνεχώς οι σχετικές «επιβαρύνσεις».

Συγκεκριμένα μέτρα

Η προσπάθεια της οικονομικής ολιγαρχίας να αντιμετωπίσει τα εγγενή προβλήματα που έχει το καπιταλιστικό σύστημα και τις αλλεπάλληλες κρίσεις που το μαστίζουν, έχει αναγάγει το θέμα της ανατροπής των κοινωνικοασφαλιστικών συστημάτων σε φετίχ. Στη «Λευκή Βίβλο», μάλιστα, η μικρή αύξηση των «υποχρεωτικών φόρων» που σημειώθηκε στην εικοσαετία 1970-1991 (από 34% σε 40% του ΑΕΠ) αντιμετωπίζεται ως «η ίδια η αιτία αποδυνάμωσης της ανάπτυξης»...(«Λευκή Βίβλος», σελίδα 132).

Αν προχωρήσει κανείς στην παρακολούθηση των «κατευθυντήριων γραμμών για τη μείωση του κόστους εργασίας», που υπάρχουν στη «Λευκή Βίβλο» του 1993, εύκολα διαπιστώνει τις αναλογίες με ό,τι συμβαίνει στη χώρα μας και τις αλλεπάλληλες κυβερνητικές μεθοδεύσεις. Στο σχετικό ντοκουμέντο σημειώνεται ότι:

  • «πρέπει να μειωθεί το μη μισθολογικό κόστος, ιδιαίτερα για το λιγότερο ειδικευμένο προσωπικό». Ο στόχος εφαρμόστηκε με διάφορες ρυθμίσεις της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, σύμφωνα με τις οποίες οι εργοδότες απαλλάσσονται από τις ασφαλιστικές εισφορές, τουλάχιστον για ένα χρόνο.
  • «πρέπει να τεθεί στόχος η μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας κατά ένα ποσό του ΑΕΠ». Ο στόχος υλοποιήθηκε με το νόμο 2874 του 2000, που αφορά την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και προβλέπει μειωμένες εργοδοτικές εισφορές για όλους τους νεοπροσλαμβανόμενους.

Οι παραπάνω επιμέρους αξιώσεις της οικονομικής ολιγαρχίας, για το Ασφαλιστικό έχουν ήδη ικανοποιηθεί. Μένει να υλοποιηθεί το σχέδιο της συνολικής και οριστικής αναδιάρθρωσης, η εφαρμογή του συστήματος των «τριών πυλώνων». Η ιδέα υπάρχει επίσης στη «Λευκή Βίβλο». Το θέμα εξετάζεται από τη σκοπιά της μείωσης των ασφαλιστικών εισφορών, ενώ οι λεγόμενες παροχές χωρίζονται σε: Πρώτον, προγράμματα «εθνικής αλληλεγγύης», μέσω των οποίων θα χορηγούνται ελάχιστες συντάξεις γήρατος κλπ. Δεύτερον, καταβολές που θα είναι «ανταποδοτικού περισσότερο χαρακτήρα». Τρίτον, «προαιρετικές εισφορές που εντάσσονται στα πλαίσια μηχανισμών ασφάλισης ή αποταμίευσης» («Λευκή Βίβλος», σελίδα 135). Τι είναι όλα αυτά; Μα οι ανακοινώσεις και τα μέτρα που δημοσιοποίησε τον προηγούμενο μήνα η κυβέρνηση Σημίτη. Τα μέτρα που προκάλεσαν τη λαϊκή οργή, τις δύο πανελλαδικές απεργίες, τις τρεις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις της Αθήνας και σε όλες τις πόλεις, τις χιλιάδες συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας, περιοδείες σε χώρους δουλιάς και συσκέψεις που έγιναν σ' ολόκληρη τη χώρα.

Από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας μέχρι και σήμερα, δεν υπάρχει ντοκουμέντο της ΕΕ, στο οποίο να μη γίνεται αναφορά στην ανάγκη μεταρρύθμισης των κοινωνικοασφαλιστικών συστημάτων. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε στην περσινή Διάσκεψη Κορυφής, που έγινε τον Μάρτη στη Λισαβόνα, αλλά και στη Σύνοδο της Στοκχόλμης πριν δυο μήνες, όπου έγινε μάλιστα προσπάθεια να... ποσοστικοποιηθούν οι στόχοι που αφορούν τα ασφαλιστικά συστήματα, με βάση την έκφρασή τους ως ποσοστών του ΑΕΠ. Την... τιμητική του είχε το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας και στην περσινή Εκθεση της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας για τη σύγκλιση και την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ, όπου τίθεται θέμα «συνταξιοδοτικών παροχών», «πολυάριθμων επικουρικών και αυτοτελών ταμείων» και διατυπώνεται η άποψη ότι «η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος είναι ζωτικής σημασίας».

Με την εμφάνιση των μέτρων που ετοίμασε η κυβέρνηση Σημίτη, η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων κατανόησε το βάθος των αντιλαϊκών επιλογών που προωθούνται και συνειδητοποίησε ότι αυτή η πολιτική είναι ζωτικής σημασίας μόνο για το κεφάλαιο. Οι απεργίες, οι μαζικές κινητοποιήσεις, η λαϊκή κατακραυγή, ανάγκασαν την κυβέρνηση στο γνωστό ελιγμό. Υποτίθεται πως απέσυρε τις προτάσεις που επιχείρησε να επιβάλει με το «βούρδουλα» και σ' αυτή τη φάση προτείνει το «καρότο» του... διαλόγου. Ανεξάρτητα από τις κυβερνητικές κινήσεις τακτικισμού, το βέβαιο είναι ότι ο ακολουθούμενος μονόδρομος της αντιλαϊκής πολιτικής της ΟΝΕ και της εξυπηρέτησης των αξιώσεων του κεφαλαίου στις σύγχρονες συνθήκες, σχεδόν νομοτελειακά προϋποθέτει την πλήρη ανατροπή του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος. Για τους εργαζόμενους, εξίσου νομοτελειακό είναι το γεγονός ότι κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης των καταχτήσεών τους και κάθε αντιλαϊκός προσανατολισμός, είναι δυνατόν να αναχαιτισούν, όχι στα κυβερνητικά σαλόνια των διαλόγων, αλλά στους χώρους δουλιάς, στο πεζοδρόμιο και τις γειτονιές. Παντού, όπου μπορούν να ακονίζουν το μοναδικό τους διαπραγματευτικό ατού: Την όλο και μεγαλύτερη μαζικοποίηση των αγώνων και πολύμορφη ανάπτυξη των κινητοποιήσεών τους.


Γιώργος ΚΑΚΟΥΛΙΔΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ