Ποια ήταν όμως η αφορμή; Σε μια συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε το Σάββατο στην εφημερίδα «Le Monde», ο Μοντεμπούρ είχε πει: «Πρέπει να υψώσουμε τον τόνο. Η Γερμανία έχει πιαστεί στην παγίδα της πολιτικής της λιτότητας που έχει επιβάλει σε όλη την Ευρώπη», και διευκρίνισε «όταν λέω η Γερμανία, ομιλώ για τη γερμανική δεξιά που υποστηρίζει την (καγκελάριο) Αγκελα Μέρκελ. Η Γαλλία δεν έχει την τάση να ευθυγραμμίζεται με τα ιδεολογικά αξιώματα της γερμανικής δεξιάς». Αυτή η δήλωση ήταν, όπως λέγεται, η «σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι». Το σχόλιο πηγής κοντά στον πρωθυπουργό, όπως μεταφέρθηκε από το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ήταν χαρακτηριστικό: «Θεωρείται πλέον ότι ξεπεράστηκαν τα όρια, ένας υπουργός Οικονομίας δεν μπορεί να εκφράζεται με τέτοιους όρους για την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης και για έναν Ευρωπαίο εταίρο όπως η Γερμανία».
Ο Μοντεμπούρ, που επέμεινε και χτες στις ίδιες διατυπώσεις και τη ρητορική «ενάντια στη λιτότητα», θέλει να εμφανιστεί ως ο εκπρόσωπος της «αριστερής τάσης» του Σοσιαλιστικού Κόμματος, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια έκφραση τμήματος της αστικής τάξης, το οποίο βλέπει πιο εφικτή την ανάπτυξη με διαφορετικό μείγμα διαχείρισης.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε μια περίοδο που η δημοτικότητα του Ολάντ έχει πέσει στα πιο χαμηλά επίπεδα και επικρίνεται ότι εφαρμόζει «νεοφιλελεύθερη πολιτική», ενώ υποτίθεται είχε υποσχεθεί άλλα στους ψηφοφόρους του. Η πραγματικότητα είναι ότι οι δυσκολίες της διαχείρισης της καπιταλιστικής κρίσης στη Γαλλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, και η διαφαινόμενη αναιμική ανάπτυξη σε όλες τις χώρες (στη Γερμανία τα σημάδια στασιμότητας είναι φανερά) προκαλούν αντιπαραθέσεις μέσα σε μερίδες του κεφαλαίου που βρίσκουν έκφραση και στους πολιτικούς εκπροσώπους και τα αστικά κόμματα. Ετσι πάντα μπαίνουν στο τραπέζι σενάρια αναδιάταξης των πολιτικών δυνάμεων και η προσφυγή σε κυβερνητικές λύσεις συνεργασίας αστικών κομμάτων, όπως το βλέπουμε σε πολλές χώρες και στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι ήδη στη Γαλλία υπάρχει ανησυχία για την επόμενη μέρα μετά τον σημερινό ανασχηματισμό, τον δεύτερο μέσα σε μισό χρόνο, με την αποχώρηση των δήθεν «αριστερών» υπουργών. Επίσης, το Σοσιαλιστικό Κόμμα διαθέτει οριακή πλειοψηφία στη Βουλή, με 291 βουλευτές, και όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά.