Σίγουρα, στα τελευταία 15 χρόνια ο Βλ. Πούτιν, τόσο από το αξίωμα του Προέδρου, όσο κι απ' αυτό του πρωθυπουργού της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα αντιμετώπισε αρκετές σύνθετες και δύσκολες καταστάσεις. Η τελευταία, ωστόσο, φαίνεται να ξεπερνά τα συνηθισμένα όρια, να μπλέκεται με πολλές πτυχές. Ετσι, για παράδειγμα, ο σύμβουλος του Βλ. Πούτιν και γνωστός οικονομολόγος, Σεργκέι Γκλάζιεφ, δεν αποκλείει το ενδεχόμενο ενίσχυσης των δυτικών κυρώσεων και βλέπει μάλιστα ενδείξεις στην τρέχουσα παγκόσμια κατάσταση που οδηγούν σε μια εξέλιξη σαν αυτή.
Σε ομιλία του στο Εθνικό Συνέδριο «Εκσυγχρονισμός της ρωσικής βιομηχανίας» εκτίμησε πως «οξύνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των κορυφαίων χωρών, και θα πρέπει εδώ να σημειώσουμε ότι ως θύμα σε αυτόν τον ανταγωνισμό εκ μέρους των κύριων γεωπολιτικών αντιπάλων έχει επιλεγεί η χώρα μας. Οι δραστηριότητες της αμερικανικής κυβέρνησης στο Κίεβο δεν αφήνουν αμφιβολία ότι ο πόλεμος κατά της Ρωσίας θα διεξαχθεί πολύ σκληρά, με συνέπεια, σκόπιμα, κι όπως νομίζουν, μέχρι τη νίκη».
Και πράγματι, τα νέα που έρχονται από την Ουκρανία δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά για το μέλλον. Παρά τις διακηρύξεις περί «ειρήνης» το διήμερο σκοτώνονται κι από μια ντουζίνα άνθρωποι, μια κατάσταση δηλαδή που δεν είναι ούτε ειρήνη, ούτε πόλεμος. Παράλληλα υπάρχουν συγκεκριμένες καταγγελίες πως το καθεστώς του Κιέβου αξιοποιεί την εκεχειρία για την ενίσχυση των στρατευμάτων του, κάτι που προμηνύει νέα επίθεση. Οι πολεμικές ετοιμασίες γίνονται στο φόντο της όξυνσης του εθνικιστικού παροξυσμού κι αντικομμουνισμού, με νέες καταστροφές μνημείων του Λένιν κι άλλων σοβιετικών μνημείων, με την προσπάθεια τρομοκράτησης κάθε διαφορετικής άποψης. Σ' αυτό το πλαίσιο εξελίσσεται και η προεκλογική εκστρατεία στην Ουκρανία, που αναμφίβολα είναι μια εκστρατεία πολιτικής και ιδεολογικής βίας σε βάρος των εργαζομένων της χώρας. Σ' αυτές τις συνθήκες κυριαρχούν οι εθνικιστικές δυνάμεις κάθε απόχρωσης, που βέβαια τάσσονται υπέρ της συνέχισης των εχθροπραξιών στην Ανατολική Ουκρανία.
Κι όμως, μέσα σ' αυτές τις συνθήκες του έντονου ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, την ώρα που μπορεί να βρισκόμαστε στο «κατώφλι» ενός πιο γενικευμένου πολέμου, κατατέθηκε στη Ρωσία ένα νομοσχέδιο για την «4ήμερη εργάσιμη βδομάδα», που καταργεί παραπέρα δικαιώματα των εργαζομένων στη Ρωσία, στοχεύει στην παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, κατ' αντιγραφή των ανάλογων αντεργατικών τερατουργημάτων που εφαρμόζονται στην ΕΕ και τις ΗΠΑ. «Επίθεση της αντίδρασης στα δικαιώματα των εργαζομένων», χαρακτήρισε το νέο αυτό νομοσχέδιο το Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα Ρωσίας.
Εκεί, στην αντεργατική επίθεση, στη θυσία των εργατικών δικαιωμάτων στο βωμό της «ανταγωνιστικότητας», της κερδοφορίας του κεφαλαίου, δεν υπάρχει καμία αντίθεση, καμία αντιπαράθεση ανάμεσα στις αστικές τάξεις. Αντίθετα, η μία διδάσκεται από την άλλη. Η μία «δανείζεται» μέτρα από το «οπλοστάσιο» της άλλης. Εδώ δεν ταιριάζει το «ούτε ειρήνη, ούτε πόλεμος», γιατί ο πόλεμος σε βάρος της εργατικής τάξης και των δικαιωμάτων της είναι διαρκής.