Κυριακή 16 Σεπτέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 19
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
«Προγράμματα» απάτης

Πολλά εξήγγειλε ο πρωθυπουργός στα εγκαίνια της ΔΕΘ. Μάλιστα το κάθε υπουργείο φρόντισε να αποστείλει στα δημοσιογραφικά γραφεία τα συγκεκριμένα μέτρα και τους στόχους που θέτει για το χώρο ευθύνης του. Ιδού λοιπόν πώς το υπουργείο Εργασίας εξειδικεύει τα μέτρα αντιμετώπισης της ανεργίας:

  • «Επιδίωξη για δημιουργία 300.000 θέσεων εργασίας» ή «300.000 νέων ευκαιριών και δυνατοτήτων απασχόλησης».
  • «θα επιδοτηθούν 148.000 άτομα για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, και θέσεων απόκτησης εργασιακής εμπειρίας, καθώς και για τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων».
  • «Από τα άλλα Επιχειρησιακά Προγράμματα -ανταγωνιστικότητας, κοινωνίας της πληροφορίας- εκτιμάται ότι θα δημιουργηθούν επιπλέον 134.000 θέσεις εργασίας».
  • Ακόμα, «κατάρτιση 300.000 ανέργων».
  • Και «300.000 εργαζομένων» κατά τη διάρκεια του Γ' ΚΠΣ.
  • «Από τα προγράμματα του υπουργείου Εργασίας θα καταρτιστούν περίπου 139.000 άνεργοι στα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης».
  • «Από αλλά Επιχειρησιακά Προγράμματα εκτιμάται ότι θα καταρτιστούν επιπλέον 187.500 άνεργοι».
  • «Από τα προγράμματα του υπουργείου Εργασίας θα αναβαθμίσουν τα προσόντα τους 192.000 εργαζόμενοι».
  • « Από τα αλλά Επιχειρησιακά Προγράμματα -ΕΠΕΑΕΚ, ανταγωνιστικότητα, κοινωνία της πληροφορίας, υγεία- εκτιμάται ότι θα καταρτιστούν επιπλέον 147.000 εργαζόμενοι».


Οι εξαγγελίες αυτές δεν είναι τίποτα άλλο, από έναν αχταρμά από προγράμματα «κατάρτισης», «αναβάθμισης προσόντων», σχέδια επί χάρτου... που επαναλαμβάνουν προκλητικά τη γνωστή συνταγή της προηγούμενης δεκαετίας. Προγράμματα που ανακυκλώνουν την ανεργία και «καταρτίζουν» και «εκπαιδεύουν» τις επόμενες στρατιές ανέργων και που αν κατάφεραν κάτι, είναι η αύξηση των κερδών των επιτήδειων, με το ροκάνισμα μεγάλων κονδυλίων. Οσο και αν επαίρονται για την «ανάπτυξη» και το έργο τους, αυτό που πραγματικά κατάφεραν είναι η εκτόξευση της ανεργίας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, από 7% το 1990, σε 11,1% το 2000. Δηλαδή μια αύξηση κατά 60%. Και αυτή η επιδείνωση στην απασχόληση, διαπιστώνεται την ίδια στιγμή, που μόνο την τελευταία τετραετία, 1998 - 2000, το ΑΕΠ σε τιμές αγοράς αυξήθηκε κατά 33%. Επιβεβαιώνονται δηλαδή, όλοι εκείνοι που υποστήριζαν και υποστηρίζουν, ότι δε φτάνει η «ανάπτυξη» για να βελτιώσουν τη θέση τους οι εργαζόμενοι. Αντίθετα αυτή η «ανάπτυξη» που προωθεί η κυβέρνηση συσσωρεύει κέρδη στους λίγους και οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενους στο περιθώριο.

Ολος αυτός ο ορυμαγδός προγραμμάτων, δεν είναι μόνο μια μεγάλη προσβολή στο πρόσωπο των 500.000 και πλέον ανέργων, δεν είναι ακόμα μία «προγραμματισμένη» απάτη, είναι ταυτόχρονα και μια μεθοδευμένη προσπάθεια να συσκοτίσει την αντεργατική πολιτική που θα συνεχίσει να εφαρμόζει η κυβέρνηση. Γιατί «πακέτο» με τα προγράμματα, η κυβέρνηση -ως μέτρα αντιμετώπισης της ανεργίας- ανακοίνωσε την εφαρμογή του Νόμου 2874/2000, δηλαδή του νόμου που καταργεί το οχτάωρο και διευρύνει τις ευέλικτες σχέσεις εργασίας. Ανακοίνωσε την ιδιωτικοποίηση του ΟΑΕΔ και την ανατροπή του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης.

Μάλιστα η εμμονή σ' αυτόν τον αντεργατικό κατήφορο, διανθίζεται με προσχήματα για αύξηση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων απασχόλησης του ΟΑΕΔ ή την αύξηση της ζήτησης της εργασίας, όπου ως εργαλείο, παρουσιάζεται π.χ. η μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών που έγινε με το νόμο 2874. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στη «μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης», όπου και ξαναδιατυπώνεται η «ιδέα» για «τα ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα». Και σ' αυτά τα μέτρα, βρίσκεται η βαθύτερη ουσία των εξαγγελιών της κυβέρνησης στη ΔΕΘ. Αυτή την επίθεση στην κοινωνική ασφάλιση και στα ταμεία, στις εργασιακές σχέσεις και στα εργατικά δικαιώματα θέλουν να συγκαλύψουν.

Οσο για τα μέτρα της κυβέρνησης για τους «αδύνατους» μόνο για φάρσα μπορεί να τα πάρει κανείς. Τα επιδόματα αυτά, είτε πρόκειται για τους μακροχρόνια ανέργους, είτε για τα νοικοκυριά κατοίκων ορεινών περιοχών, αυτό που επιβεβαιώνουν είναι ότι αυτή ή κυβέρνηση και η πολιτική της έχει οδηγήσει εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας να επιβιώνουν με οικογενειακό εισόδημα μικρότερο από 750.000 ή 1.000.000 δραχμές το οποίο μπαίνει και ως προϋπόθεση της παροχής. Ο θύτης, δίνει ελεημοσύνη στο θύμα. Και ταυτόχρονα περιφέρει την ελεημοσύνη του ως απόδειξη της κοινωνικής του ευαισθησίας. Ακόμα χειρότερα, κοινωνικές παροχές που γίνονται με τις εισφορές των εργαζομένων όπως την περίπτωση του Ολυμπιακού Χωριού, πλασάρεται με απύθμενο θράσος ως κυβερνητική παροχή.

Γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε, ότι αυτό που εμφανίζεται ως κοινωνική πολιτική ή κοινωνική ασφάλιση πληρώνεται από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Αυτά τα τρισεκατομμύρια που μοιράζει δήθεν η κυβέρνηση για τις συντάξεις, την υγεία, την πρόνοια είναι οι εισφορές των εργαζομένων. Σύμφωνα με τον κοινωνικό προϋπολογισμό του 2000 στα 5,5 τρισεκατομμύρια πόρων των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, τα 2 τρισ. περίπου καταβλήθηκαν από τους εργαζόμενους, δηλαδή ποσοστό 34,84%, όταν η συμμετοχή του κράτους σ' αυτούς τους πόρους είναι της τάξης του 4,06%.

Ανάλογες ταχυδακτυλουργίες χρησιμοποιήθηκαν και για τον τομέα των εισοδημάτων. Ετσι ο υπουργός Εργασίας ισχυρίστηκε στη ΔΕΘ, ότι οι πραγματικοί μισθοί για την επταετία 1994-2000, αυξήθηκαν κατά 18%. Αυτή βέβαια η «στατιστική», φαίνεται να «ξεχνάει» το γεγονός της ραγδαίας αύξησης των υπερωριών και ουσιαστικά την επέκταση του εργάσιμου χρόνου, που καταγράφεται το ίδιο διάστημα. Πολύ περισσότερο που κάτι τέτοια «ευρήματα» αφήνουν απέξω την αύξηση του παραγόμενου πλούτου και ειδικότερα την κατακόρυφη αύξηση των επιχειρηματικών κερδών. Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρουμε ότι το διάστημα 1991-1998, ενώ η αύξηση του μεικτού μεροκάματου ήταν 85%, αυτή δεν έφτασε να καλύψει ούτε το Δείκτη Τιμών Καταναλωτή που αυξήθηκε κατά 135,9%, εξανέμισε τις όποιες αυξήσεις και επί της ουσίας μείωσε την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων. Την ίδια περίοδο στον άλλο πόλο, τα επίσημα καθαρά κέρδη των βιομηχάνων αυξήθηκαν κατά 3.260%..!

Αλλά, βέβαια, δεν είναι ανάγκη να καταφύγουμε στη στατιστική για να αποδειχτεί η χειροτέρευση της θέσης των εργαζομένων και η αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης. Γύρω μας πληθαίνουν τα μαύρα σημάδια της φτώχειας, πολλαπλασιάζονται και οξύνονται τα προβλήματα της εργατικής οικογένειας. Οι πραγματικές -και όχι οι στατιστικές- δαπάνες που πραγματοποιούν σήμερα οι εργαζόμενοι για την εκπαίδευση των παιδιών τους, την υγεία τους, τη συντήρηση κάποιου άνεργου ή ανήμπορου για εργασία μέλους τους. Οι δαπάνες για την κατοικία, τις συγκοινωνίες, την ένδυση, τον αθλητισμό, την ψυχαγωγία και τον πολιτισμό είναι αυτές που αποδείχνουν ότι συνολικά το βιοτικό τους επίπεδο χειροτερεύει.

Γι' αυτό και οι απαιτήσεις των εργαζομένων, οι στόχοι του συνδικαλιστικού κινήματος, δεν μπορεί παρά να υπαγορεύονται απ' αυτές τις πραγματικές και σύγχρονες ανάγκες. Και σίγουρα οι εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ, βρίσκονται όχι μόνο σε αναντιστοιχία, αλλά και σε ευθεία αντίθεση με αυτές τις απαιτήσεις.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ